• Κυριακή 5 Μαΐου 2024

KleptocraCY | Διαφθορά | Άρθρα

«Υπάρχουν τρία μέρη στον κόσμο όπου μπορώ να κάνω ό,τι θέλω: Η Κύπρος, το Μονακό και ο Σκορπιός»

Ο ολιγάρχης που εξαγόρασε ένα ολόκληρο κράτος

 Ο Ριμπολόβλεφ αναχωρεί από το δικαστήριο στο Μονακό, το 2017.

 

 

Ο νομικός οίκος Ανδρέας Νεοκλέους και Σία είχε εξειδίκευση στα διεθνή εμπιστεύματα (trusts). Το εμπίστευμα είναι μια μορφή πληρεξουσίου το οποίο δίνει ο κάτοχος μιας περιουσίας (εντολέας) σε έναν εντολοδόχο, ο οποίος τη διαχειρίζεται. Η ταυτότητα του εντολέα δεν είναι γνωστή στους τρίτους. Ο εντολοδόχος εμφανίζεται να κατέχει και να διαχειρίζεται μια περιουσία σαν να είναι δική του, ενώ στην ουσία ενεργεί για λογαριασμό και προς όφελος εκείνου που του δίνει την εντολή. Το επιχειρηματικό μοντέλο του Νεοκλέους ήταν ιδανικό για τους ολιγάρχες, τη νέα οικονομική ελίτ της μετασοβιετικής Ρωσίας, οι οποίοι είχαν περάσει στα χέρια τους τα λάφυρα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι ολιγάρχες αισθάνονταν ανασφαλείς έναντι του ενδεχομένου να τους κυνηγήσει το ρωσικό κράτος και αναζητούσαν τρόπους να κρύψουν τον πλούτο τους στο εξωτερικό.

 

Ο Νεοκλέους ήταν ο πρώτος Κύπριος δικηγόρος που άνοιξε γραφείο στη Ρωσία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και έκανε Ρώσους πελάτες. Ο πιο φημισμένος πελάτης του ήταν ο Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ, ο οποίος αρχικά προσέφυγε στον Νεοκλέους για να προστατεύσει τον πλούτο του από τους συνήθεις κινδύνους που αντιμετώπιζε ένας ολιγάρχης. Στη συνέχεια, τα εμπιστεύματα έγιναν το μέσο απόκρυψης της περιουσίας του Ριμπολόβλεφ από τη σύζυγό του, η οποία, το 2008, υπέβαλε αίτηση διαζυγίου διεκδικώντας το ένα δεύτερο της ύψους πέραν των $9 δισεκατομμυρίων οικογενειακής περιουσίας.

 

Ο Ριμπολόβλεφ κατάγεται από την πόλη Περμ, που είναι κτισμένη στις όχθες του ποταμού Κάμα στο ευρωπαϊκό τμήμα της Ρωσίας, στα Ουράλια Όρη. Γόνος οικογένειας γιατρών, σπούδασε και ο ίδιος ιατρική, στο Πανεπιστήμιο του Περμ. Στο πανεπιστήμιο γνώρισε και παντρεύτηκε τη σύζυγό του Ελένα. Στο Περμ υπήρχαν τα μεγαλύτερα παγκοσμίως αποθέματα ποτάσσας, που είναι πρώτη ύλη για την παραγωγή λιπασμάτων. Εκεί δραστηριοποιείτο η Uralkali, μια γιγαντιαία βιομηχανία λατόμευσης και επεξεργασίας ποτάσσας, με εξαγωγές στην παγκόσμια αγορά. Όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, ο Ριμπολόβλεφ είδε την ευκαιρία, εγκατέλειψε την ιατρική, εκμεταλλεύτηκε το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του τότε Προέδρου της Ρωσίας Μπορίς Γιέλτσιν, και απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών της Uralkali.

 

Στη Ρωσία του Γιέλτσιν η διατήρηση του νεοαποκτηθέντος πλούτου ήταν δυνατή μόνο σε όσους γνώριζαν ανθρώπους που θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που προέρχονταν είτε από τους ανταγωνιστές τους είτε από το διεφθαρμένο κράτος. Επιβίωναν αυτοί που είχαν τη στήριξη ομάδων του οργανωμένου εγκλήματος, που συνήθως αποτελούνταν από επιχειρηματίες, τοπικούς πολιτικούς, πρώην πράκτορες της KGB και στρατιωτικούς. Ο Ριμπολόβλεφ τύγχανε της υποστήριξης του Γιούρι Τρουτνέφ, δημάρχου του Περμ, ο οποίος αργότερα υπηρέτησε στο Κρεμλίνο ως συνεργάτης του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ακολούθως έγινε υπουργός Εθνικών Πόρων στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, και από το 2013 μέχρι σήμερα υπηρετεί ως αναπληρωτής Πρωθυπουργός.[1] Ο Ριμπολόβλεφ είχε επίσης μακρόχρονη σχέση με τον Σεργκέι Εζουμπτσένκο, επικεφαλής της FSB (διαδόχου της KGB) στην περιφέρεια του Περμ, ο οποίος τον υποστήριζε στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, ενώ τον είχε διορίσει και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Uralkali.[2]

 

Επειδή στη Ρωσία τίποτα δεν ήταν βέβαιο, ούτε ασφαλές, ο Ριμπολόβλεφ πήρε μέτρα από νωρίς. Από το 1993 έστειλε την οικογένειά του να ζήσει σε συνθήκες ασφάλειας στην Ελβετία. Το 1995 έκανε το πρώτο του δισεκατομμύριο και αναζητούσε τρόπους να προφυλάξει τον πλούτο του στο εξωτερικό. Το ιδανικό μοντέλο για τις ανάγκες του ήταν τα εμπιστεύματα, έτσι βρέθηκε στο πελατολόγιο του Ανδρέα Νεοκλέους, ο οποίος δημιούργησε για λογαριασμό του τα οικογενειακά εμπιστεύματα “Aries” και “Virgo”.[3] Τα ονόματα των εμπιστευμάτων ήταν εμπνευσμένα από τα ζώδια των δύο θυγατέρων του, οι οποίες ήταν, μαζί με τον ίδιο, οι δικαιούχοι, όχι όμως η σύζυγός του.

 

Το 1995, ενόσω ο Ριμπολόβλεφ βρισκόταν στην Ελβετία, δολοφονήθηκε στο Περμ ένας συνεταίρος του. Όταν επέστρεψε στη Ρωσία, συνελήφθη ως ύποπτος για τον φόνο. Κρατήθηκε για 11 μήνες, αλλά αφέθηκε ελεύθερος όταν ο βασικός μάρτυρας εναντίον του άλλαξε την κατάθεσή του και ενοχοποίησε τον εαυτό του.

