• Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

Ιστορία | Έρευνες

Ματωμένα Χριστούγεννα 1963

Οι Βρεταννοί αποφασίζουν αναθεώρηση του Συντάγματος

Ο Βρετανός ύπατος αρμοστής στη Λευκωσία σερ Αρθουρ Κλαρκ διατηρούσε μια καλή σχέση με τον Μακάριο και αντιλαμβανόταν τα προβλήματα που δημιουργούσε η δυσλειτουργικότητα του Συντάγματος. Ως εκ τούτου ενημέρωνε για τα προβλήματα που δημιουργούσε η παρέμβαση της Αγκυρας στα εσωτερικά της Κύπρου και προειδοποιούσε ότι από μια αναταραχή στο νησί κινδύνευαν τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας του.

 

Ο Κλαρκ, στην έκθεση που ετοίμασε αμέσως μετά την αποχώρησή του από την Κύπρο το 1964, αναφερόμενος στο ιστορικό της κρίσης, έγραψε: "Προβλέψαμε τους κινδύνους από την αρχή και, γνωρίζοντας για το σταδιακό εξοπλισμό που λαμβάνει χώρα, προειδοποιήσαμε νωρίς τον περασμένο χρόνο (αρχές του 1963) τις κυρίαρχες βάσεις για τα διάφορα ενδεχόμενα που μπορεί να έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Ο ανάλογος σχεδιασμός ξεκίνησε. Μέχρι το τέλος του περασμένου καλοκαιριού έγινε φανερό ότι μια ένοπλη σύγκρουση ή σοβαρές ταραχές ήταν αναπόφευκτες, εκτός αν ασκούσαμε όση επιρροή μπορούσαμε πάνω σ' αυτούς τους οποίους αφορά πιο άμεσα για να αναζητήσουν μια καινούργια συμφωνημένη διευθέτηση".

 

Το Σεπτέμβριο του 1963 η βρετανική διπλωματία αναθεωρούσε την πολιτική της, για να συνάδει με τη νέα κατάσταση που διαμορφωνόταν στην Κύπρο. Εκείνη ακριβώς τη χρονική στιγμή εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Ντέρεκ Ντόντσον, διευθυντής του Κεντρικού Τμήματος στο υπουργείο Εξωτερικών, ο οποίος ανέλαβε τη διαχείριση του Κυπριακού. Μέσω του Ντόντσον άρχισε να διακινείται όλη η αλληλογραφία, ενώ στο ίδιο πρόσωπο κατέληγαν οι εκθέσεις των μυστικών υπηρεσιών της χώρας. Ο Ντόντσον (ο οποίος διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο και το 1964 στην προσπάθεια επιβολής του σχεδίου Ατσεσον), όπως προκύπτει από την αλληλογραφία και τις εμπιστευτικές εκθέσεις, ήταν ο σύνδεσμος του διπλωματικού σώματος με τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του, καθώς και με αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών.

 

Ο κρίσιμος Σεπτέμβριος

 

Το Σεπτέμβριο του 1963 ο Αρθουρ Κλαρκ πήγε στο Λονδίνο για διαβουλεύσεις. Το υπουργείο Κοινοπολιτειακών Σχέσεων του ανέθεσε να ετοιμάσει μνημόνιο για την κατάσταση που επικρατούσε στην Κύπρο και να κάνει εισηγήσεις για την αντιμετώπισή της. Στην έκθεση αυτή, η οποία υποβλήθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου, ο Κλαρκ, αναφερόμενος στο ιστορικό της κρίσης, έγραφε και τα εξής:

 

"Οι Ελληνοκύπριοι άρχισαν να χειρίζονται τη διοίκηση με μια φαινομενικά αγνή προσπάθεια να κάνουν ένα γεμάτο από εμπόδια Σύνταγμα να λειτουργήσει. Ηταν επίσης αποφασισμένοι, αφού η Ενωση αποκλειόταν ως λύση, να αποκτήσουν πραγματική ανεξαρτησία. Αν η Κύπρος, δηλαδή, δεν μπορούσε να είναι τμήμα της Ελλάδας, σίγουρα δεν θα γινόταν παράρτημα της Τουρκίας".

