• Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

Άρθρα | Κυπριακό

Έτσι έμεινε ο τουρκικός στρατός στην Κύπρο

Ο Αναστασιάδης πήγε στο Κραν Μοντανά αποφασισμένος να οδηγήσει τη διάσκεψη σε ναυάγιο, ανεξαρτήτως των θέσεων της άλλης πλευράς. Ένας προσεκτικός αναγνώστης που έχει διαβάσει το πλήρες κείμενο των συνοπτικών πρακτικών που δημοσίευσε η εφημερίδα «Φιλελεύθερος» -και ειδικά εκείνο που αναφέρεται στη συνάντηση Αναστασιάδη – Γκουτέρες- δεν μπορεί να αμφιβάλλει για αυτό. Την Παρασκευή, ο «Πολίτης» δημοσίευσε πρακτικό της ίδιας συνάντησης το οποίο είναι πληρέστερο από εκείνο που δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος».

 

Πέραν του τι καταγράφηκαν στα πρακτικά, μια ουσιώδης παράμετρος των συνομιλιών ήταν και οι εμπιστευτικές συζητήσεις. Για την ακρίβεια, οι πιο σημαντικές συζητήσεις ήταν παρασκηνιακές. Σε αυτές αναφέρεται και το πρακτικό που δημοσιεύτηκε ως γενική αποτίμηση της συνάντησης: «Ο Γενικός Γραμματέας μοιράστηκε εμπιστευτικά με τον κ. Αναστασιάδη την πρόταση της Τουρκίας για κατάργηση της Συνθήκης Εγγυήσεως και τον τερματισμό των μονομερών δικαιωμάτων επέμβασης».

 

Η Τουρκία, για εσωτερικούς λόγους, αλλά και για λόγους διαπραγματευτικής τακτικής, δεν ήταν σε θέση να βάλει η ίδια, και μάλιστα γραπτώς, στο τραπέζι πρόταση κατάργησης των εγγυήσεων. Αλλά, αν το έβαζε ο Γενικός Γραμματέας θα το δεχόταν, νοουμένου ότι θα υπήρχε ένας μηχανισμός για την εφαρμογή της λύσης. Ο μηχανισμός αυτός ήταν έτοιμος. Την εφαρμογή θα την αναλάμβαναν τα ΗΕ, ενώ οι εγγυήτριες δυνάμεις θα συμμετείχαν χωρίς καμιά εκτελεστική εξουσία και με καθεστώς ισοδύναμο με εκείνο του παρατηρητή.

 

Από τις συζητήσεις που έγιναν, δεν ήταν δυνατόν να επιλυθεί διά μιάς το ζήτημα των εγγυήσεων και των στρατευμάτων. Ο Γενικός Γραμματέας υιοθέτησε την άποψη της Τουρκίας, ότι μηδέν στρατός μηδέν εγγυήσεις δεν ήταν σημείο εκκίνησης, αλλά δεν είπε ότι δεν ήταν σημείο κατάληξης. Η θέση του Γκουτέρες ήταν να προχωρήσει η διαδικασία βήμα με βήμα. «Ο Γενικός Γραμματέας επιβεβαίωσε πως η Συνθήκη Εγγυήσεως θα τερματιστεί και το ζήτημα των στρατευμάτων θα επιλυθεί σε κατοπινή ημερομηνία», αναφέρεται στο πρακτικό που δημοσιεύτηκε. Η συνεννόηση ήταν να αντικατασταθεί η Συνθήκη Εγγυήσεως με τη Συνθήκη Εφαρμογής και ακολούθως να συζητηθούν τα στρατεύματα σε επίπεδο Πρωθυπουργών.

 

Ο Αναστασιάδης επέμεινε σε συμφωνία για τα στρατεύματα από την πρώτη μέρα και απέρριπτε αποδοχή της κατάργησης της συνθήκης εγγυήσεων ως πρώτο βήμα. Όπως τεκμηριώνω στο βιβλίο μου, ήταν δεσμευμένος προς ισχυρά συμφέροντα να τορπιλίσει μια συμφωνία. Στο πρακτικό που δημοσίευσε την Παρασκευή ο «Πολίτης», και είναι πιο πλήρες από εκείνο του «Φιλελευθέρου», αναφέρεται: «Ο κ. Αναστασιάδης τόνισε ότι το θέμα των στρατευμάτων δεν ήταν απόφαση των Πρωθυπουργών. Αυτή δεν ήταν η χώρα τους, εξάλλου». Μα, αν δεν ήταν η αποχώρηση των στρατευμάτων μια απόφαση που θα τη λάμβαναν οι Πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Τουρκίας, ποιος θα τη λάμβανε; Η Κύπρος από μόνη της;

 