 

Το 2006, η Uralkali μπήκε σε περιπέτειες, όταν κατέρρευσε ένα από τα λατομεία της και προκάλεσε τεράστια οικολογική καταστροφή, τη χειρότερη στην πρώην Σοβιετική Ένωση μετά το Τσέρνομπιλ. Έρευνα που έγινε υπό την εποπτεία του προστάτη τού Ριμπολόβλεφ, Γιούρι Τρουτνέφ, ο οποίος ήταν τότε υπουργός Εθνικών Πόρων, απάλλαξε την Uralkali από κάθε ευθύνη. Το 2008, το Κρεμλίνο άνοιξε ξανά την υπόθεση και διεκδικούσε από την Uralkali αποζημιώσεις μέχρι $50 δισεκατομμύρια. Η αναμόχλευση της υπόθεσης ήταν μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας του Πούτιν να θέσει υπό τον έλεγχό του επιχειρήσεις που είχαν ιδιωτικοποιηθεί επί Γιέλτσιν. Τελικά έγινε ένας συμβιβασμός και η εταιρεία κατέβαλε μόλις $218 εκατομμύρια ως αποζημιώσεις, όμως ένα χρόνο αργότερα, ο Ριμπολόβλεφ πούλησε τη συμμετοχή του στην Uralkali σε έναν όμιλο επιχειρηματιών με πλάτες στο Κρεμλίνο, για $6,5 δισεκατομμύρια.[4]

 

 

Το ακριβό διαζύγιο

Η πώληση του μεριδίου του Ριμπολόβλεφ στην Uralkali συνέπεσε με την καταχώριση σε δικαστήριο της Γενεύης των οικονομικών απαιτήσεων της συζύγου του, η οποία υπέβαλε αίτηση διαζυγίου για λόγους απιστίας, κατηγορώντας τον για τη φιλοξενία νεαρών γυναικών, «σε μαζική κλίμακα», στο πολυτελές γιοτ της οικογένειας.[5] Στα δικόγραφα της αίτησης διαζυγίου η Ριμπολόβλεβα τον κατηγορούσε επίσης για παιδοφιλία, επειδή είχε σεξουαλικές σχέσεις με ανήλικα κορίτσια.

 

Η Ριμπολόβλεβα διεκδικούσε μέσω της δικαστικής οδού $4,5 δισεκατομμύρια, που αντιστοιχούσαν στη μισή περιουσία που είχαν αποκτήσει με τον σύζυγό της κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου τους.[6] Ο Ριμπολόβλεφ δεν ήταν διατεθειμένος να μοιραστεί τον οικογενειακό πλούτο με την εν διαστάσει σύζυγό του, και θα έκανε τα πάντα για να τον αποκρύψει. Το δικηγορικό γραφείο του Ανδρέα Νεοκλέους δημιούργησε τότε ένα δίκτυο εταιρειών εγγεγραμμένων σε φορολογικούς παραδείσους και ελεγχόμενων από εμπιστεύματα που είχε δημιουργήσει για λογαριασμό του Ριμπολόβλεφ στην Κύπρο. Μέσω των εταιρειών αυτών ο Ριμπολόβλεφ μετέτρεψε μεγάλο μέρος της περιουσίας του σε ακίνητα και σε άλλες επενδύσεις, σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Η πιο πολυσυζητημένη επένδυσή του ήταν η αγορά ενός ακινήτου στη Φλώριδα, που ανήκε στον Ντόναλντ Τραμπ, σε υπερτιμημένη αξία, σε μια εποχή που η αυτοκρατορία του μέλλοντος Προέδρου των ΗΠΑ ταλανιζόταν από σοβαρά οικονομικά προβλήματα.[7] Η διασημότερη ωστόσο επένδυση του Ριμπολόβλεφ ήταν η αγορά του νησιού Σκορπιός από την Αθηνά Ωνάση, εγγονή του Έλληνα κροίσου Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος το 1968 είχε παντρευτεί εκεί την Τζάκι Κένεντι. Στην Κύπρο, το 2010, ο Ριμπολόβλεφ επένδυσε €500 εκατομμύρια και απέκτησε το 10% της Τράπεζας Κύπρου. Η επένδυση αυτή χάθηκε εξ ολοκλήρου στην οικονομική κρίση του 2013.

 

Το 2011 ο Ριμπολόβλεφ εγκαταστάθηκε στο Μονακό. Με το συμβολικό ποσό του ενός ευρώ αγόρασε το 66,67% των μετοχών της ποδοσφαιρικής ομάδας του πριγκιπάτου, μέσω του εμπιστεύματος “Zeus”, που επίσης διαχειριζόταν ο Ανδρέας Νεοκλέους. Ο Ριμπολόβλεφ επένδυσε στην AS Monaco €330 εκατομμύρια για την αγορά ποδοσφαιριστών, επαναφέροντας την ομάδα στο διεθνές ποδοσφαιρικό στερέωμα.[8] Ο Ρώσος ολιγάρχης δεν είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο, όμως η επένδυση αυτή του έδωσε αίγλη και κοινωνικό στάτους. Η AS Monaco ήταν το αγαπημένο παιδί του πρίγκιπα του Μονακό Αλβέρτου και μέσω αυτής της επένδυσης ο Ριμπολόβλεφ απέκτησε σχέσεις με τη βασιλική οικογένεια. Χρησιμοποιώντας ως όχημα την AS Monaco δημιούργησε ένα δίκτυο στενών επαφών με υπουργούς, μέλη του κοινοβουλίου και αξιωματικούς της αστυνομίας του πριγκιπάτου, που τον βοηθούσαν με τα επιχειρησιακά του συμφέροντα, του έδιναν εμπιστευτικές πληροφορίες και ετοίμαζαν νομοσχέδια που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του.[9]

 

Στη Γενεύη, οι Ριμπολόβλεφ είχαν γνωριστεί με την Τάνια Ράπο, η οποία ασχολείτο με εκδόσεις και είχε διεισδύσει στα ανώτερα στρώματα της τοπικής κοινωνίας. Η Ράπο ήταν σύζυγος του οδοντίατρου της Ελένα Ριμπολόβλεβα, και λόγω βουλγαρικής καταγωγής μιλούσε ρωσικά. Έτσι, τους βοηθούσε με τη γλώσσα — o Ριμπολόβλεφ δεν μιλούσε καμιά άλλη πέραν της ρωσικής — και έγινε η σύμβουλος του ζεύγους στη Γενεύη για όλα τα προβλήματα καθημερινότητας που μπορούσε να αντιμετωπίσει μια οικογένεια σε μια ξένη πόλη.[10] Η σχέση αυτή εξελίχθηκε σε στενή φιλία και η Ράπο έγινε νονά της δεύτερης κόρης των Ριμπολόβλεφ, που γεννήθηκε στη Γενεύη. Για νονός επιλέγηκε ένας πρώην συνταγματάρχης της KGB.[11]

 

