• Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Δύο απόπειρες και μία δολοφονία | Κριτικές

ΔΥΟ ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ - Το νέο βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη

Ντοκουμέντα για το δολοφόνο του Γιωρκάτζη

Έχουν περάσει σχεδόν σαράντα χρόνια από τη δολοφονία του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, σε μια ερημική περιοχή έξω από τη Μια Μηλιά, στις 15 Μαρτίου 1970. Όσοι είναι μέσα στα πράγματα έχουν εικόνα για το ποιος και γιατί τον δολοφόνησε. Στην κοινωνία, όμως, πλανώνται διάφορες θεωρίες τόσο για τους εκτελεστές όσο και για τα κίνητρά τους.

 

Ο Μακάριος Δρουσιώτης ερεύνησε διεξοδικά τα γεγονότα και στο καινούργιο του βιβλίο με τίτλο "Δύο απόπειρες και μια Δολοφονία" δημοσιεύει ντοκουμέντα που τεκμηριώνουν την ταυτότητα του εκτελεστή. Πρόκειται, σύμφωνα με το βιβλίο, για τον τότε διοικητή των ΛΟΚ Δημήτριο Παπαποστόλου, ο οποίος έδρασε σε συνεργασία με τον σωματοφύλακα του Μακαρίου, Αθανάσιο Πουλίτσα.

 

Τα γεγονότα είναι λίγο πολύ γνωστά: Ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, πανίσχυρος υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μακαρίου, συνεργάστηκε με τον Αλέκο Παναγούλη για τη δολοφονία του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου. Η απόπειρα απέτυχε, ο ρόλος του Γιωρκάτζη αποκαλύφθηκε και είχε ως συνέπεια την παραίτησή του.

 

Μόλις μήνες μετά, ο Γιωρκάτζης συνέπραξε με μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών, υπό τον Δημήτριο Παπαποστόλου για να δολοφονήσουν τον Μακάριο καταρρίπτοντας το ελικόπτερό του. Η απόπειρα απέτυχε και οι συνεργάτες του, Έλληνες αξιωματικοί, τον δολοφόνησαν και του έκλεισαν το στόμα. Αυτές οι δύο απόπειρες και η μια δολοφονία, που έδωσαν και το τίτλο στο βιβλίο, συνθέτουν όλο το σκηνικό της ταραγμένης περιόδου 1967 - 1970 της κυπριακής ιστορίας.

 

Συμμαχία με τον Ασλανίδη

 

Πώς, όμως, ερμηνεύεται η συνεργασία του Γιωρκάτζη με στελέχη της χούντας να δολοφονήσουν τον Μακάριο, μόνο μερικούς μήνες μετά τη σύμπραξη Γιωρκάτζη - Παναγούλη για τη δολοφονία του επικεφαλής του καθεστώτος Γεώργιου Παπαδόπουλου;

 

Στο βιβλίο ο συγγραφέας δίνει μια ερμηνεία την οποία στηρίζει με αρχειακό υλικό: Η χούντα ήταν διχασμένη σε δύο φατρίες. Από τη μια ήταν η ομάδα των Παπαδόπουλου, Παττακού και Μακαρέζου και από την άλλη η ομάδα των Ασλανίδη, Ιωαννίδη και Λαδά. Οι δύο φατρίες ανταγωνίζονταν μεταξύ τους και ο Γιωρκάτζης, αφού παγίδευσε τον Παναγούλη, έπαιξε με τους αντιπάλους του Παπαδόπουλου στη χούντα που επεδίωκαν το φάγωμά του.

 

Όταν το εγχείρημα απέτυχε και ο Γιωρκάτζης πλήρωσε το τίμημα, προσπάθησε για ένα δεύτερο γύρο, σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Ασλανίδη. Το "σχέδιο Ασλανίδη" πρόβλεπε δολοφονία του Μακαρίου και ανατροπή του Παπαδόπουλου στην Ελλάδα, κάτι που θα τον έφερνε ξανά στην εξουσία. Η τελική κατάληξη, όπως αποκαλύπτεται από σειρά εγγράφων της αμερικανικής διπλωματική αλληλογραφίας, ήταν η διπλή ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και την Τουρκία.

