Νεσιέ Γιασίν
Τα γαλόνια της «προσοδίας» μού χάρισαν τελικά την ελευθερία
Η Τουρκοκύπρια ποιήτρια Νεσιέ Γιασίν ζει τον τελευταίο καιρό στη Λευκωσία ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους. Κατά καιρούς πηγαίνει και στα κατεχόμενα, διότι έχει επιλέξει να ζει σε ολόκληρη την Κύπρο. Αυτή τη διαδρομή από τον τουρκικό τομέα της Λευκωσίας στον ελληνικό, θα μπορούσε να την κάνει με τα πόδια σε μερικά λεπτά. Ωστόσο, για να είναι μέσα στα πλαίσια νομιμότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς ταυτόχρονα να έχει προβλήματα με το καθεστώς στο βορρά, ταξιδεύει από την κατεχόμενη Κύπρο στην Κωνσταντινούπολη, απ’ εκεί πηγαίνει στην Αθήνα και από την Αθήνα στη Λάρνακα. Η διαδρομή αυτή διαρκεί μια ολόκληρη μέρα και χρησιμοποιεί τρία διαφορετικά διαβατήρια!
Οι συγγενείς σου στα κατεχόμενα δεν έχουν προβλήματα από τις δικές σου επιλογές;
Οι δικοί μου είχαν πάντοτε προβλήματα λόγω των δικών μου επιλογών. Ο πατέρας μου, όμως, έφυγε από την Κύπρο και ζει στην Κωνσταντινούπολη. Στο βορρά ζει τώρα μόνο ένας αδελφός μου. Επειδή, όμως, η οικογένεια της συζύγου του ακολουθεί την επίσημη τουρκική γραμμή στο Κυπριακό, το πρόβλημά του ισοσκελίζεται.
Πώς αντιμετωπίζουν οι Τουρκοκύπριοι την απόφαση σας να ζήσετε με τους Έλληνες;
Είναι κάτι που σοκάρει τον κόσμο.
Θεωρούν δηλαδή έγκλημα καθοσιώσεως να ζεις με τους Ελληνοκύπριους;
Ναι, αλλά την ίδια μεταχείριση θα είχε κι απ’ εδώ ένας Ελληνοκύπριος που θα πήγαινε να ζήσει στο βορρά.
Εμπεδώθηκε δηλαδή η νοοτροπία της διαφορετικότητας μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων;
Κοιτάξετε, όπως είναι σήμερα η κατάσταση στην Κύπρο πρέπει να διαλέξεις μεταξύ βορρά και νότου. Εάν επιλέξεις να ζεις στο νότο ταυτίζεσαι με τους Ελληνοκύπριους, αν επιλέξεις το βορρά ταυτίζεσαι με τους Τουρκοκύπριους.
Είναι αυτό το συναίσθημα της διαίρεσης που λέτε στο ποίημα σας «η δική μου η πατρίδα έχει μοιραστεί στα δυο».
Ακριβώς. Το νησί μας δεν είναι μοιρασμένο μόνο γεωγραφικά. Λόγω των γεγονότων που έχουν προηγηθεί ο κόσμος είναι διχασμένος και ο αποδεχτός τόπος να ζεις είναι με την κοινότητα σου.
Εκτός από εσάς που επιλέξατε να ζείτε με τους Ελληνοκύπριους.
Η δική μου η περίπτωση είναι ξεχωριστή, διότι για μένα δεν είναι θέμα επιλογής. Είμαι εναντίον της ιδέας ότι είμαι υποχρεωμένη να διαλέξω. Πάντοτε σκεφτόμουν έτσι.
Πώς σας αντιμετωπίζει ο κόσμος στη Λευκωσία;
Αυτοί που δεν γνωρίζουν ποια είμαι με αντιμετωπίζουν σαν μια ξένη Ευρωπαία που ζει στην Κύπρο. Στο μπακάλικο της γειτονιάς μου για παράδειγμα δεν ξέρουν καν ότι είμαι Τουρκοκύπρια.
Κι όταν το μαθαίνουν;
Ο κόσμος συνήθως ενθουσιάζεται. Σε κάποιο βαθμό το θεωρούν ηρωική πράξη διότι επέλεξα να ζω με τον «εχθρό», απομονωμένη από τη δική μου κοινότητα.