Η Τάνια Ράπο περιέγραψε στη γαλλική έκδοση του περιοδικού Vanity Fair μία προσωπική εμπειρία που καταδεικνύει τη νοοτροπία του Ριμπολόβλεφ: «Ένα βράδυ, στην Ελβετία, συνόδευα τον Ντμίτρι και την Eλένα σε δείπνο με επιχειρηματίες και δικηγόρους, την ανώτερη μεσαία τάξη της Γενεύης. Eξηγώντας γιατί η Ελβετία τον είχε απογοητεύσει, είπε: “ Όταν ήμουν στη Ρωσία, νόμιζα ότι η χώρα σας ήταν η μόνη αληθινή καπιταλιστική χώρα στην Ευρώπη. Νόμιζα ότι οι άνθρωποι που έχουν τα χρήματα έχουν τη δύναμη, ότι ελέγχουν τη δικαιοσύνη, την αστυνομία και την κυβέρνηση. Αλλά εσείς κάνετε δημοψηφίσματα και έχετε σοσιαλιστές στο κοινοβούλιο …”».[12]

 

Είναι φανερό ότι όταν ο Ριμπολόβλεφ εγκαταστάθηκε στην Ελβετία, και ακολούθως στο Μονακό, μετέφερε μαζί του τη ρωσική νοοτροπία. Η σύζυγός του, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, είπε ότι ένας από τους λόγους του διαζυγίου τους ήταν η άρνηση του Ριμπολόβλεφ να δυτικοποιηθεί, σε αντίθεση με την ίδια, που υιοθέτησε τον ελβετικό τρόπο ζωής. «Ποτέ δεν έχει συμμετάσχει στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης. Δεν ζούσαμε στον ίδιο κόσμο», είπε.[13]

 

Όταν η Ελένα Ριμπολόβλεβα επιστράτευσε τους πιο καλούς δικηγόρους για να αναζητήσουν την οικογενειακή περιουσία σε όλο τον κόσμο, ο Ριμπολόβλεφ την αντιμετώπισε με τον ρωσικό τρόπο, για να την εξαναγκάσει σε συνθηκολόγηση. Καταρχάς αναζήτησε δικηγόρο στη Γενεύη που μιλούσε τη γλώσσα του και συμβλήθηκε με τη νεαρή και φιλόδοξη Τετιάνα Μπερσέντα, ουκρανικής καταγωγής, με σπουδές στη διεθνή επιδιαιτησία και εγγεγραμμένη στον δικηγορικό σύλλογο της πόλης. Η Μπερσέντα χώθηκε με τα μούτρα στη δουλειά και εξελίχθηκε σε πολύτιμη και έμπιστη συνεργάτιδα του Ριμπολόβλεφ. Ένας φίλος της δήλωσε στο Paris Match ότι ήταν ένας αφοσιωμένος στρατιώτης που «θα μπορούσε να κόψει και το χέρι της» για το αφεντικό της.[14] Η Μπερσέντα είχε στην ευθύνη της τα νομικά ζητήματα της εταιρείας Rigmora, η οποία διαχειριζόταν την οικογενειακή περιουσία των Ριμπολόβλεφ.[15] Ακολούθησε τον Ριμπολόβλεφ όταν αυτός εγκαταστάθηκε στο Μονακό και η ίδια έγινε μέλος του Συμβουλίου της AS Monaco. Η Τετιάνα Μπερσέντα απέκτησε τόση δύναμη στο περιβάλλον του Ριμπολόβλεφ, που στο Μονακό την αποκαλούσαν «Τσαρίνα».[16] Σύμφωνα με την Τάνια Ράπο, ο Ριμπολόβλεφ δεν μιλούσε με κανέναν άλλο εκτός από την κομμώτριά του και τη δικηγόρο του.[17]

 

Από το 2010 και μετά, όταν η Ριμπολόβλεβα καταχώρισε στο δικαστήριο τις οικονομικές της απαιτήσεις για το διαζύγιο, η ύψιστη προτεραιότητα του Ριμπολόβλεφ ήταν να θωρακίσει τον οικογενειακό πλούτο που διαχειριζόταν ο ίδιος από τις διεκδικήσεις της συζύγου του. Και δεν υπήρχε όριο πόσα θα πλήρωνε για να πετύχει τον σκοπό του.[18] Το γενικό πρόσταγμα αυτής της αποστολής το είχε η Τετιάνα Μπερσέντα.

 

Η περιουσία ήταν καμουφλαρισμένη πίσω από τα κυπριακά εμπιστεύματα και ο εντοπισμός της από τους δικηγόρους της Ελένα Ριμπολόβλεβα εξαρτάτο από τον βαθμό στεγανότητάς τους. Οι νομικοί σύμβουλοι του Ριμπολόβλεφ έκριναν ότι ο περί Εμπιστευμάτων Νόμος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν πρόσφερε επαρκή κάλυψη και ότι ήταν ανάγκη να αναθεωρηθεί για να καλύψει όλα τα κενά που υπήρχαν σε σχέση με τις δικαστικές διαδικασίες που είχε αρχίσει η Ριμπολόβλεβα σε διάφορα μέρη του κόσμου.

 

Την πρωτοβουλία προώθησης της τροποποίησης του νόμου ανέλαβε ο Ανδρέας Νεοκλέους, ο οποίος είχε ισχυρή οριζόντια επιρροή στο πολιτικό σύστημα της Κύπρου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Νεοκλέους αποδίδεται η φράση «δεν έχει σημασία ποιος εκλέγεται Πρόεδρος, την Κύπρο εγώ την κυβερνώ».[19] Η Ριμπολόβλεβα όρισε δικηγόρο της στην Κύπρο τον Λουκή Παπαφιλίππου, ο οποίος επίσης είχε ισχυρή επιρροή στο πολιτικό σύστημα και διατεινόταν ότι διέθετε δική του πολυκομματική κοινοβουλευτική ομάδα.

 

Οι Νεοκλέους και Παπαφιλίππου συνδέονταν με μακροχρόνια φιλία, όμως η υπόθεση Ριμπολόβλεφ τους έφερε σε σύγκρουση. Από φίλοι και επαγγελματικοί συνεργάτες έγιναν ορκισμένοι εχθροί, με τον καθένα τους να προσπαθεί να διευρύνει τις προσβάσεις που είχε στο πολιτικό σύστημα εις βάρος του άλλου. Ο Νεοκλέους διέθετε απεριόριστους πόρους, λόγω της οικονομικής επιφάνειας του πελάτη του, όμως η δύναμη του Παπαφιλίππου ήταν ο τηλεοπτικός σταθμός ΑΝΤ1, του οποίου ήταν ιδιοκτήτης. Στον ανταγωνισμό του με τον Παπαφιλίππου, και με φόντο την αντιπαλότητα για το διαζύγιο του Ριμπολόβλεφ, ο Νεοκλέους άρχισε να επενδύει στα μέσα ενημέρωσης είτε με την αγορά ποσοστών στις εκδοτικές επιχειρήσεις είτε με χορηγίες. Χρηματοδότης αυτών των επενδύσεων ήταν ο Ριμπολόβλεφ. Μέσω της επιρροής του στα μέσα ενημέρωσης ασκούσε πρόσθετη επιρροή στο πολιτικό σύστημα. Τα ζητήματα που ενδιέφεραν τον Ριμπολόβλεφ, αλλά και τον Νεοκλέους, ο οποίος διαχειριζόταν τα συμφέροντά του, συνήθως απολάμβαναν ευνοϊκής για τους ίδιους προβολής, ενώ απουσίαζαν οι αρνητικές ειδήσεις και η όποια κριτική.

