Όλη η ιστορία των πέντε της φωτογραφίας
Η αλήθεια για την κόλαση στο Τζιάος
Για μια ολόκληρη εβδομάδα η κοινή γνώμη βομβαρδίζεται με πληροφορίες και μαρτυρίες για την υπόθεση των πέντε εθνοφρουρών οι οποίοι φωτογραφήθηκαν ζωντανοί στα χέρια Τούρκων στρατιωτών, αλλά δεν επέστρεψαν ποτέ. Ο μέσος πολίτης χάθηκε μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα των δηλώσεων, των μαρτυριών και των συνεντεύξεων των πρωταγωνιστών. Τι έγινε τελικά τέτοιες μέρες, το 1974; Ποια είναι η πραγματική ιστορία πίσω από αυτή τη φωτογραφία-σύμβολο; Ο "Π" έβαλε τα γεγονότα στη σειρά, από το 1974 μέχρι τις μέρες μας:
Αύγουστος 1974: Στη Γενεύη κατέρρευσαν οι συνομιλίες για μια πολιτική λύση στην Κύπρο, ύστερα από την τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου. Ο τουρκικός στρατός εξαπέλυσε διμέτωπη επίθεση, προελαύνοντας από τη βόρεια Λευκωσία προς τη Μόρφου και την Αμμόχωστο.
Η Εθνική Φρουρά, καταπονημένη από το πραξικόπημα, εξασθενημένη από την πρώτη φάση της εισβολής και εξοπλισμένη με οπλισμό του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν σε κατάσταση αποσύνθεσης. Ο τουρκικός στρατός με μηχανοκίνητα μέσα και σύγχρονα τανκς όργωνε την πεδιάδα της Μεσαορίας, κατευθυνόμενος προς την Αμμόχωστο, χωρίς καμιά αντίσταση.
Το 398 Τάγμα Πεζικού της Εθνικής Φρουράς ήταν εγκατεστημένο στην περιοχή του τουρκοκυπριακού χωριού Τζιάος, στη Μεσσαορία. Μια ομάδα στρατιωτών, με επικεφαλής τον έφεδρο λοχία Αντώνη Κορέλλη, πήρε εντολή να βάλει με τα πρωτόγονα τυφέκια Νο 4 που διέθετε εναντίον των τανκς που έρχονταν από την περιοχή Λευκωσίας, με κατεύθυνση την Αμμόχωστο.
Βάλλοντας κατά των τανκς, οι στρατιώτες έγιναν οι ίδιοι στόχος των τουρκικών δυνάμεων. Τρία με τέσσερα άρματα μάχης ξέκοψαν από τα υπόλοιπα και κατευθύνθηκαν προς το λόφο που ήταν ταμπουρωμένοι οι Ελληνοκύπριοι στρατιώτες. Δύο από αυτούς μπόρεσαν και ξέφυγαν. Οι άλλοι πέντε εγκλωβίστηκαν από τις τουρκικές δυνάμεις και παραδόθηκαν. Είναι τα πέντε άτομα που απαθανάτισε ο Τούρκος φωτογράφος Εργκίν Κονούκσεβερ, να παραδίδονται με τα χέρια σηκωμένα: Κορέλλης Αντώνης, Νικολάου Παναγιώτης, Σκορδής Χριστόφορος, Παπαγιάννης Ιωάννης και Χατζηκυριάκος Ιωάννης.
Κορέλλης Αντώνης, Νικολάου Παναγιώτης, Σκορδής Χριστόφορος, Παπαγιάννης Ιωάννης και Χατζηκυριάκος Ιωάννης. |
Η φωτογραφία αυτή έγινε σύμβολο στον αγώνα διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων. Την περασμένη εβδομάδα οι συγγενείς των πέντε ενημερώθηκαν ότι τα λείψανά τους βρέθηκαν σε πηγάδι στο Τζιάος και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA.