Εσείς αποδέχεστε αυτή την ερμηνεία;
Όχι φυσικά. Ηρωίδα είναι μια Ισραηλίτισσα δημοσιογράφος που πήγε να ζήσει στη Γάζα. Αυτό μάλιστα είναι μια ηρωική πράξη, διότι δεν είναι εύκολο να συγκρίνεις τη ζωή στο Τελ Αβίβ με εκείνη της Γάζας. Στη δική μου περίπτωση ισχύει το αντίθετο, διότι εγώ έφυγα από τη μιζέρια και την καταπίεση και ήρθα σε ένα μέρος που ευημερεί για να ζήσω σε καλύτερες συνθήκες.
Παρ’ όλα αυτά ορισμένοι, ειδικά από την Αριστερά, σας βλέπουν σαν σύμβολο.
Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για μένα. Υπάρχουν μάλιστα άνθρωποι που θέλουν να με αγγίξουν. Ένας νεαρός μου είπε μια φορά ότι όταν θα πάει σπίτι θα πει στη γιαγιά του ότι άγγιξε τη Νεσιέ Γιασίν!.
Πώς αντιδράτε στην υπερβολική έκφραση αγάπης;
Αισθάνομαι κάπως άβολα. Άρχισα να αντιδρώ και να ζητώ από τους φίλους να μου συμπεριφέρονται φυσιολογικά ως ένα ισότιμο μέλος της κοινωνίας. Στη ζωή μου ο κόσμος με αναστατώνει είτε διότι με αγαπά υπερβολικά είτε διότι με μισεί με πάθος.
Πώς αποφασίσατε να ζήσετε μόνιμα με τους Ελληνοκύπριους;
Την απόφαση την πήρα σταδιακά. Ήταν το αποτέλεσμα των εμπειριών μου από τις επισκέψεις μου στο νότο.
Πότε ήρθες για πρώτη φορά στον ελληνικό τομέα της Λευκωσίας;
Πριν πέντε χρόνια, από το αεροδρόμιο Πάφου από το Λονδίνο. Ακολούθησαν άλλες δύο πολυήμερες επισκέψεις μου για να κάνω κάποιες έρευνες για τη λογοτεχνία και να δώσω κάποιες διαλέξεις. Σταδιακά συνειδητοποίησα ότι θα μου άρεσε να ζήσω στο νότο.
Πώς αισθάνεται κανείς όταν διασταυρώνει τη γραμμή;
Είναι ένα παράξενο συναίσθημα διότι ανακαλύπτεις κάτι που για τους υπόλοιπους είναι απαγορευμένο. Εμένα προσωπικά η διχοτόμηση με θλίβει αφάνταστα.
Όταν επιστρέφεις στα κατεχόμενα οι Τουρκοκύπριοι σε βρίζουν;
Όχι ακριβώς. Σε μια από τις επισκέψεις μου εδώ εμφανίστηκα στην τηλεόραση και μίλησα για διάφορα πράγματα. Τη συνέντευξη μου αυτή την παρακολούθησε πολύς κόσμος στο βορρά και όταν πήγα πίσω ήταν ενθουσιασμένοι.
Ενθουσιασμένοι για ποιο πράγμα;
Τους έκανε εντύπωση που μίλησα χωρίς φόβο από την ελληνοκυπριακή τηλεόραση για τα βάσανα των Τουρκοκυπρίων. Η εικόνα που είχαν για μένα ότι συμπαθώ τους Έλληνες και αντιπαθώ τους Τούρκους κατέρρευσε.
Τι είπατε συγκεκριμένα στην τηλεόραση;
Μίλησα για τα δικά τους επιχειρήματα και εκδοχές σε σχέση με το τι είχε συμβεί στην Κύπρο το 1974. Το βρήκαν πολύ θαρραλέο να μιλήσω σε Ελληνοκύπριους δημοσιογράφους μ’ αυτό τον τρόπο.
Ποια είναι η δική σας αντίληψη για τα γεγονότα;
Η θέση των Ελληνοκυπρίων είναι ότι υπήρχε μια δημοκρατία, η οποία λειτουργούσε πολύ καλά και ήρθε ένας ξένος στρατός και δημιούργησε τα προβλήματα. Δεν συμφωνώ με αυτή την προσέγγιση. Δεν συμφωνώ ότι η δημοκρατία λειτουργούσε κανονικά και ότι η απαρχή των προβλημάτων της Κύπρου ήταν το 1974.