 

 

Ο «Νόμος Ριμπολόβλεφ»

Τον Οκτώβριο του 2010, τρεις μόνο μήνες μετά τη δημοσιοποίηση των οικονομικών απαιτήσεων της Ελένα Ριμπολόβλεβα στην υπόθεση του διαζυγίου της, η Μαρία Κυριακού, βουλευτής του ΔΗΣΥ και συνεταίρος στο δικηγορικό γραφείο του Ανδρέα Νεοκλέους, κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο για τροποποίηση του Περί Εμπιστευμάτων Νόμου του 1992. Μέχρι να συζητηθεί το νομοσχέδιο στην αρμόδια Επιτροπή Οικονομικών, η Κυριακού έχασε την έδρα της στις εκλογές του 2011. Ωστόσο, όταν τελικά συζητήθηκε το θέμα, προσκλήθηκε στη συζήτηση, με την ιδιότητα του … ενδιαφερόμενου μέρους![20] Το νομοσχέδιο είχε ετοιμαστεί από τους νομικούς συμβούλους του Ριμπολόβλεφ, για να ανταποκρίνεται στον σκοπό του να μηδενίσει τις δυνατότητες της συζύγου του να εντοπίσει την οικογενειακή περιουσία. Ένας Γάλλος δημοσιογράφος που ασχολήθηκε με την υπόθεση ονόμασε εύστοχα τον νόμο «Νόμο Ριμπολόβλεφ».[21] Η προώθηση του νομοσχεδίου συνέπεσε με δημοσιεύματα στον Τύπο που πρόβαλλαν την τροποποίηση του νόμου ως αντίδοτο στην οικονομική κρίση, επειδή θα προσέλκυε τάχα νέες επενδύσεις.

 

Στην προσπάθεια του Νεοκλέους να προωθήσει την τροποποίηση του περί Εμπιστευμάτων Νόμου αντέδρασε ο Λουκής Παπαφιλίππου. Ο ισχυρότερος και αποτελεσματικότερος άνθρωπος του Παπαφιλίππου στο πολιτικό σύστημα ήταν ο Αβέρωφ Νεοφύτου, ο οποίος υπονόμευε την προώθηση του «Νόμου Ριμπολόβλεφ». Ο Νεοφύτου είχε ισχυρά επιχειρήματα για να αιτιολογήσει τη θέση του, αλλά και επιρροή στους διάφορους θεσμούς και τις υπηρεσίες που είχαν άποψη επί του θέματος.

 

Μεταξύ των τροποποιήσεων που προτείνονταν για τον νόμο ήταν να υπάρχει το δικαίωμα άρνησης της αποκάλυψης των στοιχείων του πραγματικού δικαιούχου ενός εμπιστεύματος. Η ρύθμιση αυτή παραβίαζε την Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Στη συζήτηση ενώπιον της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, η προϊσταμένη της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ) Εύα Παπακυριακού έφερε ένσταση στη συμπερίληψη αυτής της τροπολογίας. Η Μαρία Κυριακού επέκρινε δημόσια τη θέση της ΜΟΚΑΣ, κατηγορώντας όσους αντιστρατεύονταν την τροπολογία του νόμου ότι υπονόμευαν την κυπριακή οικονομία.[22] Αντιδρώντας η Παπακυριακού ανέφερε ότι, με βάση την Οδηγία κατά του ξεπλύματος που ενσωματώθηκε στην κυπριακή νομοθεσία, υπήρχε υποχρέωση αναγνώρισης του πραγματικού δικαιούχου από τον διαχειριστή ενός εμπιστεύματος, ο οποίος όφειλε να τηρεί εμπιστευτικά τα σχετικά στοιχεία και «υποχρεούται να τα αποκαλύψει μόνον σε περίπτωση έκδοσης σχετικού Δικαστικού Διατάγματος».[23]

 

Για να υπερπηδηθεί το εμπόδιο της σύγκρουσης του «Νόμου Ριμπολόβλεφ» με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, στις τροποποιήσεις υπήρχε πρόνοια σύμφωνα με την οποία όλες οι αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων θα αντιμετωπίζονταν «ως εάν αυτές να αντίκεινται στη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας και άρα δεν εφαρμόζονται στην Κύπρο».[24] Η επίκληση της δημόσιας τάξης σκοπό είχε να εξαιρέσει τον «Νόμο Ριμπολόβλεφ» από τους περιορισμούς που έθετε η ΕΕ, επειδή η δημόσια τάξη είναι εκτός του κοινοτικού κεκτημένου. Με την τροποποίηση του νόμου, αν η Ριμπολόβλεβα κέρδιζε μία δίκη στην Ελβετία και η απόφαση επέβαλλε στον τέως σύζυγό της να της παραχωρήσει μέρος της περιουσίας που ήταν εγγεγραμμένη σε διεθνές εμπίστευμα στην Κύπρο, η απόφαση αυτή δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί, και η υπόθεση θα έπρεπε να εκδικαστεί εξαρχής στην Κύπρο, για λόγους δημόσιας τάξης!

 

Ο Αβέρωφ Νεοφύτου αξιοποιούσε όλες αυτές τις στρεβλώσεις που υπήρχαν στο νομοσχέδιο, για να εμποδίσει την προώθησή του. Για τη στάση του αυτή επικρινόταν, επειδή θα χάνονταν τάχα επενδύσεις.[25] Απαντώντας ο Νεοφύτου ανέφερε ότι οι αλλαγές ήταν «προκλητικά ασύμβατες» με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. «Είναι πραγματικά ντροπή για την ευρωπαϊκή Κύπρο να γράφουμε tailor made προτάσεις νόμου προς εξυπηρέτηση συμφερόντων ίσως ενός μόνο πελάτη, και αδιαφορώντας για την αξιοπιστία και το συμφέρον της χώρας μας», ανέφερε.[26]

 

Παρασκηνιακά, οι βουλευτές παραδέχονταν ότι ο νόμος ήταν εξυπηρέτηση στον Ριμπολόβλεφ, όμως επικαλούνταν ως άλλοθι διαβεβαιώσεις ότι εάν ψηφιζόταν η τροποποίηση, ο Ρώσος ολιγάρχης θα έκανε χρήση των δικαιωμάτων του και θα συμμετείχε στην αύξηση του κεφαλαίου της Τράπεζας Κύπρου, που αναζητούσε εναγωνίως νέα κεφάλαια.