Τι απέγιναν
Το τι απέγιναν οι πέντε εθνοφρουροί απασχόλησε για χρόνια τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (CMP: Committee of Missing Persons). Σύμφωνα με πηγή της ΔΕΑ με την οποία μίλησε ο "Π", τόσο ο φωτογράφος Εργκίν Κονούκσεβερ όσο και ο ταξίαρχος Μπορατάς, ο οποίος ηγείτο των επιχειρήσεων, έδωσαν προ δεκαετίας καταθέσεις στη ΔΕΑ με την εξής εκδοχή:
Οι πέντε συνελήφθησαν από τα πληρώματα των αρμάτων που δεν είχαν διαδικασία συλλογής αιχμαλώτων. Στο σημείο της σύλληψης κλήθηκε και έφτασε ο Τούρκος ταξίαρχος Μπορατάς, ο οποίος αποφάσισε να τους παραδώσει σε Τουρκοκύπριους μαχητές της παραστρατιωτικής οργάνωσης ΤΜΤ. Αυτοί, αντί να τους χειριστούν ως αιχμαλώτους πολέμου, τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ για λόγους αντεκδίκησης.
Μεταξύ 20ής Ιουλίου και 14ης Αυγούστου 1974 το χωριό Τζιάος κατελήφθη από Ελληνοκύπριους στρατιώτες και ατάκτους και έγιναν καταγγελίες για βίαιες ενέργειες εις βάρος των κατοίκων. Ο Γιαννάκης Χριστοδούλου, ένας από τους συντρόφους των πέντε (είναι και αδελφός της συζύγου του ενός, του Παναγιώτη Νικολάου), ο οποίος διασώθηκε και παρακολούθησε τη σύλληψή τους από απόσταση 100 μέτρων, καταθέτοντας τη μαρτυρία του στην τηλεόραση του ΡΙΚ, περιέγραψε το απόλυτο χάος που επικρατούσε στη διαλυμένη Εθνική Φρουρά και πρόσθεσε: "Εκάμαμεν κι εμείς τόσα πολλά μέσα στο Τζιάος που ήταν επόμενο πως όποιον έπιαναν δεν είχε σωτηρία...".
Εξάλλου, ανθυπολοχαγός τότε της Εθνικής Φρουράς, ο οποίος την περασμένη Πέμπτη επικοινώνησε με τον "Π" (έχουμε τα στοιχεία του, αλλά για ευνόητους λόγους δεν θέλει να δημοσιευτεί το όνομά του), έδωσε την πληροφορία πως έξι ώρες πριν το μαρτυρικό τέλος των πέντε αιχμαλώτων, εκτελέστηκαν με τον ίδιο τρόπο τέσσερις Τουρκοκύπριοι.
Ο φωτογράφος
Ο Τούρκος φωτογράφος Εργκίν Κονούκσεβερ είχε κι εκείνος την προσωπική του περιπέτεια. Μαζί με τον συνάδελφό του Αντέμ Γιαβούζ, του πρακτορείου ANKA, ακολούθησαν τον τουρκικό στρατό και κάλυψαν τις επιχειρήσεις. Όντας ξένοι στην Κύπρο έχασαν τον προσανατολισμό τους και πέρασαν πίσω από τις ελληνοκυπριακές γραμμές. Το αυτοκίνητο που τους μετέφερε, με μια τούρκικη σημαία αναρτημένη για να διακρίνεται η εθνότητά τους, βλήθηκε από άντρες της Στρατιωτικής Αστυνομίας και ακινητοποιήθηκε. Οι δύο φωτογράφοι συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν τραυματίες στο νοσοκομείο. Ο Αντέμ Γιαβούζ πέθανε και ο Κονούκσεβερ, σε συνέντευξη που έδωσε στη Χουριέτ, αναφέρει ότι κτυπήθηκε από στρατιώτες έξω από το νοσοκομείο. Ο ίδιος διασώθηκε, χάρη στη φροντίδα του Ελληνοκύπριου γιατρού Αντρέα Δημητριάδη.