Δικαιολογείτε την εισβολή;
Όχι δεν δικαιολογώ τίποτα, αλλά από το 1960 μέχρι το 1974 είχαν συμβεί τόσα πολλά γεγονότα στο νησί μας, για τα οποία δεν ευθύνεται μόνο ο ένας. Το 1974 ήταν το αποκορύφωμα του κακού, το οποίο οδήγησε στο διαμελισμό του νησιού.
Και ποιος είναι ο ένοχος αυτού του εγκλήματος;
Ο εθνικισμός και των δύο κοινοτήτων.
Δεν μπορεί να εξισώνεται η τουρκική εισβολή και η διαίρεση του νησιού με τις όποιες εθνικιστικές εξάρσεις των Ελληνοκυπρίων.
Οι Τουρκοκύπριοι δεν θεωρούν τα γεγονότα του 1974 ως εισβολή διότι δεν θεωρούν τον τουρκικό στρατό ως ξένο. Μιλούν την ίδια γλώσσα και εκτός από μερικές εξαιρέσεις δεν σκότωσαν Τουρκοκύπριους. Συνεπώς γι’ αυτούς δεν πρόκειται για εισβολή.
Για σας ήταν;
Όταν απομονώσει κανείς το γεγονός της 20ης Ιουλίου, όπου μια χώρα επενέβη στρατιωτικά σε μια άλλη, κατέλαβε μέρος του εδάφους της και έδιωξε τους κατοίκους της, η κατά κυριολεξία ερμηνεία που δίνεται στο γεγονός αυτό είναι εισβολή.
Γιατί λοιπόν δεν χρησιμοποιείτε τον όρο αυτό;
Αποφεύγω να χρησιμοποιώ τη λέξη εισβολή διότι σε μια χώρα όπου υπάρχει σύγκρουση οι λέξεις χάνουν το νόημα τους. Όταν οι Τουρκοκύπριοι ακούνε τη λέξη εισβολή, το συνδέουν αμέσως με την επίσημη ελληνοκυπριακή άποψη για τα γεγονότα.
Ναι αλλά το ερώτημα είναι εάν έγινε εισβολή ή όχι.
Εγώ θα αντιστρέψω το ερώτημα. Εάν ερχόταν ο ελληνικός στρατός και καταλάμβανε την Κύπρο και διχοτομούσε το νησί, οι Ελληνοκύπριοι θα το αποκαλούσαν αυτή εισβολή; Όταν το 1964 ήρθαν στην Κύπρο 10.000 Έλληνες στρατιώτες, οι Τουρκοκύπριοι ονόμαζαν το γεγονός αυτό εισβολή και οι Ελληνοκύπριοι όχι.
Πρόσεξα ότι εκτός από την εισβολή αποφεύγετε να χρησιμοποιήσετε όρους όπως κατεχόμενη Κύπρος, κλπ.
Εφαρμόζω ένα δικό μου λεκτικό διότι δεν θέλω να εμπλακώ σε αυτή την αντιπαράθεση λέξεων και εννοιών, οι οποίες είναι μέρος και επιτείνουν το κυπριακό πρόβλημα. Διότι εάν μπεις σε αυτή τη λογική θα πρέπει να διαλέξεις μεταξύ βορρά και νότου. Εγώ θέλω να έχω την επιλογή να ζήσω σε όλη την Κύπρο.
Θα έλεγε κανείς ότι αυτή είναι μια προσέγγιση που σας βολεύει.
Με βολεύει υπό την έννοια ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην ορολογία αλλά στην ουσία. Δεν χρησιμοποιώ ούτε τις αντίστοιχες ορολογίες που έχουν εισάξει οι Τουρκοκύπριοι. Δεν αναφέρομαι σε Βόρεια Κύπρο, αλλά σε βορρά. Ουδέποτε χρησιμοποίησα τη φράση Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου, ούτε τον όρο τουρκοκυπριακό κράτος.
Ποια είναι η άποψη σας για το θέμα των εποίκων;
Ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίζονται τους εποίκους τόσον οι Ελληνοκύπριοι όσο και οι Τουρκοκύπριοι, με πληγώνει. Και για τις δύο κοινότητες οι έποικοι είναι ανεπιθύμητοι. Όμως είναι φτωχοί άνθρωπο από την Ανατολία. Δεν συμφωνώ με την εδώ παραμονή τους αλλά ούτε και με τη ρατσιστική προσέγγιση που γίνεται στο θέμα αυτό.