 

Συντονιστής του σχεδίου αυτού ήταν ο διοικητής των ΛΟΚ στην Κύπρο, Δημήτριος Παπαποστόλου, ο οποίος είχε στο μεταξύ διεισδύσει στο περιβάλλον του Μακαρίου και ανέλαβε την ευθύνη της προσωπικής του ασφάλειας. Ο Παπαποστόλου ήταν αυτός που δολοφόνησε τον Γιωρκάτζη για να του κλείσει το στόμα.

 

Οι ερμηνείες του συγγραφέα τεκμηριώνονται από πρωτογενές αρχειακό υλικό. Μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται έγγραφα τα οποία ήταν μέρος του προσωπικού αρχείου του τότε συνεργάτη του Μακαρίου, Γεώργιου Τομπάζου, ο οποίος διετέλεσε και διευθυντής της ΚΥΠ.

 

Μεταξύ των εγγράφων αυτών περιλαμβάνονται δύο ντοκουμέντα (δημοσιεύονται για πρώτη φορά) που ενοχοποιούν τον Παπαποστόλου για την εκτέλεση του Γιωρκάτζη:

  • Μια κατάθεση της ερωμένης του Δ. Παπαποστόλου, η οποία μίλησε εμπιστευτικά στον Γ. Τομπάζο, μερικούς μήνες μετά τη δολοφονία του Γιωρκάτζη.
  • Αντίγραφο μιας σκηνοθετημένης κατάθεσης που έδωσε ο Παπαποστόλου στην αστυνομία, στην οποία πλαστογράφησε την υπογραφή του ανακριτή για να δημιουργήσει άλλοθι.

 

Το στημένο άλλοθι

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στο βιβλίο, ο Μακάριος πήρε την απόφαση να συγκαλύψει τη συμμετοχή του Παπαποστόλου και του σωματοφύλακά του, Αθανάσιου Πουλίτσα, στην απόπειρα κατά της ζωής του και στη δολοφονία του Γιωρκάτζη. Μέχρι τώρα επικράτησε η άποψη ότι τα κίνητρα του Μακαρίου ήταν ο φόβος για πιθανό πραξικόπημα της χούντας. Ο συγγραφέας απορρίπτει αυτή την εκδοχή και απαριθμεί μια σειρά από άλλους λόγους που ώθησαν τον Μακάριο να παρέμβει στο ανακριτικό έργο για να κλείσει η υπόθεση.

 

Ο Δ. Παπαποστόλου "ανακρίθηκε" έναν ακριβώς μήνα μετά τη δολοφονία του Γιωρκάτζη. Όμως η κατάθεση που έδωσε ήταν εικονική. Ο βοηθός αρχηγός αστυνομίας Μιχαλάκης Παντελίδης τον επισκέφθηκε στο γραφείο του στο ΓΕΕΦ και του ζήτησε να γράψει μόνος του την κατάθεσή του για τις κινήσεις του τη μέρα και την ώρα που διαπράχθηκε ο φόνος.

 

Η "κατάθεση" λήφθηκε εξ ονόματος του ανακριτή Παναγιώτη Αριστοκλέους, ο οποίος όμως δεν ήταν παρών. Ο Παπαποστόλου έγραψε την κατάθεσή του στο τυποποιημένο έντυπο που χρησιμοποιούσε η αστυνομία και περιέγραψε τα γεγονότα όπως αυτά ταίριαζαν με το σκηνοθετημένο άλλοθί του και ακολούθως την υπέγραψε.

 

Κάτω από την υπογραφή του, με τον ίδιο ακριβώς γραφικό χαρακτήρα, έγραψε την εξής σημείωση: "Η κατάθεσις αύτη ελήφθη υπ' εμού εις Αρχηγείον της Αστυνομίας σήμερον 14.4.70 εις την παρουσίαν του κ. Μ. Παντελίδη Β/Αρχηγού Αστυνομίας η ώρα 4.10 μ.μ. του ανεγνώσθη και ως ορθή την υπέγραψε εις την παρουσίαν μας".

