• Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

Ιστορία | 1968 - 1974

Επέτειος τουρκικής εισβολής

«Η CIA μάς παραπληροφορούσε για την Κύπρο»

«ΔΡΙΜΥ κατηγορώ» του επικεφαλής του γραφείου Κύπρου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τομ Μπόγιατ

Τριάντα δύο χρόνια από την τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου 1974 και το κουβάρι των αιτιών της τραγωδίας συνεχίζει να ξετυλίγεται. Η εντύπωση της κοινής γνώμης σε Ελλάδα και Κύπρο, ότι ο επικεφαλής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής Χένρι Κίσινγκερ -ο οποίος ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Νίξον ήταν και πολιτικός προϊστάμενος της CIA- διευκόλυνε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, αποτελεί σήμερα μια ιστορική πραγματικότητα. Στην πληθώρα των στοιχείων που ήδη υπάρχουν για τον ρόλο του αμερικανικού παράγοντα στην τουρκική εισβολή, προστίθεται και η σημερινή αποκάλυψη...

 

Το 1974 οι τεχνοκράτες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ θεωρούσαν τον Μακάριο παράγοντα σταθερότητας και έβλεπαν με ανησυχία την επιδείνωση των σχέσεών του με τον Ιωαννίδη. Εκφραστής της πολιτικής αυτής ήταν ο επικεφαλής του Γραφείου Κύπρου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τομ Μπόγιατ, ο οποίος με σειρά εκθέσεών του προειδοποιούσε, από τα τέλη του 1973, για τις αρνητικές επιπτώσεις ενδεχόμενης ανατροπής του Μακαρίου από τον Ιωαννίδη.

 

Τον Μάιο του 1974 ο Μπόγιατ εισηγήθηκε στον πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Χένρι Τάσκα να μεταφέρει το μήνυμα στον Ιωαννίδη ότι η αμερικανική κυβέρνηση ήταν ενάντια στην ανατροπή του Μακαρίου. Ο Τάσκα αρνήθηκε με επιμονή. Ο Μπόγιατ προσπάθησε ξανά τον Ιούλιο του 1974, αλλά και πάλι ο Τάσκα αρνήθηκε, ενώ η CIA παραπληροφορούσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι ο Ιωαννίδης άλλαξε σχέδια και δεν θα ανέτρεπε με πραξικόπημα τον Μακάριο.

 

Σύμφωνα με έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος, ο Μπόγιατ εισηγήθηκε την άμεση αποκατάσταση του Μακαρίου και την εκδίωξη των Ελλήνων αξιωματικών, που συμμετείχαν στο πραξικόπημα, από την Κύπρο ως τον πιο ρεαλιστικό τρόπο αποτροπής του κινδύνου τουρκικής εισβολής. Ολες του οι εισηγήσεις προσέκρουσαν στην άρνηση του Χένρι Κίσινγκερ να τις υιοθετήσει.

 

Υστερα από την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της εισβολής, ο Κίσινγκερ ζήτησε από τους συνεργάτες του να υποβάλουν εκθέσεις με σχόλια για τον τρόπο διαχείρισης της κυπριακής κρίσης. Ο Μπόγιατ υπέβαλε στον Κίσινγκερ, στις 9 Αυγούστου 1974, μια έκθεση με τον τίτλο «ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ», με «συγκλονιστικά στοιχεία» - όπως ο ίδιος τα χαρακτηρίζει - όπου κατήγγελλε:

  • Τη CIA ότι παραπλανούσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ
  • Τον Τάσκα ότι δεν συνεργάστηκε για την αποτροπή του πραξικοπήματος
  • Την Τουρκία για παραβίαση της εκεχειρίας και για εθνικό ξεκαθάρισμα.
  • Τη χώρα του για ανοχή.

Ο Μπόγιατ είχε προβλέψει στις 9 Αυγούστου την κατάρρευση της δεύτερης φάσης των συνομιλιών της Γενεύης που μόλις είχαν αρχίσει (κατέρρευσαν στις 14 Αυγούστου) και τον δεύτερο γύρο του Αττίλα, καθώς και το εθνικό ξεκαθάρισμα που ακολούθησε. Ο Αμερικανός διπλωμάτης έπεσε έξω μόνο στις εκτιμήσεις του πως ένας δεύτερος Αττίλας θα προκαλούσε ελληνοτουρκικό πόλεμο και θα αποσταθεροποιούσε την κυβέρνηση Καραμανλή καθώς και στον, τελικά ανύπαρκτο, «σοβιετικό κίνδυνο».

