• Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

Ιστορία | 1960 - 1967

40 χρόνια από την κρίση της Κοφίνου

1967: Η εισβολή που δεν έγινε

Η Κοφίνου ήταν πριν από το 1974 ένα αμιγώς τουρκικό χωριό, με στρατηγική σημασία, που υπήρξε το επίκεντρο πολεμικών επιχειρήσεων τα κρίσιμα χρόνια του '60 στην Κύπρο. Πριν από το 1974 υπήρξαν άλλες δύο απόπειρες της Τουρκίας να εισβάλει στην Κύπρο. Η μία ήταν τον Αύγουστο του '64 και η άλλη το Νοέμβριο του '67. Η κρίση του '67 ξέσπασε με αφορμή τις "μάχες της Κοφίνου", στις 15 Νοεμβρίου, πριν από 40 ακριβώς χρόνια. Τα γεγονότα εκείνα κατέληξαν στην απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας που είχε εκστρατεύσει στην Κύπρο το 1964.

 

Μετά τα γεγονότα του 1963 και την κατάρρευση των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου η Κοφίνου ήταν υπό τον έλεγχο της ΤΜΤ. Το ίδιο και ο τουρκικός τομέας του μεικτού χωριού Άγιος Θεόδωρος, που βρίσκεται σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από την Κοφίνου. Κουμάντο στην περιοχή έκανε ο τοπικός διοικητής της ΤΜΤ. Ήταν ένας προβληματικός Τούρκος αξιωματικός, με το ψευδώνυμο Τσιετίν, ο οποίος δημιουργούσε προβλήματα όχι μόνο με τους Ελληνοκύπριους, αλλά και με την Ουνφικύπ που διατηρούσε μόνιμο απόσπασμα στην περιοχή.

 

Ένα από τα προβλήματα που προκάλεσε ο Τσιετίν ήταν η παρεμπόδιση, στις αρχές του 1967, της εισόδου περιπόλου της κυπριακής Αστυνομίας στον ελληνικό τομέα του Αγίου Θεοδώρου. Το περιστατικό αυτό αποτέλεσε την αφορμή για μια παρατεταμένη κρίση που κορυφώθηκε το φθινόπωρο του 1967 και κατέληξε σε γενικευμένη επίθεση της Εθνικής Φρουράς, εναντίον του χωριού Κοφίνου.

 

Γρίβας και μεραρχία

 

Τα Ηνωμένα Έθνη στις εκθέσεις τους έβρισκαν απόλυτο δίκαιο στους Ελληνοκύπριους για το ζήτημα των περιπολιών της Αστυνομίας στο ελληνικό τμήμα του Αγίου Θεοδώρου. Όμως, απέδιδαν εξολοκλήρου τα αίτια στον προβληματικό χαρακτήρα του Τσιετίν.

 

Η ερμηνεία της ελληνοκυπριακής πλευράς ήταν πως η κρίση ήταν μέρος οργανωμένου σχεδίου για στρατιωτικό έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Γι' αυτό, παρά τις προσπάθειες του ΟΗΕ για εκτόνωση, η Κυβέρνηση διέταξε στρατιωτική επιχείρηση με στόχο να εξασφαλίσει τον πλήρη έλεγχο σε όλη την περιοχή.

 

Ο Γρίβας με τους επιτελείς του στο καφενείο του χωριού Κοφίνου, μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης της Εθνικής Φρουράς. Σε μερικές μέρες πήρε το αεροπλάνο και επέστρεψε στην Ελλάδα με εισιτήριο μιας διαδρομής.

Στρατιωτικός διοικητής της Κύπρου ήταν από το 1964 ο Γεώργιος Γρίβας, ενώ στο νησί βρισκόταν μια ελληνική στρατιωτική μεραρχία αποτελούμενη από 10.000 αξιωματικούς και στρατιώτες. Η μεραρχία έφθασε "μυστικά" στην Κύπρο μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του 1964, με αποστολή την άμυνα της Κύπρου.

