• Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

Ιστορία | Έρευνες

ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ

Στο χώμα της Κύπρου το DNA της τραγωδίας

Ανηφορίζοντας το λόφο προς το Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας η γη μοιάζει με πολύχρωμο χαλί. Υστερα από πέντε χρόνια ξηρασίας, φέτος έβρεξε με το τουλούμι. Τα πάντα πρασίνισαν και πολιόρκησαν τα μονοπάτια με αγριολούλουδα. Τίποτα δεν θυμίζει πως βρισκόμαστε στη νεκρή ζώνη, ανάμεσα στις ελεύθερες και τις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου.

 

Ο τόπος είναι σχεδόν απάτητος, όπως και το διεθνές αεροδρόμιο. Από το 1974 έχει να δεχθεί επιβάτες και στις εγκαταστάσεις του μένουν τώρα μόνο τα μέλη της διοίκησης της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ στο νησί.

 

Σε ένα σύμπλεγμα προκατασκευασμένων γραφείων, ωστόσο, λίγο πριν από το παλαιό κτίριο των αφίξεων, βρίσκεται η άκρη ενός ματωμένου νήματος που ξεδιπλώνεται επί 35 χρόνια: το Ανθρωπολογικό Εργαστήρι της Επιτροπής Αγνοουμένων Προσώπων (Committee on Missing Persons-CMP).

 

 

Τα δεκάδες κόκκινα κιβώτια με λείψανα αγνοουμένων στη «Νεκρή Ζώνη» ξαναγράφουν την ιστορία του Κυπριακού.

 

Μια ομάδα ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων αρχαιολόγων, ανθρωπολόγων και γενετιστών αναζητούν εκεί κάποια λύση στο μέγα ανθρωπιστικό πρόβλημα που έφερε η τραγωδία. Σ' ένα κλιματιζόμενο δωμάτιο είναι στοιβαγμένα με τάξη δεκάδες κόκκινα κιβώτια γεμάτα λείψανα. Μέσα σ' αυτά βρίσκεται τσουβαλιασμένη η άγραφη ιστορία του Κυπριακού. Κάθε λείψανο και μια σελίδα.

  • Ένας φαντάρος της Εθνικής Φρουράς που σκοτώθηκε στον πόλεμο και θάφτηκε όπως όπως στην Κερύνεια.
  • Ένα παιδάκι που εκτελέστηκε εν ψυχρώ από φανατικούς της τουρκοκυπριακής οργάνωσης ΤΜΤ.
  • Ίσως και κάποιος Τουρκοκύπριος που είχε απαχθεί από ελληνοκύπριους εθνικιστές, το 1964.

Για πολλά χρόνια οι αγνοούμενοι ήταν η ατμομηχανή της προπαγάνδας. Τον πρώτο καιρό μετά το 1974 οι μάνες σέρνονταν στις διαδηλώσεις και οι πολιτικοί ορκίζονταν ότι θα τους έφερναν πίσω ζωντανούς. Μέχρι το 1990 οι δημοσιογράφοι ερευνούσαν μαρτυρίες για αγνοούμενους στις φυλακές της Τουρκίας. Και λίγο αργότερα πλάστηκαν και μύθοι: Μια εφημερίδα στην Αθήνα έγραψε ότι τους έστειλαν γενίτσαρους στο Αφγανιστάν, ενώ μια άλλη στη Λευκωσία πως τους έκαναν πειραματόζωα σε εργοστάσια χημικού πολέμου στην Τουρκία.

 

Τελικά, τα πράγματα ήταν πιο απλά: άλλοι σκοτώθηκαν στις μάχες και έμειναν άταφοι στα βουνά του Πενταδάκτυλου, άλλους τους εκτέλεσαν Τούρκοι και τουρκοκύπριοι φανατικοί, άλλους τους έθαψαν χωρίς να έχουν αναγνωριστεί, στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου.