 

Η σημείωση αυτή φέρει την υπογραφή "Π. Αριστοκλέους / Αστυν.". Όμως ο Αριστοκλέους δεν ήταν καν παρών και η υπογραφή του είναι με τον ίδιο ακριβώς γραφικό χαρακτήρα με τη χειρόγραφη κατάθεση και την υπογραφή του Παπαποστόλου, ενώ δεν μοιάζει καθόλου με την πραγματική υπογραφή του Αριστοκλέους. Την κατάθεση υπέγραψε ως μάρτυρας ο Μιχαλάκης Παντελίδης. (Δες το ντοκουμέντο στη φωτογραφία).

 

Δηλαδή, ο Παπαποστόλου, στην παρουσία του βοηθού αρχηγού Αστυνομίας Μιχαλάκη Παντελίδη, έγραψε την κατάθεση, την υπέγραψε, έγραψε το σημείωμα του ανακριτή και πλαστογράφησε την υπογραφή του!

 

Στην κατάθεσή του, ο Παπαποστόλου έδωσε τα ονόματα πολλών ατόμων που συνάντησε την ώρα του φόνου. Τα άτομα αυτά πέρασαν στη συνέχεια από το γραφείο του Π. Αριστοκλέους και υποστήριξαν το άλλοθί του. "Τους έφερναν τον έναν μετά τον άλλο και απάγγελλαν την κατάθεσή τους, όπως τα παιδιά λένε το "Πιστεύω" στο κατηχητικό", μαρτύρησε πολλά χρόνια αργότερα στον συγγραφέα ο Π. Αριστοκλέους.

 

 

Τον κάρφωσε η ερωμένη

 

Πέραν του γεγονότος ότι ο Παπαποστόλου χρειάστηκε να σκηνοθετήσει άλλοθι, τον ενοχοποίησε για το φόνο η ερωμένη του, η οποία, λίγους μήνες αργότερα, ομολόγησε στον Γ. Τομπάζο ότι ο Παπαποστόλου ενεχόταν στο φόνο του Γιωρκάτζη.

 

Στην "κατάθεσή" του ο Παπαποστόλου ανέφερε ότι τη μέρα του φόνου πήγε βόλτα στην Ακανθού με φιλενάδα του, την οποία δεν κατονόμασε, διότι, όπως ανέφερε, ήταν σύζυγος συναδέλφου του. Επέστρεψε στη Λευκωσία και πήγε στο σπίτι του γύρω στις 6.30 μ.μ.

 

"Περί την 7ην μ.μ. της 15.3.70 αφού εξηκρίβωσα από τηλεφώνου ότι ο Πουλίτσας με ανέμενε, ως είχαμε προκαθορίσει εις την Αρχιεπισκοπήν, μετέβην εκεί και συνήντησα τον κ. Πουλίτσα μετά του οποίου παρέμεινα περί τα 10 λεπτά. Εντός του γραφείου του συνήντησα τον κ. Καψάσκην, τον κ. Γιακουμήν, αδελφόν του Μακαριωτάτου και άλλους.

 

Ακολούθως μετά του κ. Πουλίτσα ανεχωρήσαμε περί την 7.15 μ.μ. διά του οχήματος ΕD 609 και μετέβημεν εις την Λέσχην της Εθνικής Φρουράς. Το όχημα, αφού το κλείδωσα, το άφησα έξωθι της εν λόγω Λέσχης". Ο Παπαποστόλου ισχυρίστηκε ότι έμεινε στη Λέσχη των Αξιωματικών μέχρι τις 9.00 μ.μ., ενώ ο φόνος έγινε γύρω στις 8.00.

 

Η ερωμένη του Παπαποστόλου, η οποία αναφέρεται με το αρχικό Α., είπε ότι την Κυριακή 15 Μαρτίου πήγε με τον Παπαποστόλου εκδρομή στην Κερύνεια. "Η συμπεριφορά του ήτο διαφορετική από άλλες περιπτώσεις. Ενώ δηλαδή εις άλλας εξορμήσεις η προσπάθεια ήτο να αποφεύγουν γνωστούς, την Κυριακήν εκείνην η προσπάθειά του ήτο να επιδεικνύεται μετά της φίλης του εις τους γνωστούς του."