Εν ολίγοις, ο Αναστασιάδης απέρριψε την πρόταση του Γενικού Γραμματέα να κεφαλαιοποιήσει την κατάργηση των εγγυήσεων και να μεταφέρει τη συζήτηση στο επόμενο στάδιο. Κανένας δεν ζήτησε από τον Αναστασιάδη να υπογράψει κάτι πριν ολοκληρωθούν οι συνομιλίες. Τι τον εμπόδιζε να μεταφέρει τη διάσκεψη σε επίπεδο Πρωθυπουργών για να διαπιστώσει πότε και πόσα στρατεύματα θα έφευγαν; Όταν μιλάμε για στρατεύματα, οι συζητήσεις δεν ήταν για τα κατοχικά στρατεύματα, τα οποία θεωρείτο δεδομένο ότι θα αποχωρούσαν με ταχείς ρυθμούς, αλλά για το άγημα που πρόβλεπαν οι Συνθήκες του 1960. Σημειωτέων ότι αίτημα για μηδέν στρατό από την πρώτη μέρα δεν τέθηκε ποτέ στην ιστορία των συνομιλιών του Κυπριακού. Ούτε ο Αναστασιάδης έθεσε τέτοιο όρο στη διάσκεψη της Γενεύης τον Ιανουάριο του 2017, πριν δεσμευτεί στα μεγάλα συμφέροντα.

 

Το ότι οι συζητήσεις στο παρασκήνιο για τα στρατεύματα αφορούσαν εκείνα των Συνθηκών του 1960 προκύπτει και από τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκου Κοτζιά, σε συνέντευξή του στο ΡΙΚ: «Μας είπε [ο Γενικός Γραμματέας] ότι οι Τούρκοι συμφωνούσαν να φύγουνε τα στρατεύματα κλιμακωτά, να καταργηθεί το σύμφωνο για τις εγγυήσεις και να δούμε μόνο πώς θα μείνουνε τα στρατεύματα ή αν θα μείνουνε τα στρατεύματα που προβλέπει η Συνθήκη Συμμαχίας, δηλαδή οι 950 Έλληνες και οι 650 Τούρκοι». Αυτά δεν αναφέρονται στο πρακτικό της συνάντησης Γκουτέρες – Κοτζιά που δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος», ακριβώς επειδή ήταν εμπιστευτικές πληροφορίες. Μάλιστα, σε άλλη συνάντηση που είχε ο Κοτζιάς με τον Γκουτέρες –και αυτό είναι καταγεγραμμένο σε πρακτικά– ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας είπε ότι εάν θα αποχωρούσαν τα κατοχικά στρατεύματα θα δεχόταν ίσο αριθμό αγημάτων, 750 για κάθε χώρα, αντί 950 Έλληνες και 650 Τούρκους για μια μεταβατική περίοδο.

 

Η εμμονή του Αναστασιάδη σε μηδενικά στρατεύματα από την πρώτη μέρα προβάλλεται ως πατριωτική στάση. Όταν έθιξε αυτό το ζήτημα ο Αναστασιάδης, ο Γκουτέρες του υπενθύμισε «ότι η Κύπρος είναι σήμερα υπό κατοχή». Δεν είχαμε μια ελεύθερη χώρα και μας ζητούσαν να δεχτούμε στρατεύματα, αλλά 40.000 Τούρκους στρατιώτες στο έδαφός μας και αναζητούσαμε τρόπους να τους διώξουμε. Ελλείψει επιχειρημάτων, ο Αναστασιάδης είπε στον Γκουτέρες ότι «δεν πίστευε ότι η Τουρκία είχε πραγματική πρόθεση να καταργηθεί η Συνθήκη Εγγυήσεως». Ο Γκουτέρες «υπογράμμισε ότι έψαχνε τρόπο για τερματισμό των εγγυήσεων και της ξένης παρουσίας στρατευμάτων. Ο τερματισμός της Συνθήκης Εγγυήσεως ήταν πραγματική πρόοδος, αλλά αναγνώρισε ότι εναπόκειτο στον κ. Αναστασιάδη να αποφασίσει αν θα το αποδεχόταν ή όχι».

Συνεπώς, η μεγάλη εικόνα είναι πως η Τουρκία, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, για λόγους που επεξηγώ στο βιβλίο μου, ήταν πρόθυμη να δεχτεί κατάργηση των εγγυήσεων και να συζητήσει το θέμα του αγήματος του 1960 σε επόμενο στάδιο. Ο Αναστασιάδης μπλόκαρε τη διαδικασία, αρνούμενος να κεφαλαιοποιήσει την κατάργηση των εγγυήσεων επειδή ήταν δεσμευμένος να απορρίψει τη λύση. Η πρότασή του για δύο κράτη, μόλις αντιλήφθηκε τις προθέσεις της Τουρκίας, είναι μια τεκμηριωμένη επιβεβαίωση των πραγματικών προθέσεών του.


Του Μακάριου Δρουσιώτη

21/11/2021