 

Κοινές έρευνες

 

Σήμερα ο επίλογος του δράματος γράφεται στο εργαστήρι της CMP. Πρώτα μονομερώς από την κυβέρνηση της Κύπρου και, ακολούθως, με τη συνεργασία της τουρκοκυπριακής πλευράς, ξεκίνησε ένα κοινό πρόγραμμα ερευνών, εκταφών, τυποποίησης λειψάνων και παράδοσής τους στους συγγενείς, ώστε να ταφούν σύμφωνα με τις θρησκευτικές τους παραδόσεις.

 

Ο αρχικός αριθμός των αγνοουμένων ήταν 2.500 Ελληνοκύπριοι, αλλά, τελικά, τυποποιήθηκε ο αριθμός 1.619, που έγινε σύμβολο για δύο δεκαετίες. Σήμερα, επισήμως, αγνοούνται 1.468, αλλά μόνο για τους 1.340 ζητήθηκε η συμβολή της CMP στον εντοπισμό τους. Οι Τουρκοκύπριοι, από την πλευρά τους, έχουν δηλώσει 502 αγνοούμενους, οι περισσότεροι από τους οποίους χάθηκαν την περίοδο 1963-64 (γύρω στους 300).

 

Από το 2004 οπότε ξεκίνησε το πρόγραμμα η CMP διεξήγαγε ανασκαφές σε 252 σημεία και εντόπισε τα λείψανα 510 ανθρώπων. Τα λείψανα 136 από αυτούς ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA και παραδόθηκαν στους συγγενείς τους.

Ελληνοκύπριες και τουρκοκύπριες ανθρωπολόγοι στο εργαστήριο της CMP συναρμολογούν σκελετούς θυμάτων.

 

Οι Ελληνες και οι Τούρκοι της Κύπρου που είτε ζωντανοί πολέμησαν ο ένας τον άλλο είτε ως αθώοι πολίτες δολοφονήθηκαν από εθνικιστές της άλλης κοινότητας, συνυπάρχουν σήμερα νεκροί στους πάγκους του εργαστηρίου. Η Ρεζάν αναζητεί την ταυτότητα του Αντρέα και η Ελένη του Μεχμέτ. Τα κρανία στους πάγκους δεν έχουν εθνικότητα, ούτε οι ανθρωπολόγοι με τις άσπρες μπλούζες ξεχωρίζουν αν είναι Ελληνες ή Τούρκοι.

 

Τα κιβώτια με τα λείψανα έχουν κωδικούς αριθμούς που παραπέμπουν στο σημείο εκταφής. Οι ειδικοί συναρμολογούν τους σκελετούς, ενώ γίνεται και ταυτοποίηση με τη μέθοδο του DNA. Ακολούθως, ενημερώνονται, παραδίδονται τα λείψανα και γίνονται οι κηδείες, 35 χρόνια μετά.

 

Στο Παλαίκυθρο...

 

17 Αυγούστου 1974: Η θερμοκρασία στους 40 βαθμούς, ο κόσμος κυνηγημένος φεύγει από τα σπίτια του. Ο τουρκικός στρατός προελαύνει αλλά στο Παλαίκυθρο δύο οικογένειες (Λιασή και Σουπουρή) μένουν πίσω. Μαζεύονται 21 άτομα σε ένα σπίτι. Τους εντοπίζουν τέσσερις Τουρκοκύπριοι 15-18 ετών, τους βγάζουν στην αυλή και τους πυροβολούν.

 

«Δεν σκέφτηκαν, δεν σεβάστηκαν. Έβαψαν τα χέρια τους με αίμα παιδιών οκτώ μηνών, δύο χρονών επτά χρονώ. Σκότωσαν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους απροστάτευτους», θυμάται ο Γιώργος Λιασής που επιβίωσε του μακελειού.

 

Σκοτώθηκαν 17 άτομα που θάφτηκαν σε ομαδικό τάφο. Η CMP τον εντόπισε, τα λείψανα αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο του DNA και παραδόθηκαν στις δύο οικογένειες. Πριν από δύο μήνες έγινε η κηδεία των θυμάτων της οικογένειας Λιασή. Παρόντα και τα μέλη της CMP.