 

Ολόκληρη η έκθεση Μπόγιατ, που γράφτηκε ενώ η κυπριακή τραγωδία βρισκόταν σε εξέλιξη, ακολουθεί:

 

CIA και παραπληροφόρηση

 

«Σε ανταπόκριση της παράκλησής σας για απόψεις (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που είναι σε διαφωνία) σχετικά με τη διαχείριση της κρίσης στην Κύπρο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, υποβάλλω τα ακόλουθα "συγκλονιστικά" σχόλια.

 

1. Στην καλύτερη περίπτωση οι πληροφορίες που έφταναν από την Αθήνα ήσαν συγκρουόμενες: η CIA, σε ανεπίσημες ενημερώσεις, διέρρεε στον Τύπο ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προειδοποιήσει για τη διενέργεια πραξικοπήματος στην Κύπρο. Αυτό αποτελεί παραποίηση της αλήθειας. Παρ' όλο που οι αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ειδικοί σε θέματα που αφορούν την περιοχή, ανέμεναν προβλήματα στην Κύπρο και προσπάθησαν να κάνουν κάτι γι' αυτό από τις αρχές Μαΐου (υπηρεσιακό σημείωμα αρ. 103030), η CIA σε έκθεσή της, ημερομηνίας 4 Ιουλίου, ανέφερε ότι ο Ιωαννίδης είχε αποφασίσει να μην επέμβει στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα η συνοπτική έκθεση της CIA για τις 15 Ιουλίου - ημερομηνία του πραξικοπήματος - περιείχε την τοποθέτηση ότι ο Ιωαννίδης είχε αποφασίσει να μην επέμβει στην Κύπρο.

 

Αργότερα, στις 18 Ιουλίου, η CIA ανέφερε ότι: "Οι Ελληνες στρατιωτικοί τάσσονται σταθερά υπέρ του ισχυρού άντρα Ιωαννίδη", "αυτό που ο Ιωαννίδης έχει πετύχει στην Κύπρο για την Ελλάδα, έχει ίση αξία και για τους Τούρκους" και "τυχόν τουρκική εισβολή στο νησί θα ενώσει όλους τους Ελληνες πίσω από τον Ιωαννίδη".

 

Είναι δύσκολο να φανταστεί κάποιος κρίσεις που να απέχουν τόσο πολύ από την πραγματικότητα, όπως οι πιο πάνω. Οπως αποδείχθηκε σύντομα από τα ίδια τα γεγονότα, η πραγματικότητα ήταν ακριβώς αντίθετη. Οι Ελληνες στρατιωτικοί δεν ήσαν πίσω από τον Ιωαννίδη, το πραξικόπημα του Ιωαννίδη στην Κύπρο κατέστησε την τουρκική εισβολή αναπόφευκτη, η προσπάθεια της Τουρκίας για να εκδιώξει τους Ελληνες στρατιωτικούς διέλυσε αντί να κάνει πιο συμπαγή την υποστήριξη στον Ιωαννίδη από τους στρατιωτικούς και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο δεν ένωσε όλους τους Ελληνες πίσω από τον Ιωαννίδη αλλά, αντίθετα, έπεισε τον στρατό να αναδείξει μια πολιτική κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του λαού.

 

2. Το στάτους κβο στην Κύπρο, πριν από την κρίση, ήταν απείρως καλύτερο για τα συμφέροντα των ΗΠΑ:

 

Πριν από το ελληνικής έμπνευσης πραξικόπημα στην Κύπρο, για αρκετά χρόνια δεν υπήρξε ενδοκοινοτική βία, η πολιτική κατάσταση εντός της ελληνοκυπριακής κοινότητας και μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων ήταν σχετικά σταθερή, δεν υπήρχε άμεση αντιπαράθεση μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας και οι ΗΠΑ δεν είχαν καμιά ανάμιξη.

 

Σήμερα, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι άμεσα αναμεμιγμένες στην Κύπρο, η εσωτερική κατάσταση είναι εύθραυστη και εκρηκτική. Οι σκοτωμοί και οι καταστροφές είναι αρκετές για να συντηρούν το μίσος μεταξύ των δύο πλευρών για πολλά χρόνια και οι ΗΠΑ έχουν αναμιχθεί στην κρίση. Ως αποτέλεσμα του ενδιαφέροντος της κυβέρνησης των ΗΠΑ να αποτρέψει το ζήτημα της Κύπρου από του να γίνει αιτία για αναμέτρηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, θα έπρεπε να είχαμε καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες για τη διατήρηση του στάτους κβο που υπήρχε πριν από την κρίση.