 

Ωστόσο, όπως αποκαλύπτεται σήμερα από έγγραφα των αμερικανικών κρατικών αρχείων, η κάθοδος του Γρίβα και της μεραρχίας στην Κύπρο είχε αποφασιστεί με την παρότρυνση των ΗΠΑ και την ανοχή της Τουρκίας. Κύρια αποστολή της μεραρχίας ήταν να αποτρέψει τον κίνδυνο κομμουνιστικοποίησης της Κύπρου. Ήταν η εποχή που προετοιμάζονταν οι συνομιλίες για λύση διπλής Ένωσης (σχέδιο Άτσεσον), με τον Μακάριο να αντιδρά και να επιδιώκει συμμαχία με τη Σ. Ένωση και την Αίγυπτο.

 

Στην ελληνική μεραρχία της Κύπρου θήτευσε όλη η ηγεσία του ΙΔΕΑ, μεταξύ των οποίων και οι πλείστοι από τους πρωταγωνιστές της 21ης Απριλίου. Το 1967 οι λόγοι καθόδου της μεραρχίας είχαν μάλλον εκλείψει. Και το επεισόδιο της Κοφίνου πρόσφερε την ευκαιρία για την ανάκλησή της.

 

Η επιχείρηση

 

Ο Γρίβας, ο οποίος ανέλαβε να σχεδιάσει και να εκτελέσει την επιχείρηση, κινητοποίησε μονάδες τεθωρακισμένων και μονάδων πυροβολικού, για να επιληφθεί ενός προβλήματος παρακώλυσης της κυκλοφορίας από μια ομάδα οπλοφόρων της ΤΜΤ. Επιτελάρχης του Γρίβα ήταν ο μετέπειτα αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων επί καθεστώτος Ιωαννίδη, Γρηγόριος Μπονάνος, ο οποίος διέταξε το 1974 το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου.

 

Όσο δίκαιο είχε η ελληνοκυπριακή πλευρά για τις δραστηριότητες της ΤΜΤ στην περιοχή το έχασε με τη μορφή και το μέγεθος της αντίδρασης. Αυτό που κατέγραψαν τα Ηνωμένα Έθνη μετά την επίθεση της Εθνικής Φρουράς κατά της Κοφίνου, ήταν μια ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση εναντίον ενός χωριού, κατά την οποία σκοτώθηκαν 24 Τουρκοκύπριοι και 1.000 έμειναν άστεγοι.

 

Η εκτίμηση της Κυβέρνησης ήταν πως στην περιοχή υπήρχαν 400 οπλισμένοι Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι θα καταλάμβαναν την περιοχή και θα απέκοπταν το σημαντικότερο οδικό κόμβο της Κύπρου. Ωστόσο, μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης η εκτίμηση αυτή αποδείχτηκε λανθασμένη. Σύμφωνα με έκθεση της Εθνικής Φρουράς βρέθηκαν μόλις 20 τουφέκια, ένα αυτοσχέδιο πολυβόλο, δύο πολυβόλα Μπράουνινγκ, ένα αυτόματο Στεν και 10 κυνηγετικά. Ο οπλισμός αυτός ήταν αρκετός για την παρακώλυση της κυκλοφορίας, αλλά δεν δικαιολογούσε μια ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση.

 

Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Ου Θαντ διαβίβασε στην Κυβέρνηση της Κύπρου την "επείγουσα ανάγκη να σταματήσουν οι επιχειρήσεις", την κάλεσε να διατάξει την Εθνική Φρουρά να αποχωρήσει από τις θέσεις που είχε καταλάβει κατά τη διάρκεια των μαχών και "να συνεργαστεί πλήρως με τη δύναμη των Ηνωμένων Εθνών για την αποκατάσταση της ειρήνης και της ηρεμίας". Λόγω της κατακραυγής που υπήρξε η Κυβέρνηση συμμορφώθηκε σχεδόν αμέσως και η Εθνική Φρουρά αποχώρησε από τις περιοχές που είχε καταλάβει.

 

Ανάκληση Γρίβα

 

Η Τουρκία κινητοποίησε στρατιωτικές δυνάμεις στα νότια παράλια απέναντι από την Κύπρο, καθώς και στα σύνορα με την Ελλάδα στην περιοχή του Έβρου. Η τουρκική Κυβέρνηση απαίτησε τον άμεσο τερματισμό των επιχειρήσεων και απείλησε με στρατιωτική επέμβαση. Την επομένη, επιδόθηκε διπλωματική νότα προς την ελληνική Κυβέρνηση και απαιτείτο η άμεση αποχώρηση της μεραρχίας, την ανάκληση του Γρίβα από την Κύπρο και τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς.