 

Για τη συμπεριφορά των Τούρκων, ο Κλαρκ έγραψε ότι αυτοί "άρχισαν να δίνουν τη δική τους ερμηνεία στο Σύνταγμα, συμπεραίνοντας ότι η προστασία όχι μόνο τούς έδινε άμεσο λόγο σε όλα, αλλά και τους παρείχε ένα ευρύ και αποτελεσματικό βέτο. Ετσι οι Τούρκοι προσπάθησαν να αποδείξουν ότι η ουρά μπορούσε να κουνήσει το σκύλο".

Αναφερόμενος στις προσπάθειες που είχαν καταβληθεί για να λειτουργήσει το Σύνταγμα, ο Κλαρκ έγραψε ότι οι Τούρκοι έβαζαν συνεχώς εμπόδια, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένταση: "Καθώς οι τουρκικές κινήσεις τακτικής γίνονταν πλέον καθαρές και καθώς οι συμβιβαστικές λύσεις συνεχώς απορρίπτονταν (συνήθως μετά από οδυνηρά φανερές διαβουλεύσεις με την Αγκυρα), η ελληνική εχθρότητα μεγάλωσε και σε ορισμένες περιπτώσεις ανταπέδιδαν με αυθαίρετες ενέργειες, για τις οποίες η συνταγματική κατοχύρωση ήταν αμφίβολη ή ελλιπής".

 

Ο Κλαρκ ανέφερε στο μνημόνιό του ότι η κατάσταση στην Κύπρο ήταν έκρυθμη, ότι και οι δυο πλευρές ήταν εξοπλισμένες και ότι από στιγμή σε στιγμή θα μπορούσε να ξεσπάσει βία: "Η ένταση ανεβαίνει και σε πολιτικό επίπεδο κορυφής, όπου η απογοήτευση και η προσωπική έχθρα εδραιώθηκαν. Η ελληνική πλευρά ισχυρίζεται ότι έκανε επανειλημμένες εισηγήσεις, που συχνά ήταν γενναιόδωρες σαν λύσεις, μόνο που στο τέλος τύχαιναν του μουλαρίσιου τουρκικού ``όχι''. Οι Τούρκοι επιχειρηματολογούν ότι δεν έχουν την πολυτέλεια να παραδώσουν ένα άρθρο ή ακόμα ένα κόμμα του Συντάγματος, διότι δεν μπορούν να εμπιστεύονται τους Ελληνες. Είναι ένας φαύλος κύκλος, διότι μόνο με την έντιμη λήψη αποφάσεων μπορεί να οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη. Οπως έχουν τα πράγματα, κινδυνεύει η σωστή άσκηση της διοίκησης, και το εκπληκτικό είναι ότι η κυβέρνηση λειτουργεί, τηρείται ο νόμος και η τάξη και ο περισσότερος κόσμος παραμένει τόσο ήρεμος".

 

"Κίνδυνος"

 

Ο Κλαρκ στο μνημόνιό του αναφέρθηκε σε δημόσιες δηλώσεις του Μακαρίου, ο οποίος μίλησε για μονομερή ενέργεια τροποποίησης του Συντάγματος και έκανε νύξη για καταγγελία των Συνθηκών Εγγυήσεως και Συμμαχίας ως ασυμβίβαστων προς την ανεξαρτησία της Κύπρου.

 

"Ο πραγματικός κίνδυνος για μας και την τουρκική κυβέρνηση είναι ότι, αν συνεχιστούν αυτές οι ματαιότητες (που αναφύονται από την υπερβολικά μεγάλη συνταγματική προστασία και την τουρκική κατάχρησή της), οι Ελληνοκύπριοι θα αποδεσμευτούν. Είναι πολύ συναισθηματικοί άνθρωποι, πολύ εθνικιστές και σε τελευταία ανάλυση διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν το χέρι τους, σε μια δοκιμασία δυναμικής αναμέτρησης με τους Τούρκους. Αν τα πράγματα έφθαναν σε τέτοιο σημείο, δεν θα δίσταζαν ν' αφήσουν το αίμα και πάλι να χυθεί (θα ``δημιουργούνταν περισσότεροι ήρωες του αγώνα''), να κάνουν έκκληση στον ΟΗΕ και να επιστρατεύσουν σε υποστήριξη, πιθανώς με επιτυχία, όλον το φρενοβλαβή περίγυρο εκείνου του οργανισμού. Οι Ελληνες δεν το θέλουν αυτό, αλλά είναι ικανοί να το πράξουν και να δοξάζονται μέσα στη μιζέρια που θα προκύψει".