 

Η άρνηση του Τάσκα

 

3. Η παρούσα κρίση θα μπορούσε να είχε εμποδιστεί:

 

Στις 17 Μαΐου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε εισηγηθεί όπως ο πρέσβης στην Αθήνα Χένρι Τάσκα πληροφορήσει τον Ιωαννίδη πως η άποψη των Ηνωμένων Πολιτειών είναι ότι "αν η Εθνική Φρουρά και η ΕΟΚΑ Β' κατορθώσουν να διώξουν τον Μακάριο και να εγκαταστήσουν μίαν ηγεσία που θα διάκειται περισσότερο φιλικά προς την Αθήνα, μία απ' ευθείας σύγκρουση μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας θα ήταν αναπόφευκτη". (Αυτή η πρόβλεψη, που αναφέρεται στο υπ' αρ. 103030 έγγραφο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αποδείχτηκε απόλυτα ακριβής). Ο Τάσκα τάχθηκε εναντίον τέτοιου είδους διαβήματος και συνέχισε να αντιτίθεται. Είναι επίσης σημαντικό να γίνει αντιληπτό ότι ο Ιωαννίδης, περί το τέλος Ιουνίου, αρχές Ιουλίου, σχεδίαζε ένα πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου. Οταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πληροφορήθηκε ότι ο Ιωαννίδης "μας έστειλε το σχετικό μήνυμα", τηλεγραφήσαμε στην πρεσβεία μας στην Αθήνα λέγοντας: "Είναι εμφανές ότι ο Ιωαννίδης μελετά σοβαρά τρόπους για την ανατροπή του Μακαρίου από την εξουσία, μια κίνηση που πιθανώς να έχει καταστροφικές συνέπειες για τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ανατολική Μεσόγειο όπως επίσης και για τους λαούς της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Η γνώμη μας είναι ότι η προσπάθεια να απομακρυνθεί βίαια ο Μακάριος περιέχει απαράδεκτους κινδύνους δημιουργίας χάους, που στο τέλος θα προκαλέσουν ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση, που θα εμπλέξει τους Σοβιετικούς στο θέμα της Κύπρου" (σημείωμα Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρ. 141500). Ο Τάσκα συνέχισε να επιχειρηματολογεί ενάντιον σε τέτοιου είδους διαβήματα. Τελικά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πληροφορήθηκε τηλεφωνικώς ότι το μήνυμα των Ηνωμένων Πολιτειών είχε μεταβιβαστεί "στο κατάλληλο επίπεδο κάτω από τον Ιωαννίδη". Δεν πιστεύω ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών γνωρίζει αν το μήνυμά της όντως είχε μεταβιβαστεί στον Ιωαννίδη. Ούτως ή άλλως, ο Ιωαννίδης και οι φίλοι του άρχισαν να διαρρέουν ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών είχε πληροφορηθεί για το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και δεν είχε πει τίποτε.

 

Πιστεύω ότι οι έντονες παραστάσεις εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών προς τον Ιωαννίδη θα εμπόδιζαν την κρίση. Αυτή την άποψη συμμερίζονται και οι υπόλοιποι των ειδικών που ασχολούνται με ελληνικά θέματα και την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οπως είναι φυσικό, αυτός ο ισχυρισμός δεν μπορεί να αποδειχτεί. Είναι όμως βέβαιο ότι η παντελής απουσία (ή οι πολύ αδύναμες) παραστάσεις προς τον Ιωαννίδη είχαν αποτέλεσμα αυτός να προχωρήσει με το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου το οποίο πυροδότησε την κρίση και είχε αποτέλεσμα τα προβλεπτά αποτελέσματα.