 

Οι ΗΠΑ ανέλαβαν πρωτοβουλία να αποτρέψουν σύγκρουση μεταξύ δύο κρατών μελών του ΝΑΤΟ. Ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Φίλιπς Τάλμποτ συνάντησε τον πρωθυπουργό του καθεστώτος, Κωνσταντίνο Κόλια, και του συνέστησε όπως η Ελλάδα επιδείξει καλή θέληση, καλώντας τον Γρίβα στην Αθήνα για διαβουλεύσεις. Στις 18 Νοεμβρίου, στις 10 το πρωί, ο Γρίβας αναχώρησε από το αεροδρόμιο Λευκωσίας με προορισμό την Αθήνα, με εισιτήριο μονής διαδρομής.

 

Ο πρόεδρος Τζόνσον όρισε ως ειδικό απεσταλμένο του τον υφυπουργό Άμυνας Σάιρους Βανς και έστειλε γράμμα στον Μακάριο συστήνοντάς του να συνεργαστεί μαζί του για την αποκλιμάκωση της κρίσης. "Όπως βλέπω την κατάσταση, είναι ζήτημα πολέμου ή ειρήνης", του έγραψε.

 

Το τελεσίγραφο της Τουρκίας

 

Στην Τουρκία είχε δημιουργηθεί πολεμικό κλίμα. Ο Τύπος αναφερόταν σε γενοκτονία των Τουρκοκυπρίων και καλούσε την Τουρκία να επέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο. Ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Τσακλαγιαγκίλ είπε στον Βανς ότι η κατάσταση στην Κύπρο δεν ήταν για την Τουρκία ζήτημα πολέμου ή ειρήνης, αλλά ζήτημα συνοχής ή όχι του τουρκικού κράτους. "Αν δεν υπάρξει απόφαση για επέμβαση κινδυνεύει να καταρρεύσει η τουρκική κοινωνία", του είπε.

 

Δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς περικύκλωσαν την Κοφίνου πριν από την επιχείρηση.

Στις 28 Νοεμβρίου, η Τουρκία απέστειλε μέσω του Σάιρους Βανς τελεσίγραφο στην Ελλάδα και επέμενε στην άμεση αποχώρηση της μεραρχίας και στη διάλυση της Εθνικής Φρουράς. Η Αθήνα θα έπρεπε "να την αποδεχτεί ή να αποδεχτεί τον πόλεμο", είπε ο Αμερικανός μεσολαβητής. Αυθημερόν ο ΥΠΕΞ Π. Πιπινέλης ανακοίνωσε την αποδοχή των τουρκικών όρων. Όμως, ο Μακάριος ενημέρωσε τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία Τ. Μπέλσερ ότι δεν συνηγορούσε στη διάλυση της Εθνικής Φρουράς, εκτός εάν αποχωρούσαν από την Κύπρο η ΕΛΔΥΚ και η ΤΟΥΡΔΥΚ. Εκνευρισμένος ο Μπέλσερ είπε στον Μακάριο πως αυτό που χρειαζόταν η Κύπρος ήταν ένα θαύμα και του ευχήθηκε να συμβεί. Ο Σάιρους Βανς έκανε δύο επισκέψεις στην Κύπρο, αλλά δεν κατάφερε να μεταπείσει τον Μακάριο.

 

Τότε, η Ελλάδα προχώρησε στην απόσυρση της μεραρχίας, η Τουρκία απέσυρε την απειλή για εισβολή και ο Μακάριος διατήρησε την Εθνική Φρουρά. Στην Εθνική Φρουρά παρέμειναν και 600 Ελλαδίτες αξιωματικοί για τη στελέχωσή της. Οι πλείστοι αξιωματικοί ήταν επιλεγμένοι από τη χούντα και υπονόμευαν συστηματικά τον Μακάριο, με αποκορύφωμα το πραξικόπημα του 1974. Υστέρα από την τραγωδία του '74, ο Μακάριος εκμυστηρεύθηκε στο στενό του κύκλο ότι το μεγαλύτερο λάθος που είχε κάνει ως Πρόεδρος της Κύπρου ήταν η εμμονή του στη διατήρηση της Εθνικής Φρουράς.


Μακάριος Δρουσιώτης

Πολίτης

18/11/2007