 

Ο Κλαρκ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διαιώνιση της κρίσης θα έθετε σε κίνδυνο το μέλλον των βάσεων στην Κύπρο, θα επιδείνωνε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η Βρετανία θα φορτωνόταν διεθνώς την ευθύνη, ενώ "μόνο η κομμουνιστική υπόθεση θα ωφελείτο, πιθανόν με την κατατρόπωσή μας σε κάποιες μελλοντικές εκλογές στην Κύπρο".

 

Τέλος, στο μνημόνιό του ο Αρθουρ Κλαρκ εισηγήθηκε:

 

"1. Να δεχτούμε ότι, αν και κοπιαστική, η συνταγματική αναθεώρηση σε σύντομο χρόνο είναι απαραίτητη.

2. Να αναχαιτίσουμε τους Ελληνοκυπρίους από τη μονομερή ενέργεια και την καταγγελία των συνθηκών.

3. Αντ' αυτού, να τους ενθαρρύνουμε να υποβάλουν μια αιτιολογημένη αίτηση αναθεώρησης των πλέον προβληματικών άρθρων του Συντάγματος (μπορεί ν' ανακαλύψουμε ότι οι προτάσεις τους είναι αρκετά δίκαιες και γενναιόδωρες).

4. Να πείσουμε την τουρκική κυβέρνηση ότι είναι απαραίτητη τέτοια αναθεώρηση και

5. Να εργαστούμε για μια διάσκεψη αναθεώρησης μέσα στο 1964, αρκετά πριν από τις εκλογές στην Κύπρο του 1965".

 

Το έγγραφο του Κλαρκ συζητήθηκε σε σύσκεψη που έγινε την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 1963, στις 11 το πρωί, στο υπουργείο Κοινοπολιτειακών Σχέσεων στην Ντάουνινγκ Στριτ. Στη σύσκεψη εκείνη αποφασίστηκε να ετοιμαστεί ένα νέο έγγραφο, το οποίο θα στηριζόταν στο μνημόνιο του Κλαρκ και στις απόψεις που ακούστηκαν στη σύσκεψη. Την 1η Οκτωβρίου συναντήθηκαν ο Κλαρκ, ο Χάμιλτον για το υπουργείο Κοινοπολιτειακών Σχέσεων και ο Ντέρεκ Ντόντσον για το υπουργείο Εξωτερικών. Ο τελευταίος ετοίμασε το σχετικό σημείωμα, το οποίο κυκλοφόρησε στις 3 Οκτωβρίου 1963. Στο σημείωμα αυτό καταγράφεται η τακτική που θα ακολουθούσε η βρετανική διπλωματία στη Λευκωσία και την Αγκυρα για να πετύχει αναθεώρηση του Συντάγματος. Η προσπάθεια ανατέθηκε στον ύπατο αρμοστή στη Λευκωσία Αρθουρ Κλαρκ και στον πρέσβη στην Αγκυρα Ντένις Αλεν. Αμέσως μετά δόθηκε οδηγία στον πρέσβη στην Αγκυρα "να προειδοποιήσει την τουρκική κυβέρνηση ότι οποιαδήποτε προσπάθεια για να μεταπεισθεί ο Μακάριος από του να προβεί σε μονομερή ενέργεια είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, εκτός αν η τουρκική κυβέρνηση συμφωνήσει να μελετήσει οιεσδήποτε λογικές προτάσεις για μια αναθεώρηση των πιο δυσλειτουργικών σημείων του Συντάγματος και ότι θα υπάρξει συζήτηση επ' αυτών".

 

Ως προς τις οδηγίες που δόθηκαν στον Κλαρκ, αυτές ήταν οι εξής:

 

"Νοουμένου ότι οι Τούρκοι δεν απορρίψουν αυτή την προσέγγιση, ο ύπατος αρμοστής στη Λευκωσία θα πρέπει τότε:

(α) Να ανανεώσει την προειδοποίηση προς τον Μακάριο για τους κινδύνους της μονομερούς ενέργειας και να του μιλήσει για τα τουρκικά αντίποινα τα οποία αναμφίβολα θα προκαλούσε.

(β) Να τον παροτρύνει να προχωρήσει με συζητήσεις και διαπραγματεύσεις και ως πρώτο μέτρο να διαμορφώσει εγγράφως προτάσεις τέτοιου είδους που να παρέχουν την προοπτική της εποικοδομητικής συζήτησης με τους Τούρκους.