Και οι ιδιοκτήτες των σπιτιών που κατέχουν δεν είναι φτωχοί; Δεν είναι η εκδίωξη τους με τη βία ρατσισμός;
Πρόκειται ασφαλώς για μια από τις πιο τραγικές πτυχές του Κυπριακού διότι το σπίτι που γεννήθηκε κανείς είναι μέρος της ζωής, κάτι το πολύ σημαντικό. Η εκδίωξη των Ελληνοκυπρίων ήταν η συνέπεια ενός πολέμου. Και τον πόλεμο δεν τον επέβαλαν οι απλοί άνθρωποι αλλά οι πολιτικοί εκείνης της εποχής.
Ναι, αλλά δεν μπορούν οι έποικοι να απολαμβάνουν τις συνέπειες ενός διωγμού και να λένε ότι δεν έχουν ευθύνη.
Να ξεκαθαρίσω ότι ήμουν από αυτούς που πάλεψαν ενάντια στον εποικισμό. Δεν έχουν, όμως, όλοι οι άνθρωποι τις δυνατότητες να αντισταθούν σε μια κατάσταση που δημιουργείται.
Αυτό όμως δεν τους απαλλάσσει από τις ευθύνες.
Κοιτάξετε στο βορρά με έχουν παραπέμψει στο στρατοδικείο διότι υποστήριζα τους αντιρρησίες συνειδήσεως που δεν ήθελαν να καταταγούν στο στρατό. Εάν ήμουν άντρας θα αρνούμουν να καταταγώ γιατί μισώ τον πόλεμο. Από την άλλη, όμως, δεν θεωρώ τα παιδιά που πηγαίνουν στο στρατό ότι ευθύνονται για τις συνέπειες του πολέμου. Είναι κι αυτοί θύματα του συστήματος.
Εσείς θα διαμένατε σε σπίτι που ανήκει σε Ελληνοκύπριο;
Όταν ήμουν 15 χρονών μας έδωσαν ελληνικό σπίτι. Ειλικρινά δεν ένιωθα καλά, αλλά τότε δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, αφού ζούσα με την οικογένεια μου.
Έχετε σπίτι στις ελεύθερες περιοχές;
Ναι έχω σπίτι στην Περιστερώνα. Θα ήθελα να το διεκδικήσω. Ωστόσο δεν θα μπορούσα να βγάλω από αυτό το σπίτι μια ηλικιωμένη γυναίκα που ζει εκεί για 20 χρόνια.
Θα μπορούσε ένας Ελληνοκύπριος να ζήσει όπως εσάς στον τουρκικό τομέα της Λευκωσίας;
Όχι, με κανέναν τρόπο.
Πάντως οι Τουρκοκύπριοι στις ελεύθερες περιοχές έχουν καλύτερη ζωή.
Όχι όλοι. Αυτοί που ζουν στη Λευκωσία και είναι μορφωμένοι, ναι. Αλλά όσοι εργάζονται στις άλλες πόλεις και είναι εργάτες, νομίζω ότι έχουν τις δυσκολίες τους και επιπλέον τους παρακολουθεί η αστυνομία.
Εσείς έχετε το αίσθημα ότι μπορεί να σας παρακολουθεί η αστυνομία;
Όχι. Είμαι βέβαιη ότι εδώ δεν με παρακολουθεί κανείς. Είμαι τόσο εξοικειωμένη στις παρακολουθήσεις, που εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα το είχα αντιληφθεί.
Το τηλέφωνο σας παρακολουθείται;
Όταν τηλεφωνούσα από το βορρά, οι εκεί αρχές άκουγαν τις συνδιαλέξεις. Πάντα παρακολουθούσαν το τηλέφωνο μου, ωστόσο δεν με ενοχλούσε, αφού αυτά που λέω στο τηλέφωνο τα λέω και δημόσια.
Ειλικρινά δεν σας ενοχλεί που οι συμπατριώτες σας Τουρκοκύπριοι σας αποκαλούν προδότρια;
Στην ιστορία πολλοί χαρακτηρίστηκαν προδότες, ανάμεσα τους και ο Αττατούρκ και ο Ναζίμ Χικμέτ. Όταν ο Χικμέτ ήταν στη φυλακή ένιωθε πιο ελεύθερος από αυτούς που ήταν έξω. Έτσι, τα γαλόνια της «προδοσίας» με τα οποία με έχουν φορτώσει, συνέτειναν στο να νιώθω πλέον ελεύθερη, υπό την έννοια ότι δεν φοβούμαι πως μπορεί να μου συμβούν περισσότερα.
Μακάριος Δρουσιώτης
Φιλελεύθερος
10/05/1998