 

Ένα από τα μεγαλύτερα αγκάθια του νομοσχεδίου ήταν η πρόνοια για μη αναγνώριση ξένων δικαστικών αποφάσεων, για την οποία έφερνε ένσταση και η Νομική Υπηρεσία. Τελικά, ο τότε γενικός εισαγγελέας Πέτρος Κληρίδης συμβιβάστηκε και, με επιστολή του στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, έδωσε τη συγκατάθεσή του αποδεχόμενος το αιτιολογικό ότι «η σχετική πρόνοια θα αποτελεί κανόνα δημόσιας τάξης για το εθνικό δίκαιο»[27] και συνεπώς δεν υπόκειτο στους περιορισμούς των Κανονισμών της ΕΕ!

 

Ο Αβέρωφ Νεοφύτου διαφωνούσε με την προσέγγιση του γενικού εισαγγελέα και ο ΔΗΣΥ ζήτησε να αποσταλεί ο «Νόμος Ριμπολόβλεφ» στην ΕΕ για να εξεταστεί αν η ταύτιση του απορρήτου της περιουσίας των εμπιστευμάτων με τη δημόσια τάξη ήταν συμβατή με το κεκτημένο. Ξαφνικά, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΔΗΣΥ εγκατέλειψε όλες τις ενστάσεις και ο «Νόμος Ριμπολόβλεφ» ψηφίστηκε, σχεδόν ομόφωνα, στις 8 Μαρτίου 2012. Αιτιολογώντας τη θετική ψήφο του ΔΗΣΥ, ο τότε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος Τάσος Μητσόπουλος είπε ότι το κόμμα συνεκτίμησε «το πιεστικό αίτημα του τραπεζικού τομέα το οποίο προβάλλεται για την υπερψήφιση της συγκεκριμένης νομοθεσίας».[28] Με άλλα λόγια, ο ΔΗΣΥ ισχυριζόταν ότι ψήφισε τον νόμο ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή του Ριμπολόβλεφ στην αύξηση του κεφαλαίου της Τράπεζας Κύπρου.

 

Στην ψηφοφορία υπήρξαν δύο αρνητικές ψήφοι, του Αβέρωφ Νεοφύτου και του Σωτήρη Σαμψών, ο οποίος επίσης ήταν της επιρροής του Παπαφιλίππου. Αιτιολογώντας την αρνητική ψήφο του, ο Νεοφύτου έκανε δύο παρατηρήσεις: «Πρώτον, όταν υποβάλλονται προτάσεις νόμου από οποιοδήποτε συνάδελφο σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, δεν [πρέπει να] έχουν οποιαδήποτε σχέση με επαγγελματικές δραστηριότητες και διασύνδεση με τις συγκεκριμένες τροπολογίες».[29] Η μομφή ήταν για την τέως βουλευτή του κόμματός του Μαρία Κυριακού, η οποία είχε καταθέσει την πρόταση νόμου στη Βουλή κατά παραγγελία του δικηγορικού γραφείου του Ανδρέα Νεοκλέους. «Δεύτερον, η Βουλή θωρακίζει το κύρος της, αλλά και το κύρος της χώρας, διασφαλίζοντας ότι δεν παρεμβαίνει ή δεν επιτρέπει να γίνονται παρεμβάσεις νομοθετικές που επηρεάζουν εν εξελίξει διαδικασίες, και ιδιαίτερα εκκρεμούσες δικαστικές αποφάσεις». Η μομφή ήταν για τη σκοπιμότητα της σχετικής νομοθεσίας, ενόψει της απόφασης της εν εξελίξει δικαστικής διαμάχης για το διαζύγιο του Ριμπολόβλεφ.

 

Ουδείς διαφώνησε ή ερμήνευσε διαφορετικά τα πράγματα. Διά της σιωπής της η Βουλή των Αντιπροσώπων παραδέχτηκε ότι ψήφιζε ένα νόμο κατά παραγγελία ενός ολιγάρχη, σκοπός του οποίου ήταν να αποστερήσει από τη σύζυγό του τη δυνατότητα να διεκδικήσει τα δικαιώματά της στην οικογενειακή περιουσία. Κατά διαβολική σύμπτωση, ο νόμος ψηφίστηκε στις 8 Μαρτίου, που είναι η Ημέρα της Γυναίκας. Η διαδικασία αύξησης κεφαλαίου της Τράπεζας Κύπρου ολοκληρώθηκε αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου, αλλά ο Ριμπολόβλεφ δεν συμμετείχε, αθετώντας την υπόσχεσή του.[30]

 

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στη Βουλή κατέδειξε και το ποιος ήταν το αφεντικό στην πόλη. Ο Νεοκλέους επικράτησε κατά κράτος του Παπαφιλίππου. Η επικράτηση του Νεοκλέους οφειλόταν στη στροφή του ΔΗΣΥ, μετά από παρέμβαση του τότε προέδρου του και υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές του 2013, Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος είχε κάνει προσωπική συμφωνία με τον Ριμπολόβλεβ, η οποία είχε και οικονομική πτυχή.

 

Ο σύνδεσμος του Αναστασιάδη με τον Ριμπολόβλεφ ήταν ο δημοσιογράφος Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας επικοινωνίας Γνώρα. Η Γνώρα ιδρύθηκε το 2003 και μέχρι το 2010 ήταν μια σχετικά μικρή εταιρεία. Το 2010 ήταν έτος σταθμός για την εταιρεία και τον ιδρυτή της. Ήταν η χρονιά που ο Χατζηκυριάκος ανέλαβε τα θέματα επικοινωνίας του Αναστασιάδη όταν ο τελευταίος άρχισε να προετοιμάζει την υποψηφιότητά του για τις προεδρικές. Αργότερα τον ίδιο χρόνο προέκυψε το σχέδιο του Ριμπολόβλεφ να χρησιμοποιήσει τους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας για να θωρακίσει τον πλούτο του από τις διεκδικήσεις της συζύγου του. Με εισήγηση του Ανδρέα Νεοκλέους, ο Χατζηκυριάκος ανέλαβε και τα θέματα επικοινωνίας του Ριμπολόβλεφ. Η επιλογή του Χατζηκυριάκου δεν μπορεί να ήταν άσχετη με το ότι εργαζόταν ταυτόχρονα για τον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος στην Κύπρο.

 

Πολλές και σημαντικές πληροφορίες για τη σχέση του Αναστασιάδη με τον Ριμπολόβλεφ και για τον ρόλο που διαδραμάτισε ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος περιέχονται στα προσωπικά τηλεφωνικά μηνύματα της δικηγόρου του Ριμπολόβλεφ Τετιάνα Μπερσέντα, τα οποία κατασχέθηκαν από τις αρχές του Μονακό για άλλη υπόθεση, στην οποία θα γίνει αναφορά στη συνέχεια. Ορισμένα από τα μηνύματα διέρρευσαν αρχικά στην εφημερίδα Le Monde.[31] Αργότερα, η γαλλική ιστοσελίδα ερευνητικής δημοσιογραφίας Mediapart[32] και το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel[33] σε έρευνές τους για τις δραστηριότητες του Ριμπολόβλεφ στην Κύπρο, δημοσίευσαν ορισμένα από τα μηνύματα της Μπερσέντα. Με αφετηρία αυτά τα δημοσιεύματα αναζήτησα και εξασφάλισα ολόκληρο το ντοσιέ των μηνυμάτων της Μπερσέντα, το οποίο είναι τεκμήριο σε ποινική υπόθεση σε δικαστήριο του Μονακό.[34] Τα μηνύματα που αναφέρονταν στην Κύπρο αποτελούν βασική πηγή μου για την τεκμηρίωση της διαπλοκής του κυπριακού πολιτικού συστήματος με τον Ριμπολόβλεφ.[35] Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των μηνυμάτων της Μπερσέντα, ο Χατζηκυριάκος, υπό τον μανδύα του επικοινωνιολόγου, ήταν ο μεσάζων μεταξύ του Ριμπολόβλεφ και του κυπριακού πολιτικού συστήματος, και κυρίως μεταξύ του Ριμπολόβλεφ και του Αναστασιάδη.