(γ) Να εξηγήσει στον αρχιεπίσκοπο ότι κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να πείσουμε τους Τούρκους να συμφωνήσουν σε τέτοιες συζητήσεις".

 

Τα τουρκικά σενάρια

 

Οταν οι Αγγλοι, το Σεπτέμβριο του 1963, σχεδίαζαν την αναθεώρηση της πολιτικής τους στο Κυπριακό, ζητήθηκε από την πρεσβεία τους στην Αγκυρα να βολιδοσκοπήσει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών για τις θέσεις του. Απαντώντας, ο επιτετραμμένος Μόργκαν Μαν έγραφε στις 16 Σεπτεμβρίου ότι μίλησε στο γενικό διευθυντή του Πρώτου Τμήματος, στο υπουργείο Εξωτερικών, Μονσιέρ Τουλούι. Σύμφωνα με τον Μαν, "ο Τουλούι εδώ και πολύ καιρό είναι ο κύριος αρχιτέκτονας της τουρκικής πολιτικής στο Κυπριακό και συνδέεται πολύ στενά με τον υπουργό Εξωτερικών και τον πρωθυπουργό". Ο Τουλούι συμμετείχε επίσης σε όλα τα στάδια των διαβουλεύσεων που κατέληξαν στις συμφωνίες της Ζυρίχης. Ως εκ τούτου, η αναφορά του Μαν, η οποία είναι εξαιρετικά αποκαλυπτική και ενδιαφέρουσα, προσλαμβάνει ιδιαίτερη σημασία:

 

"Το σημαντικότερο σημείο που προέκυψε από τη συνομιλία μας ήταν ότι η τουρκική κυβέρνηση όχι μόνο φαίνεται να δέχεται ως αναπόφευκτο, αλλά και στην πραγματικότητα να χαιρετίζει το γεγονός ότι ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος μπορεί να προσπαθήσει να τροποποιήσει μονομερώς το παρόν ``καθεστώς'' (όπως το αποκαλεί ο Τουλούι). Κατά την τουρκική άποψη, τέτοια κίνηση μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσει συνθήκες που να ευνοούν την εφαρμογή ενός τουρκικού σχεδίου για διχοτόμηση, στο οποίο σχεδιάζουν να προσφύγουν οι Τούρκοι ως τελευταία επιλογή. Καθ' όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας, ο Τουλούι έδειξε ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν έτρεφε μεγάλες ελπίδες ότι θα μπορούσαν οι εγγυήτριες δυνάμεις να ανατρέψουν τα σχέδια του Μακαρίου με διπλωματική δράση. Αυτός ήταν ο λόγος που έπρεπε να αναλάβει δράση η Τουρκία, αν δεν απέμενε άλλος τρόπος να διασωθεί η τουρκική θέση στο νησί".

 

Στη συνέχεια ο Μαν γράφει ότι ο Τουλούι τού είπε πως η Τουρκία δεν θα δεχόταν με κανέναν τρόπο αλλαγή του Συντάγματος στην Κύπρο, ενώ, σχολιάζοντας την πολιτική που ακολουθούσε ο Μακάριος, είπε:

 

"Η τουρκική κυβέρνηση είναι της γνώμης ότι ο Μακάριος ήταν πάντοτε πεπεισμένος ότι οι Τούρκοι μπλοφάρουν και αυτό είναι που τον έκανε να πιστεύει ότι μπορεί να επιτύχει με μονομερή ενέργεια. Αν ο αρχιεπίσκοπος αντιλαμβανόταν ότι οι Τούρκοι διακατέχονται από πολύ δυνατά αισθήματα για το θέμα - αν και από τη φύση τους οι Τούρκοι δεν επιδίδονται σε συναισθηματικές εκρήξεις και προτιμούν να αποκρύβουν τα πραγματικά τους αισθήματα - αυτά οπωσδήποτε θα εκραγούν σαν ηφαίστειο αν ο Μακάριος ενεργήσει ενάντια στα τουρκικά δικαιώματα στην Κύπρο".