 

Το πηγάδι στο Πετροφάνι

 

Αυτή τη στιγμή γίνονται εργασίες εκταφής σε τέσσερα σημεία σε όλη την Κύπρο, μεταξύ αυτών και ένα τουρκοκυπριακό χωριό, 30 χιλιόμετρα από τη Λευκωσία. Το χωριό ονομάζεται Πετροφάνι και το 1974 είχε καμιά εκατοστή κατοίκους.

 

Το χωριό Πετροφάνι στο έλεος του χρόνου.

 

Με την έναρξη της εισβολής οι περισσότεροι μετακινήθηκαν στον κοντινότερο τουρκοκυπριακό θύλακα. Εξι ηλικιωμένοι, όμως, έμειναν πίσω. Μια ομάδα εθνικιστών μπήκε στις 20 Ιουλίου στο χωριό και τους απήγαγε.

 

Η περιοχή είναι βοσκότοπος με πολλά πηγάδια. Η πληροφορία του 2006 ήταν έγκυρη, όμως κανένας δεν μπορούσε να υποδείξει σε ποιο ακριβώς πηγάδι μπορεί να βρίσκονταν. Ερευνήθηκαν έντεκα και οι επιστήμονες εντόπισαν ανθρώπινα οστά στο δωδέκατο. Ο πυθμένας του κοσκινίστηκε όπως στις αρχαιολογικές ανασκαφές, ώστε κάθε μέλος των θυμάτων να γυρίσει στους συγγενείς...

 

Η Μαργαρίτα Κουάλη, αρχαιολόγος και υπεύθυνη για την ανασκαφή του ομαδικού τάφου στο Πετροφάνι, άφησε για λίγο το συνεργείο και μας ξενάγησε στα κατάλοιπα του χωριού. Στέκει μόνο ένα κτίριο, το σχολείο, που είναι πετρόκτιστο. Ολα τα υπόλοιπα σπίτια, που ήταν κατασκευασμένα με πλιθάρι, έχουν καταστραφεί.

 

Η αρχαιολόγος είναι από την κοσμοπολίτικη Λεμεσό και η σχέση της με το Κυπριακό περνούσε από το μάθημα «Δεν ξεχνώ» στο σχολείο. Δεν γνώριζε καν ότι υπήρχαν και τουρκοκύπριοι αγνοούμενοι. Στις εκταφές ωστόσο διασταύρωσε τα βήματά της με την Ιστορία: «Είτε Τούρκο βγάλουμε από το πηγάδι είτε Ελληνα, το συναίσθημα είναι το ίδιο. Ηρθαμε σε επαφή με το πραγματικό δράμα της Κύπρου, κατανοήσαμε τον πόνο των ανθρώπων, που δεν έχει εθνότητα», λέει στην «Κ.Ε.».

 

 

Η Μαργαρίτα Κουάλη (αριστερά) και η Γκιουλσαρέν Βαρανάν στο χωριό Πετροφάνι όπου δουλεύουν μαζί.

Η Γκιουλσαρέν Βαρανάν είναι και αυτή αρχαιολόγος κι έρχεται καθημερινά από τα κατεχόμενα μέχρι να ολοκληρωθεί η εκταφή: «Συνεργαζόμαστε άψογα. Αφήνουμε τα πολιτικά έξω και είμαστε προσηλωμένοι σε αυτό που κάνουμε και στον πόνο, που είναι κοινός», προσθέτει στα λόγια της συναδέλφου.

 

Από το λόφο που είναι κτισμένο το Πετροφάνι, η Κύπρος της νεκρής ζώνης φαντάζει πανέμορφη. Ισως γιατί παρέμεινε νεκρή και για την «ανάπτυξη». Στην πραγματικότητα η νεκρή ζώνη είναι ζωντανή και καταπράσινη. Και οι νέοι ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι επιστήμονες που εργάζονται εκεί ίσως ξορκίσουν το κακό, θεμελιώνοντας στο έδαφός της την ενωμένη Κύπρο του αύριο.

 


Μακάριος Δρουσιώτης

Ελευθεροτυπία

03/05/2009