 

Η συνεργασία του Αναστασιάδη με τον Ριμπολόβλεφ είχε οικονομική πτυχή, σε βαθμό που ο ολιγάρχης διατεινόταν ότι «είχε έλεγχο επί του Προέδρου της Κύπρου».[36] Η μαρτυρία προέρχεται από την Τάνια Ράπο, η οποία ενεργούσε και ως μεταφράστρια του Ριμπολόβλεφ, και είχε πρωτογενή γνώση των δραστηριοτήτων του. Σύμφωνα με τη Ράπο, ο Ριμπολόβλεφ διατεινόταν ότι «υπάρχουν τρία μέρη στον κόσμο όπου μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε: Η Κύπρος, το Μονακό και ο Σκορπιός».[37] Στο βιβλίο του Ο μυστήριος κύριος Ριμπολόβλεφ, ο Γάλλος δημοσιογράφος Ρενό Ρεβέλ περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο με τίτλο «Ο Βασιλιάς της Κύπρου»,[38] στο οποίο περιγράφει τη χώρα μας ως φέουδο του ολιγάρχη. Επικαλούμενος αυτήκοο μάρτυρα, ο συγγραφέας καταγράφει μία στιχομυθία του Ριμπολόβλεφ με φίλους του, στους οποίους είπε ότι «εγώ έβαλα τον Αναστασιάδη εκεί που είναι σήμερα, χωρίς εμένα δεν θα βρισκόταν εκεί». Ο Ριμπολόβλεφ, γράφει ο Ρεβέλ, ήταν ο μεγάλος χρηματοδότης της προεκλογικής εκστρατείας του Αναστασιάδη. Επίσης, ο Ρωσοαμερικανός ιστορικός Γιούρι Φελστίνσκι, σε ένα εκτεταμένο ερευνητικό ρεπορτάζ του για τις πρακτικές του Ριμπολόβλεφ έγραψε ότι ο Ρώσος ολιγάρχης «συνήθιζε να καυχιέται στους φίλους του ότι αυτός ήταν που ανέβασε τον Νίκο Αναστασιάδη στην εξουσία ως Πρόεδρο της Κύπρου τον Φεβρουάριο του 2013».[39] Το κίνητρο του Ριμπολόβλεφ δεν ήταν άλλο από την αντιδικία με τη σύζυγό του για το διαζύγιο. «[Ο Αναστασιάδης] μου υποσχέθηκε προσωπικά ότι θα ασχοληθεί με την υπόθεση της γυναίκας μου»,[40] διατεινόταν ο Ριμπολόβλεφ, και τα γεγονότα που ακολούθησαν τον επιβεβαίωσαν.

 

Η διεξαγωγή εκλογών, και δη προεδρικών, προϋποθέτει προϋπολογισμούς εκατομμυρίων. Τα χρήματα συγκεντρώνονται με αδιαφανείς διαδικασίες και αυτοί που συνεισφέρουν επενδύουν σε ανταλλάγματα που θα τους επιφέρουν κέρδη. Όταν, στα μέσα του 2012, ο Αναστασιάδης μου καυχήθηκε ότι είχε απεριόριστους πόρους για τη χρηματοδότηση της εκστρατείας του,[41] ο Ριμπολόβλεφ ήταν ένας από τους Ρώσους «φίλους» του οι οποίοι είχαν επενδύσει στην υποψηφιότητά του. Όσα και αν έδινε ο Ριμπολόβλεφ στον Αναστασιάδη, ήταν ασήμαντα μπροστά στο διακύβευμα του διαζυγίου του, που ήταν της τάξης των δισεκατομμυρίων.

 

 

Η ποδηγέτηση της Δικαιοσύνης

Μία από τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ο Ριμπολόβλεφ για να εξαναγκάσει τη σύζυγό του να συμβιβαστεί ήταν ο προσεταιρισμός των δικηγόρων της. Η Ελένα Ριμπολόβλεβα είχε εξασφαλίσει τις υπηρεσίες του Μαρκ Μπονάντ, ενός από τους πιο φημισμένους δικηγόρους της Γενεύης, ο οποίος αποκαλείται «Μότσαρτ της δικηγορίας». Ο Μπονάντ ήταν γνωστός με τον Λουκή Παπαφιλίππου, ο οποίος ανέλαβε να εκπροσωπήσει την Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο. Η δικηγόρος του Ριμπολόβλεφ Τετιάνα Μπερσέντα προσέγγισε τον Παπαφιλίππου και του υποσχέθηκε επαγγελματική συνεργασία.[42] Ο Λουκής Παπαφιλίππου, με τη δικαιολογία ότι δεν θα ασχολείτο πλέον με το οικογενειακό δίκαιο, παράτησε την υπόθεση της Ριμπολόβλεβα και σύστησε στην πελάτιδά του τη δικηγόρο Αλεξάνδρα Πελαγία, η οποία και ανέλαβε την υπόθεσή της.

 

Η αποχώρηση του Παπαφιλίππου από την υπεράσπιση της Ριμπολόβλεβα ήταν μία μεγάλη νίκη για τον Ριμπολόβλεβ. Σε μια παράλληλη κίνηση, ο Ανδρέας Νεοκλέους, μέσω της πρόσβασής του σε όλα σχεδόν τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, ασκούσε πίεση στον Αβέρωφ Νεοφύτου με αρνητικά δημοσιεύματα, με σκοπό να συνθηκολογήσει. Στα τέλη Σεπτεμβρίου 2013 έγινε ένα γεύμα συμφιλίωσής τους. Ως αποτέλεσμα, σταμάτησε η εκστρατεία δυσφήμισης του Νεοφύτου και ο τελευταίος θα συμβιβαζόταν στην υπόθεση Ριμπολόβλεφ.