Ο γιατρός Αντρέας Δημητριάδης (με γυαλιά) μαζί με τον Τούρκο φωτογράφο Εργκίν Κονούκσεβερ. Συναντήθηκαν πριν από λίγες εβδομάδες στη Λευκωσία, προτού ξεσπάσει ο σάλος. |
Στις 20 περασμένου Ιουλίου, ο Εργκίν Κονούκσεβερ ήταν στην κατεχόμενη Κύπρο με αφορμή τις εκδηλώσεις για την επέτειο της εισβολής. Ζήτησε και συνάντησε τον ιατρό Αντρέα Δημητριάδη. Οι δύο συνέφαγαν και φωτογραφήθηκαν, ενώ ο Κονούκσεβερ έδωσε συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Σίγμα και μίλησε για την περίπτωση των πέντε στρατιωτών, προτού ανακοινωθεί ο εντοπισμός και η ταυτοποίηση των λειψάνων τους.
Οι φωτογραφίες
Οι στρατιώτες κατάσχεσαν τις φωτογραφικές μηχανές και τα φιλμ των δύο φωτογράφων. Ο Κονούκσεβερ αναφέρει ότι στα φιλμ που κατασχέθηκαν υπάρχει και ο επίλογος της ιστορίας και ότι είχε φωτογραφήσει την ταφή των πέντε αιχμαλώτων. Ωστόσο, από τις δεκάδες των φωτογραφιών που τράβηξαν, μόνο η σκηνή με τη σύλληψη των πέντε δημοσιεύτηκε.
Ο στρατιώτης που συνέλαβε τον Τούρκο φωτορεπόρτερ δήλωσε στο ΡΙΚ ότι έβαλε σε πλαστική σακούλα την επαγγελματική μηχανή και ό,τι άλλο κρατούσε ο συλληφθείς και τα έδωσε στον συνοδηγό στρατιωτικού οχήματος για να τα μεταφέρει στο ΓΕΕΦ. Κράτησε ως ενθύμιο μόνο την τουρκική σημαία. Φαίνεται πως από εκείνη την στιγμή κάποιοι επιδόθηκαν σ' ένα πλιάτσικο με τον εξοπλισμό και τα φιλμ. Tελικά, κάποιες από τις φωτογραφίες κατέληξαν στην εφημερίδα "Mάχη" του Nίκου Σαμψών και δημοσιεύτηκαν στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1974. Από την εφημερίδα δηλώθηκε πως αγοράστηκαν από "άγνωστο πρόσωπο". Mέχρι σήμερα οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους δηλώνουν άγνοια για την τύχη των υπόλοιπων τεκμηρίων.
Οι συγγενείς
Η δημοσίευση των φωτογραφιών και η αναγνώριση των ταυτοτήτων των αιχμαλώτων δημιούργησε μεγάλες ελπίδες στους συγγενείς τους ότι ήταν ζωντανοί και θα επέστρεφαν, κάτι το οποίο δεν έγινε με την ανταλλαγή των αιχμαλώτων.
Η μαρτυρία ότι είχαν συλληφθεί ζωντανοί έδωσε τροφή για εικασίες, ότι υπήρχε στρατόπεδο με 200 αδήλωτους αιχμάλωτους στην Αμμόχωστο που θα απελευθερώνονταν με παρέμβαση του Κληρίδη. Μεταξύ των μύθων που δημιουργήθηκαν ήταν και η εικασία ότι ο επικεφαλής της ομάδας, ο λοχίας Κορέλλης μίλησε από το τουρκικό ραδιόφωνο του Μπαϊράκ.
Σήμερα οι συγγενείς έχουν την αίσθηση ότι υπήρξε υπερβολική χρήση της ιστορίας και της φωτογραφίας για προπαγανδιστικούς λόγους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο πόνος των συγγενών, που αφέθηκαν στην άγνοια και έζησαν για 35 χρόνια την ατέρμονη προσμονή του γυρισμού. "Μας άφησαν στην άγνοια και μας χρησιμοποίησαν για προπαγανδιστικούς σκοπούς. Φαίνεται ότι μας χρησιμοποίησαν. Αυτό είναι το πιο τραγικό", δήλωσε στον "Φιλελεύθερο" η Έλενα, αδελφή του Χριστόφορου Σκορδή.