 

Δεν αποτρέψαμε τον Αττίλα

 

4. Η τουρκική επέμβαση στην Κύπρο θα μπορούσε να είχε εμποδιστεί:

 

Μετά το πραξικόπημα από τον Ελληνικό Στρατό, το οποίο ανέβασε τον Σαμψών στην εξουσία, η τουρκική κυβέρνηση επέμεινε σε δύο σημεία: την αντικατάσταση του Σαμψών και την αποχώρηση εκείνων των στοιχείων του Ελληνικού Στρατού που ήταν υπεύθυνοι για το πραξικόπημα. Μόνο η επίτευξη των πιο πάνω στόχων θα ήταν πιθανώς σε θέση να εμποδίσει την τουρκική εισβολή. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν προβεί σε έντονες παραστάσεις προς την κυβέρνηση της Ελλάδας για την απομάκρυνση του Σαμψών και των Ελλαδιτών αρχηγών του πραξικοπήματος, οι Ελληνες στρατιωτικοί (οι οποίοι τελικά ανέτρεψαν τον Ιωαννίδη) πολύ πιθανόν να λάμβαναν τέτοιου είδους μέτρα, ώστε να εμποδιστεί η τουρκική επέμβαση. Και αυτός ο ισχυρισμός επίσης δεν μπορεί να αποδειχτεί. Εκ των υστέρων, πάντως, είναι σαφές ότι η αμέλεια οιουδήποτε από τα μέρη που ήταν αναμεμιγμένοι στην κρίση της Κύπρου να κινηθεί εναντίον του Σαμψών και του ελλαδικού πραξικοπήματος, κατέστησε αναπόφευκτη την επέμβαση της Τουρκίας.

 

5. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δεν είχε επαφή με τα άτομα που λάμβαναν τις αποφάσεις στην κυβέρνηση της Ελλάδας:

 

Ο Τάσκα φαίνεται ότι ήταν πολύ απρόθυμος να πει στον Ιωαννίδη αυτά που δεν ήθελε ν' ακούσει, όπως για παράδειγμα ότι οι ΗΠΑ ήταν ενάντια στο πραξικόπημα στην Κύπρο. Εν ολίγοις, ουσιαστικά δεν υπήρξε καμιά επικοινωνία μεταξύ της αμερικανικής κυβέρνησης με την ελληνική, μέχρι την άφιξη στην Αθήνα του βοηθού υπουργού Εξωτερικών Σίσκο και την επιμονή του να μιλήσει με τον Ιωαννίδη. Τότε, όμως, ήταν πολύ αργά για να προληφθεί η κρίση στην Κύπρο.

 

Ανοιχτή πληγή

 

6. Ο χειρισμός της κρίσης από τις ΗΠΑ είχε σημαντικές τακτικές επιτυχίες, αλλά πιθανώς να έχει αποτέλεσμα μια παρατεταμένη ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση για το θέμα της Κύπρου:

 

Από την έναρξη της κυπριακής κρίσης συμφωνήθηκε η κατάπαυση του πυρός, εμποδίστηκε ένας ελληνο-τουρκικός πόλεμος και σύντομα θα ξεκινήσει μια διαδικασία διαπραγματεύσεων (ο δεύτερος γύρος των συνομιλιών της Γενεύης) με πιθανότητες να εξευρεθεί λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Οι Βρετανοί έχουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, ενώ η αμερικανική διπλωματία διαδραματίζει έναν αποφασιστικό υποστηρικτικό ρόλο. Ο Ιωαννίδης έχει ανατραπεί και στην Ελλάδα επανήλθε η συνταγματική κυβέρνηση, οι Σοβιετικοί έχουν εξουδετερωθεί και τα Ηνωμένα Εθνη έχουν εμπλακεί στη διαδικασία της διατήρησης της ειρήνης. Εν τούτοις, η πολιτική μας δεν ήταν απόλυτα επιτυχημένη και υπάρχουν ακόμα στον ορίζοντα πραγματικά προβλήματα. Αυτά είναι:

  • Εχει ανατραπεί το ισοζύγιο δυνάμεων μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων στην Κύπρο. Τα τελευταία χρόνια η ισορροπία ήταν περίπου ίση, με την ελληνική πλειοψηφία στο νησί να εξισώνεται από την τουρκική δύναμη στην περιοχή. Σήμερα οι Τούρκοι έχουν πλήρη υπεροχή και στην Κύπρο και στην περιοχή.
  • Η πλήρης τουρκική υπεροχή προκαλεί αστάθεια λόγω της πιθανότητας η Ελλάδα ν' αντιδράσει, τελικά, αυξάνοντας τη δική της στρατιωτική παρουσία στο νησί, τόσο για να βελτιώσει τη θέση της έναντι της Τουρκίας όσο και για να προστατεύσει τους Ελληνοκυπρίους.
  • Από τη στιγμή που το ισοζύγιο δυνάμεων μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας στην Κύπρο παραμένει έντονα υπέρ της δεύτερης, αυτό μειώνει τις δυνατότητες για μια συμφωνία μέσω διαπραγματεύσεων. Η Τουρκία θα συνεχίζει τις έντονες πιέσεις της (παράδειγμα, οι συνεχιζόμενες παραβιάσεις της εκεχειρίας της 22 Ιουλίου και της Συμφωνίας της Γενεύης) και η Ελλάδα και οι Ελληνοκύπριοι δεν θα είναι σε θέση να αποδεχτούν μια "ταπείνωση" ή ένα "ξεπούλημα". Ηδη, η συμφωνία της Γενεύης έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ελληνικούς και ελληνοκυπριακούς κύκλους ταπείνωση και ότι πρόκειται για ξεπούλημα.
  • Η μοίρα της κυβέρνησης Καραμανλή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κατάσταση στην Κύπρο. Ο Καραμανλής, η πολιτική κυβέρνηση και η συνταγματική τάξη στην Ελλάδα είναι σε κάποιο βαθμό όμηροι των εξελίξεων στην Κύπρο. Ο Καραμανλής θα χρειαστεί τουλάχιστον να παρατείνει τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, ενώ θα δυναμώνει τη δική του θέση στην Ελλάδα. Οποιαδήποτε εξέλιξη στην κατάσταση στην Κύπρο, η οποία θα είχε αποτέλεσμα περαιτέρω στρατιωτικές ή διπλωματικές ήττες για την Ελλάδα, θα έθετε τον Καραμανλή και την κυβέρνησή του σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη θέση.
  • Αν πέσει η κυβέρνηση Καραμανλή, η διάδοχός του - της Αριστερά ή της Δεξιάς, πολιτική ή στρατιωτική - πιθανώς να κατηγορήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ήττα της Ελλάδας στην Κύπρο και θα αφοσιωθεί αποκλειστικά στο να εξιλεώσει την Ελλάδα από την ήττα της στην Κύπρο.
  • Σε περίπτωση που η κατάσταση στην Κύπρο επιδεινωθεί περαιτέρω, οι Σοβιετικοί θα έχουν καλές ευκαιρίες στην Ελλάδα και την Κύπρο. Η αποσκίρτηση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ (και η κατάργηση των αμερικανικών βάσεων) από την κυβέρνηση που θα διαδεχτεί τον Καραμανλή και μια αντι-τουρκική εξέγερση στην Κύπρο, δεν πρέπει να αποκλείεται ως ένα από τα πιθανά αποτελέσματα μιας αποτυχίας των συνομιλιών της Γενεύης.

7. Μετά την "εκεχειρία" της 22ας Ιουλίου, η Τουρκία συνέχισε να αποβιβάζει άντρες και πολεμικό υλικό στην Κύπρο και να κατακτά εδάφη διά της βίας. Από την ημερομηνία της Συμφωνίας της Γενεύης (30 Ιουλίου) και καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές (7 Αυγούστου), η Τουρκία συνεχίζει να ενισχύει τις δυνάμεις της και να προελαύνει. Ανεξαρτήτως της πιθανότητας ή όχι να υπάρξουν έντονες παραστάσεις εκ μέρους των ΗΠΑ που θα μπορέσουν να περιορίσουν τις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι Ελληνες και οι Ελληνοκύπριοι θα θεωρούν τις ΗΠΑ, τη χώρα που επέβαλε την εκεχειρία, υπεύθυνη για όσα κέρδισε η Τουρκία. Επιπλέον, τώρα που η Τουρκία έχει ενισχύσει τη στρατιωτική θέση της στην Κύπρο, θα είναι εξαιρετικά απρόθυμη να την εγκαταλείψει. Μόνο έπειτα από ισχυρές πιέσεις από τις ΗΠΑ (και από την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα) θα μπορούσε να πεισθεί η Τουρκία να το πράξει. Από την άλλη, καμιά ελληνική και καμιά ελληνοκυπριακή κυβέρνηση θα αποδεχόταν μια λύση μέσω διαπραγματεύσεων η οποία θα περιλάμβανε την παραμονή στρατευμάτων από την Τουρκία σε αριθμούς που θα πλησίαζαν την παρούσα τους δύναμη.