 

Το φθινόπωρο του 2013, η πλευρά του Ριμπολόβλεφ, χωρίς ουσιαστικούς αντιπάλους στην Κύπρο, άρχισε να εφαρμόζει ένα σχέδιο ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, για να εξυπηρετήσει τις υποθέσεις του. Με νομική βάση τον «Νόμο Ριμπολόβλεφ», η εταιρεία Montrago, που είχε τη διαχείριση του εμπιστεύματος “Aries”, πίσω από το οποίο έκρυψε μέρος της περιουσίας του ο Ριμπολόβλεφ, αιτήθηκε απόφαση από το Δικαστήριο Λευκωσίας με την οποία να απαγορεύεται στην Ελένα Ριμπολόβλεβα και τους δικηγόρους της να λάβουν οποιαδήποτε μέτρα κατά του εμπιστεύματος, οπουδήποτε στον υπόλοιπο κόσμο.

 

Ταυτόχρονα με την καταχώριση της υπόθεσης στο δικαστήριο, η Montrago, διά του δικηγορικού γραφείου Ανδρέας Νεοκλέους και Σία, αιτήθηκε και εξασφάλισε, στις 9 Οκτωβρίου 2013, προσωρινό διάταγμα με το οποίο το Δικαστήριο Λευκωσίας «διατάττει, απαγορεύει και εμποδίζει» τη Ριμπολόβλεβα και τους δικηγόρους της να «συνεχίζουν την προώθηση οποιωνδήποτε νομικών διαδικασιών σε οποιοδήποτε δικαστήριο οπουδήποτε, εκτός ενώπιον των Κυπριακών Δικαστηρίων […] προς υποστήριξη των ισχυριζόμενων δικαιωμάτων της τα οποία προκύπτουν από τη συζυγική της σχέση με τον σύζυγό της»![43] Στις 20 Ιανουαρίου 2014, μετά από νέα αίτηση της Montrago, το δικαστήριο εξέδωσε άλλο ένα διάταγμα, με το οποίο διέτασσε την επίδοση του πρώτου προσωρινού διατάγματος στους εννέα δικηγόρους της Ριμπολόβλεβα στην Ελβετία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία.[44] Με λίγα λόγια, ο Ριμπολόβλεφ είχε παραγγείλει ένα νόμο, που τον ψήφισε σχεδόν ομόφωνα η Βουλή, ο οποίος απαγόρευε στη σύζυγό του να κινήσει οποιαδήποτε διαδικασία εναντίον των εμπιστευμάτων του, οπουδήποτε στον κόσμο εκτός από την Κύπρο. Στη συνέχεια, εξασφάλισε διάταγμα από το δικαστήριο που απαγόρευε στη Ριμπολόβλεβα και τους δικηγόρους της να το επιχειρήσουν!

 

Σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, όταν ένας δικηγόρος αιτείται την έκδοση ενός διατάγματος από το δικαστήριο, η αίτησή του παραπέμπεται σε ένα δικαστή, με βάση το πρόγραμμα κατανομής των υποθέσεων που ετοιμάζεται εκ των προτέρων από το Πρωτοκολλητείο, χωρίς να υπάρχει, θεωρητικά, η δυνατότητα επιλογής. Η αίτηση για το πρώτο διάταγμα παραπέμφθηκε στον δικαστή Χάρη Σολομωνίδη, ο οποίος και ενέκρινε την έκδοσή του. Δύο μήνες μετά, όταν η Montrago αιτήθηκε το δεύτερο διάταγμα, η υπόθεση «έπεσε» ξανά στον ίδιο δικαστή, ο οποίος και πάλι το ενέκρινε.

 

Την ίδια περίοδο, ο Ανδρέας Νεοκλέους πρόσφερε εργασία στη σύζυγο του Σολομωνίδη, και άρχισε να συζητείται στους νομικούς κύκλους ότι ο δικαστής ήταν «πιασμένος». Το θέμα αυτό ήγειρε σε συζήτηση που είχε μέσω τηλεφωνικών μηνυμάτων ο δικηγόρος Λέανδρος Παπαφιλίππου, γιος του Λουκή Παπαφιλίππου, με τη δικηγόρο του Ριμπολόβλεφ, Τετιάνα Μπερσέντα. «Ξέρω ότι η γυναίκα του δικαστή εργάζεται μυστικά στο λογιστήριο του Νεοκλέους. Έκανε μια προσφορά και στην κόρη του [Σολομωνίδη] να εργαστεί εκεί αλλά το απέρριψε με δική μου συμβουλή και γνωρίζω ότι προφανώς πληρώνετε και για όλα αυτά»,[45] έγραψε ο Παπαφιλίππου στην Μπερσέντα, η οποία δεν σχολίασε. Την επομένη, ο Λέανδρος Παπαφιλίππου επανήλθε με νέο μήνυμα, πληροφορώντας την Μπερσέντα ότι «υπάρχει μυστική έρευνα μεταξύ των δικαστών σε σχέση με την κοινή πρακτική του Νεοκλέους να εξαγοράζει ή να αποπειράται να εξαγοράσει [δικαστές]».[46] Επίσης την ενημέρωσε ότι η δικηγόρος της Ριμπολόβλεβα, Αλεξάνδρα Πελαγία, θα έκανε καταγγελία στον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου εναντίον του συγκεκριμένου δικαστή.

 

Οι πληροφορίες που έδωσε ο Παπαφιλίππου στην Μπερσέντα αποδείχθηκαν βάσιμες. Αμέσως μετά την έκδοση του δεύτερου διατάγματος υπέρ του Ριμπολόβλεφ, η σύζυγος του δικαστή προσελήφθη επίσημα στην εταιρεία A. Neocleous Trust Company Ltd. Στις 13 Μαΐου 2014, η Αλεξάνδρα Πελαγία υπέβαλε αίτηση εξαίρεσης του δικαστή από τη συγκεκριμένη υπόθεση, για λόγους προκατάληψης. Στην καταγγελία υποστηρίχθηκε ότι οι δύο αιτήσεις για έκδοση διαταγμάτων τέθηκαν σκόπιμα ενώπιον του ίδιου δικαστή, και ως εκ τούτου η διαδικασία ήταν μολυσμένη. Ο Σολομωνίδης δίκασε ο ίδιος το αίτημα εξαίρεσής του (!) και το απέρριψε. Στην απόφασή του ανέφερε ότι οι δύο αιτήσεις είχαν τεθεί ενώπιόν του «σύμφωνα με το υφιστάμενο πρόγραμμα κατανομής των υποθέσεων που τηρείται και ακολουθείται από το Πρωτοκολλητείο» και ότι η μεταγενέστερη εργοδότηση της συζύγου του από εταιρεία του Νεοκλέους δεν αποτελούσε λόγο για εξαίρεσή του.[47] Τον Ιούλιο του 2014, ο Σολομωνίδης κατέστησε και τα δύο προσωρινά διατάγματα μόνιμα. Έτσι, απαγορεύτηκε οριστικά στη Ριμπολόβλεβα να κινηθεί νομικά εναντίον των κυπριακών εμπιστευμάτων οπουδήποτε στον κόσμο και στους δικηγόρους της να την υπερασπίζονται!