Το σκαμνί
Με αφορμή την αποκάλυψη της αλήθειας για τη φωτογραφία των πέντε αγνοουμένων, συγκεκριμένα ΜΜΕ ανέλαβαν εκστρατεία με στόχο την παραπομπή της Τουρκίας σε διεθνή δικαστήρια για εγκλήματα πολέμου. Ο "Φιλελεύθερος" και η "Σημερινή" ανέλαβαν εκστρατεία "να κάτσει η Τουρκία στο σκαμνί" και "να ανοίξουν τα αρχεία του Αττίλα". Δικηγόροι που ασχολούνται με προσφυγές (Λουκαΐδης, Κληρίδης) παροτρύνουν την ανάληψη δικαστικών αγώνων στο ΕΔΑΔ, ο Αντρέας Αγγελίδης εισηγήθηκε την αποπομπή της Τουρκίας από το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο Κύπρος Χρυσοστομίδης προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας, για παραπομπή σε ποινικό δικαστήριο.
Η κυβέρνηση, το ΑΚΕΛ και ο ΔΗΣΥ τηρούν μια πολύ πιο συγκρατημένη στάση, γεγονός που εκνευρίζει ορισμένους δημοσιογράφους του "πατριωτικού μετώπου" (ο Ιγνατίου στην "Ημερησία" Αθηνών τους χαρακτήρισε "καραγκιόζηδες πολιτικούς, χωρίς σπονδυλική στήλη").
Η κυβέρνηση επέλεξε να κρατήσει χαμηλούς τόνους επειδή η όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε και κατέληξε στην παράδοση των λειψάνων των πέντε (πληροφορίες, εκταφή, αναγνώριση) καλύπτεται από τους όρους εντολής της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοουμένους (CMP). Σύμφωνα με το άρθρο 11 της συμφωνίας αυτής "η Επιτροπή δεν θα επιχειρήσει να αποδώσει ευθύνη για το θάνατο οποιουδήποτε αγνοούμενου ή να ερευνήσει την αιτία τέτοιων θανάτων".
Η λογική πίσω από το άρθρο αυτό είναι ότι το ζήτημα αντιμετωπίζεται σαν ανθρωπιστικό και μόνο, για να ενθαρρυνθούν όσοι γνωρίζουν να δώσουν πληροφορίες χωρίς να επικρέμαται ο κίνδυνος της ποινικής ευθύνης. Επίσης, ο σκοπός της ΔΕΑ είναι να κλείσει τις πληγές, όχι ν' ανοίξει νέες.
Αν παραβιαστεί αυτή η συμφωνία, απλώς η προσπάθεια για διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων θα τερματιστεί και θα γυρίσουμε στο σημείο όπου βρισκόμασταν πριν από την έναρξη της διαδικασίας των εκταφών, με τους συγγενείς να συνεχίζουν να ζουν στην άγνοια.
Ακόμη, αν γίνουν προσφυγές και ακολουθήσει και η άλλη πλευρά, που έχει στο χαρτοφυλάκιό της ισάξιες υποθέσεις, με θύματα όχι μόνο στρατιώτες αλλά γυναικόπαιδα, το Κυπριακό θα περιπλεχθεί ξανά σε μια ατέρμονη νομική διαδικασία, από την οποία θα επωφεληθούν οι δικηγόροι-πολιτικοί, τα ΜΜΕ που ανέλαβαν εκστρατεία να πείσουν ότι είναι μάταιη "η συμβίωση με αυτούς" και το τιμολόγιο θα το πληρώσουν -για άλλη μία φορά- οι συγγενείς των αγνοουμένων.
Μακάριος Δρουσιώτης
Πολίτης
15/08/2009