 

Ο Τουλούι συνέχισε λέγοντας στον Μαν ότι "οι Τούρκοι έλαβαν όλα τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν μια έκτακτη ανάγκη, ήταν δηλαδή προετοιμασμένοι ν' αντιμετωπίσουν και τη χείριστη περίπτωση, αν ο Μακάριος επιχειρούσε να επιβάλει τη θέλησή του διά της βίας". Αναλύοντας την τακτική που θα ακολουθούσαν οι Τούρκοι, ο Τουλούι εξήγησε στον Μαν ότι "η Τουρκία δεν θα επενέβαινε φανερά με τις δυνάμεις της στην Κύπρο, εκτός βέβαια αν η Ελλάδα έστελνε στρατεύματα για να στηρίξει τον Μακάριο. Τουρκικά όπλα όμως και εθελοντές ``αναμφίβολα'' θα διέφευγαν από κοντινά τουρκικά λιμάνια, για να ενισχύσουν τους Τούρκους αδελφούς στην Κύπρο. Και ενώ η τουρκική κυβέρνηση θα αποκήρυσσε τέτοιες δραστηριότητες και πιθανόν να φυλάκιζε για τρεις τέσσερις μήνες μερικούς από αυτούς τους ``λαθρέμπορους'', καμιά άλλη ενέργεια δεν θα γινόταν από τις τουρκικές αρχές για να σταματήσουν τέτοιες ενισχύσεις".

 

Ο Μαν ενδιαφέρθηκε και για το μέλλον των βάσεων, για να πάρει διαβεβαιώσεις ότι "η περιοχή των κυρίαρχων βρετανικών βάσεων σίγουρα δεν θα επηρεαζόταν από τις τουρκικές επιχειρήσεις και αυτό βέβαια ελήφθη σοβαρά υπόψη στα σχέδιά τους".

 

Ο Μαν ρώτησε τον Τουλούι πώς θα αντιδρούσε η Τουρκία στην περίπτωση που ο Μακάριος προχωρούσε σε μονομερή μέτρα, εάν για παράδειγμα διέλυε τη Βουλή, ως πρώτο βήμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Ο Τουλούι απάντησε ότι "οι Τούρκοι θα σχημάτιζαν αμέσως τη δική τους Βουλή στην Κύπρο και θα προχωρούσαν με την εφαρμογή των σχεδίων τους για διαμελισμό του νησιού. Ο Τουλούι είπε ότι θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό μόνοι τους, χωρίς βοήθεια από κανέναν άλλο και είχαν λεπτομερή σχέδια προς επίτευξη του σκοπού αυτού".

 

Ο Μαν τον παρακίνησε να δώσει λεπτομέρειες και ο Τουλούι "προχώρησε μέχρι του σημείου να πει ότι η ειρωνεία της τύχης θέλει τον Μακάριο να σπρώχνει σταδιακά τους Τούρκους στο σημείο όπου θα πρέπει να αναλάβουν τα πράγματα στα χέρια τους και έτσι να κάνουν αυτό το ίδιο το πράγμα που ο Μακάριος ήθελε ν' αποφύγει, το διαμελισμό δηλαδή της Κύπρου".

 

Στη συνέχεια ο Μαν γράφει ότι υπ' αυτή την έννοια "ο Μακάριος έγινε στην πραγματικότητα παιχνίδι στα χέρια των Τούρκων. Για το λόγο αυτό οι Τούρκοι, έχοντας εκπονήσει όλα τους τα σχέδια και επαναπαυμένοι στην πορεία των γεγονότων που, όπως αισθάνονται, πρέπει αναπόφευκτα να προκύψουν από τις ενέργειες του αρχιεπισκόπου, παρακολουθούσαν ψύχραιμα τις εξελίξεις, γνωρίζοντας -και τρέφοντας αλήθεια την κρυφή ελπίδα- ότι θα παρουσιάζονταν για την Τουρκία άλλες καταστάσεις που θα της επέτρεπαν, στον κατάλληλο χρόνο, να επιβάλει μια διαφορετική λύση του κυπριακού προβλήματος".

 

Την έκθεση Μαν ακολούθησε νέο σημείωμα από τον πρέσβη της Βρετανίας στην Αγκυρα Ντένις Αλεν, ο οποίος έγραψε στον Ντέρεκ Ντόντσον ότι "όλες οι μετέπειτα ενδείξεις που είχαμε επιβεβαιώνουν την εντύπωση του Μαν ότι οι παρατηρήσεις του Τουλούι θα πρέπει να θεωρούνται αυθεντική έκφραση των προθέσεων της τουρκικής κυβέρνησης".