 

Το απόγευμα, όταν επέστρεψαν στη Λευκωσία ο Παπαποστόλου οδήγησε τη φίλη του στην περιοχή Λακκοβούναρα, όπου θα συναντούσε το βράδυ τον Γιωρκάτζη, για "να ρομαντζάρουν ολίγον". Έμειναν εκεί για λίγη ώρα και μετά επέστρεψαν στο διαμέρισμα του Παπαποστόλου, όπου παρέμειναν μέχρι το βράδυ. "Κατά την 7.30 μ.μ. εκτύπησε το τηλέφωνον. Επήρε το ακουστικόν ο Παπαποστόλου, ο οποίος ηκούσθη να λέγη εις τον συνομιλιτήν του τας λέξεις "εντάξει, έρχομαι"." Αμέσως ο Παπαποστόλου είπε στη φίλη του: "Εγώ φεύγω για λίγη ώρα. Εσύ πήγαινε ντύθου και να συναντηθούμε απόψε στην Λέσχη". Οι δύο τους έφυγαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

 

Σύμφωνα με το σημείωμα της ΚΥΠ που συντάχθηκε μετά τη συνομιλία με τη φίλη του, η Α. τον περίμενε στη Λέσχη όπως είχαν συνεννοηθεί. "Κατά την 8.45 ή 9 μ.μ. εισήλθαν εις την λέσχην οι Παπαποστόλου και Πουλίτσας με προσωπείον κάπως θορυβημένον (αγριωπόν). Η συμπεριφορά του Παπαποστόλου ήτο ασυνήθης. Δεν έδωσε καθόλου σημασίαν εις την φίλην του Α. που τον ανέμενεν εκεί, αλλά προσεπάθει να κάμη αισθητήν την παρουσίαν του εις τας διαφόρους ομάδας που εχαρτόπαιζαν ή συνωμίλουν εντός της Λέσχης. Η συμπεριφορά του προς τας ομάδας αυτάς ήτο πλήρης προσποιημένης ευγενείας.

 

Μετά από ένα τέταρτο, ο Παπαποστόλου εκλήθη στο τηλέφωνο. Όταν τελείωσε το τηλεφώνημά του κατευθύνθηκε προς τη φίλη του και της είπε: "Λυπούμαι, κάπου θα πάω". Ακολούθως έφυγαν μαζί με τον Πουλίτσα".

Την επομένη μέρα ακούγοντας η φίλη του Παπαποστόλου ότι δολοφονήθηκε ο Γιωρκάτζης, τον υποπτεύθηκε αλλά δεν του είπε τίποτα. Σε δύο τρεις μέρες ο Παπαποστόλου οδήγησε την Α. με το αυτοκίνητό του στο στρατόπεδο των ΛΟΚ στον Άγιο Χρυσόστομο όπου συνάντησε τρεις αξιωματικούς. Ο ένας θα πρέπει να ήταν ο Γρηγόριος Μπονάνος, τον οποίο έστειλε το καθεστώς των Αθηνών στην Κύπρο για να διεξαγάγει ένορκη διοικητική εξέταση για τυχόν ανάμειξη Ελλήνων αξιωματικών στα γεγονότα.

 

Χωρίς να την προετοιμάσει καθόλου, απευθυνόμενος προς τους αξιωματικούς είπε: "Την Κυριακήν ήμουν όλη μέρα μέχρι τις 9 μ.μ. μαζί της. Δεν είναι έτσι Α.;" Η φίλη του απάντησε καταφατικά. Όταν επέστρεψαν στο διαμέρισμα του Παπαποστόλου, η Α. τον ερώτησε: "Πες μου Δημήτρη, έχεις χέρι στην δολοφονίαν του Γιωρκάτζη ή όχι;". Απάντησε ως εξής: "Δεν επερίμενα τέτοιαν ερώτησιν από σένα. Αφού όμως θέλεις να μάθης ..." (Εις το σημείον αυτό έγινεν ένας μορφασμός κατανοήσεως, ισοδυναμών με καταφατικήν απάντησιν.)"...

 

Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ


του Παναγιώτη Τσαγγάρη

14/06/2009