 

Οι περιπλοκές της διχοτόμησης

 

8. Η διχοτόμηση δεν είναι λύση. Απλώς δημιουργεί ένα διαφορετικό πλέγμα προβλημάτων:

 

Ακόμα και σήμερα, έπειτα από δύο εβδομάδων πολεμικές επιχειρήσεις, σκοτωμών και εκκαθαρίσεων, υπάρχουν ακόμα περίπου 40.000 Τουρκοκύπριοι εκτός του τριγώνου της Κυρήνειας και μερικές χιλιάδες Ελληνοκύπριοι εντός. Επιπλέον, το τουρκικό προγεφύρωμα Κυρήνειας-Λευκωσίας είναι πολύ μικρό για να στηρίξει ολόκληρο τον τουρκοκυπριακό πληθυσμό. Ως εκ τούτου, (για να πετύχει τη διχοτόμηση) η Τουρκία χρειάζεται να καταλάβει μια πολύ μεγαλύτερη έκταση εδαφών και επίσης να υπάρξει ευρείας έκτασης ανταλλαγή πληθυσμών. Αμφιβάλλω αν οποιαδήποτε από τις πιο πάνω αξιώσεις μπορεί να γίνει κατορθωτή χωρίς να υπάρξει ένας πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ακόμα, έστω και αν ήταν δυνατόν να επέλθουν τέτοιες ανακατατάξεις, και αν οι ενστάσεις των Σοβιετικών και άλλων θα μπορούσαν να αγνοηθούν, το πρόβλημα της Κύπρου θα παρέμεινε άλυτο. Απλώς θα υπάρχει ένα νέο ακαθόριστο σύνορο μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας που θα αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ των δύο χωρών, με την Ελλάδα να θεωρεί την Κυρήνεια σαν ένα είδος Αλσατίας της Μεσογείου. Η διχοτόμηση δεν θα είχε καλύτερα αποτελέσματα για την Κύπρο από ό,τι είχε στην Ιρλανδία ή την Παλαιστίνη. Η διχοτόμηση εγγυάται ότι η Κύπρος θα παραμείνει αντικείμενο διαπληκτισμού μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας με αποτέλεσμα τη μόνιμη αποσταθεροποίηση της νοτιο-ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

 

Εισηγήσεις

 

Μια μακροπρόθεσμη λύση του κυπριακού προβλήματος θα εξαρτηθεί από μια συμφωνία πάρε - δώσε μεταξύ μιας σημαντικά μειωμένης τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας και απόλυτης αυτονομίας για τους Τουρκοκύπριους.

 

Αν πρόκειται να στεφθούν με επιτυχία οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό που διεξάγονται στη Γενεύη, η Τουρκία, η οποία βρίσκεται στην ισχυρότερη θέση, θα πρέπει να κάνει και τις μεγαλύτερες υποχωρήσεις. Η Ελλάδα δηλώνει ότι δεν μπορεί να αποδεχτεί είτε ομοσπονδία είτε την παρουσία δύο τουρκικών μεραρχιών στην Κύπρο. Ο Κληρίδης θα αποδεχόταν ομοσπονδία με αυτόνομη τουρκοκυπριακή διοίκηση, αλλά μόνο με μια συμβολική στρατιωτική παρουσία από την Ελλάδα. Η Τουρκία θα επιμένει τόσο για την αυτονομία των Τουρκοκυπρίων όσο και για τη συνέχεια της στρατιωτικής παρουσίας της. Το πλαίσιο τού πάρε - δώσε είναι ξεκάθαρο: ομοσπονδία έναντι αποχώρησης στρατευμάτων».

 

Ο Τομ Μπόγιατ σε συνάντηση με τον πρόεδρο Μακάριο, όταν επισκέφτηκε την Κύπρο, το 1972. Τον συνοδεύει ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ στην Κύπρο, Ντέιβιντ Πόπερ.

 

Η πρώτη σελίδα του υπομνήματος διαμαρτυρίας του Τομ Μπόγιατ στον Χένρι Κίσινγκερ

 

Ο προεδρεύον της δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης παρουσιάζει στους δημοσιογράφους χάρτη με τις παραβιάσεις της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός από την Τουρκία. Ο Τομ Μπόγιατ προέβλεψε ότι η ανατροπή των ισοζυγίων στην Κύπρο θα καθιστούσε την Τουρκία ασύδοτη και έφερε ως παράδειγμα τις παραβιάσεις της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός.


Μακάριος Δρουσιώτης

Ελευθεροτυπία

21/07/2006