 

Από Βορρά προς Νότο

 

Ο ίδιος ο Μαν επανήλθε με νέο σημείωμα, λέγοντας ότι αναλόγου περιεχομένου συνομιλία είχε ο Τουλούι με το σύμβουλο της αμερικανικής πρεσβείας Κλοκ. Στη συνομιλία αυτή "ο Τουλούι είχε σχεδιάσει σε αδρές γραμμές ένα χάρτη της Κύπρου, που περιείχε μια γραμμή με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο, που χώριζε το νησί στα δύο, και είχε πει ότι αφού δεν υπήρχε καθαρή διαίρεση στο νησί μεταξύ των δύο κοινοτήτων, αναπόφευκτα θα υπήρχαν μικρές ελληνικές κοινότητες στο τουρκικό τμήμα και τουρκικές κοινότητες στο ελληνικό τμήμα. Η παρουσία τέτοιων μειονοτήτων στον κάθε τομέα θα διασφάλιζε την ύπαρξη ικανοποιητικού "αντίβαρου", που και οι δυο πλευρές θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για να προστατεύσουν τις αντίστοιχες μειονότητες. Με άλλα λόγια, όπως είπε και ο Κλοκ, η κάθε πλευρά θα διατηρεί αυτό που ισοδυναμεί σε ομήρους από την άλλη.

 

"Ο Τουλούι είπε επίσης στον Κλοκ ότι, σύμφωνα με το τουρκικό σχέδιο διχοτόμησης, ο τουρκικός τομέας θα πρέπει βέβαια να προσαρτηθεί στην Τουρκία, διότι ο τομέας, από μόνος του, σίγουρα δεν αποτελεί βιώσιμη οικονομική μονάδα. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο ελληνικός τομέας δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμος και κατά την άποψη του Τουλούι, θα προσαρτηθεί στην Ελλάδα. (Πάντοτε υποθέταμε ότι όταν οι Τούρκοι μιλούν για διχοτόμηση αυτό σημαίνει ότι ο τουρκικός τομέας θα προσηρτάτο στην Τουρκία. Είναι όμως χρήσιμο που το είχαμε αυτό επιβεβαιωμένο)".

 

Τις ίδιες απόψεις ανέλυσε στο Βρετανό στρατιωτικό ακόλουθο και ο ταξίαρχος Τουργκούτ Σουνάλπ του τουρκικού Γενικού Επιτελείου σε συνάντηση που είχε μαζί του στις 25 Σεπτεμβρίου 1963. Συγκεκριμένα, ο Σουνάλπ, σύμφωνα με έκθεση του Ντένις Αλεν, είπε στο στρατιωτικό ακόλουθο τα εξής:

 

"Αν ο Μακάριος προσπαθούσε να καταργήσει το Σύνταγμα κι αν ακόμα η Μεγάλη Βρετανία και η Ελλάδα αποτύγχαναν να προβούν σε ενέργειες για να τον σταματήσουν, αναμφίβολα θα το έκανε η Τουρκία. Η Τουρκία ήταν ευγνώμων προς τον Μακάριο, γιατί ένωσε την τουρκική γνώμη και για το ότι μπορεί να προκαλέσει ενέργειες των οποίων η ανάληψη θα είναι αρεστή στην Τουρκία". (Οι απόψεις του Σουνάλπ έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι ήταν ο άνθρωπος που διετέλεσε για τρία χρόνια διοικητής της ΤΟΥΡΔΥΚ στην Κύπρο, αναδιοργάνωσε στο νησί την ΤΜΤ και εκπροσωπούσε το στρατιωτικό κατεστημένο της Αγκυρας.)

 

Συνεπώς, η αγγλική διπλωματία γνώριζε ότι οι Τούρκοι ετοίμαζαν σχέδια για διχοτόμηση της Κύπρου. Οι Τούρκοι, που για τρία χρόνια δεν επέτρεψαν να απαλειφθεί ούτε ένα κόμμα από το κείμενο του Συντάγματος, πώς ήταν δυνατόν να δεχτούν να συζητήσουν ριζική αναθεώρησή του; Μια τέτοια ενέργεια μόνο κρίση θα δημιουργούσε. Κι αυτό ήταν που επεδίωκαν οι Αγγλοι.


Μακάριος Δρουσιώτης

Ελευθεροτυπία

22/07/1997