 

Η Πελαγία κατάγγειλε εγγράφως τον Σολομωνίδη στον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μύρωνα Νικολάτο,[48] αλλά η υπόθεση δεν εξετάστηκε, με τη δικαιολογία ότι για τις επίδικες υποθέσεις εκκρεμούσαν εφέσεις οι οποίες θα έπρεπε πρώτα να δικαστούν και μετά να εξεταστεί η καταγγελία εναντίον του δικαστή. Καμιά σχέση δεν μπορεί να υπάρξει μεταξύ υποψίας για διαφθορά δικαστή με εκκρεμότητα υπόθεσης στο Εφετείο. Εξάλλου, όταν λήφθηκε η απόφαση αυτή από το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο λειτουργούσε και ως Δικαστικό Συμβούλιο, ήταν γνωστό ότι σε μερικούς μήνες ο Σολομωνίδης θα αφυπηρετούσε και το πειθαρχικό όργανο των δικαστών δεν θα είχε πλέον δικαιοδοσία να εξετάσει παραπτώματα εναντίον του, όπως και έγινε.

 

Η απαγόρευση στη Ριμπολόβλεβα να κινηθεί νομικά εναντίον των οικογενειακών εμπιστευμάτων οπουδήποτε στον κόσμο εκτός από την Κύπρο ήταν μόνο το ένα σκέλος της προσπάθειας του Ριμπολόβλεφ να τσακίσει την πρώην σύζυγό του. Το άλλο σκέλος ήταν να της αποστερήσει την οικονομική δυνατότητα να πληρώνει τους καλύτερους δικηγόρους. Η μόνη σημαντική περιουσία που η Ριμπολόβλεβα είχε υπό τον έλεγχό της ήταν ένα δακτυλίδι από διαμάντια αξίας $25 εκατομμυρίων. Ήταν το δώρο που της είχε κάνει ο σύζυγός της για τα τεσσαρακοστά γενέθλιά της. Η υποψία ήταν ότι η Ριμπολόβλεβα πούλησε ή χρησιμοποίησε το πολύτιμο κόσμημα ως εγγύηση για να δανειστεί χρήματα, με τα οποία χρηματοδοτούσε τη νομική μάχη με τον σύζυγό της για τους οικονομικούς όρους του διαζυγίου. «Όταν ξεκινά μια μάχη με κάποιον, πρέπει να του κόψεις το οξυγόνο», θα έλεγε αργότερα ο Ριμπολόβλεφ στην Τάνια Ράπο.[49]

 

Το σχέδιο του Ριμπολόβλεφ ήταν να κατηγορήσει τη σύζυγό του ότι είχε κλέψει το δακτυλίδι, που ήταν εγγεγραμμένο στο οικογενειακό εμπίστευμα “Domus” στην Κύπρο, και ότι η αξιοποίηση των εσόδων από την πώληση ή την υποθήκευσή του ήταν στην ουσία ξέπλυμα χρήματος. Εν ολίγοις, η Ριμπολόβλεβα θα καταγγελλόταν για κλοπή του δακτυλιδιού και θα εκβιαζόταν να αποσύρει όλες τις αξιώσεις κατά του συζύγου της σε σχέση με το μερίδιό της στην οικογενειακή περιουσία. Για τον σκοπό αυτό εκπονήθηκε ένα σατανικό σχέδιο δράσης που θα λάμβανε χώρα στην Κύπρο και στο οποίο ενεπλάκη όλο το διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας, από την κορυφή μέχρι τον πάτο. Σύμφωνα με το σχέδιο, η Ριμπολόβλεβα θα παρασυρόταν να επισκεφθεί την Κύπρο, θα συλλαμβανόταν ως ύποπτη για κλοπή και θα διωκόταν για ξέπλυμα χρήματος, μέχρι να εξαναγκαστεί να υπογράψει διαζύγιο άνευ οικονομικών απαιτήσεων. Για να καταστεί εφικτή η εκτέλεση του σχεδίου, έπρεπε να τακτοποιηθούν κάποιες σοβαρές νομικές εκκρεμότητες. Για παράδειγμα, η Ριμπολόβλεβα ζούσε στην Ελβετία, όπου είχε διαπραχθεί και η υποτιθέμενη κλοπή. Πώς όμως θα συλλαμβανόταν στην Κύπρο μια γυναίκα που ζούσε σε άλλη χώρα, για ένα αδίκημα που επίσης διαπράχθηκε σε τρίτη χώρα; Η λύση που επινοήθηκε ήταν η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα της Κύπρου κατά τρόπο που θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου δράσης, στα πρότυπα του προηγούμενου του «Νόμου Ριμπολόβλεφ».

 

Αυτή τη φορά, την πρωτοβουλία για κατά παραγγελία τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα θα αναλάμβανε ο Αβέρωφ Νεοφύτου, ο οποίος είχε συμφιλιωθεί και συνεργαζόταν πλέον με τον Νεοκλέους. Στις 9 Οκτωβρίου 2013, ημερομηνία κατά την οποία ξεκίνησε και η διαδικασία στο δικαστήριο για την έκδοση των διαταγμάτων κατά της Ριμπολόβλεβα και των δικηγόρων της, ο Νεοφύτου κατέθεσε στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής πρόταση νόμου για την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και έριξε όλο του το πολιτικό βάρος στην ταχεία ψήφισή του. Στις 23 Οκτωβρίου, δηλαδή σε μόλις 15 μέρες —σε αντίθεση με τους 15 μήνες που χρειάστηκαν για τον «Νόμο Ριμπολόβλεφ», όταν ο Νεοφύτου ήταν στην απέναντι πλευρά— η τροποποίηση ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή. Και σε αυτή την περίπτωση η κατά παραγγελία τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα περιβλήθηκε με αγνά κίνητρα, που ήταν … «η ενίσχυση και η αναβάθμιση της Κύπρου ως διεθνούς επιχειρηματικού κέντρου».[50]

 

Με την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, η δικαιοδοσία των κυπριακών δικαστηρίων επεκτάθηκε «στην εκδίκαση αδικημάτων που διαπράχθηκαν σε οποιαδήποτε ξένη χώρα από οποιοδήποτε πρόσωπο, αν το αδίκημα προκάλεσε βλάβη ή ζημιά σε περιουσία ή αποστέρησε ή κατακρατεί περιουσία που βρίσκεται εκτός της Δημοκρατίας και που ανήκει άμεσα ή έμμεσα […] σε εταιρεία που έχει το εγγεγραμμένο γραφείο της στη Δημοκρατία ή σε εμπίστευμα που διέπεται από το κυπριακό Δίκαιο».[51] Εν ολίγοις, με την τροποποίηση αυτή, η υποτιθέμενη κλοπή ενός κοσμήματος στην Ελβετία από μια μόνιμη κάτοικο της χώρας αυτής ήταν ποινικό αδίκημα στην Κύπρο εάν το κόσμημα ήταν καταγραμμένο ως περιουσιακό στοιχείο ενός εμπιστεύματος που ήταν εγγεγραμμένο στην Κυπριακή Δημοκρατία. Επειδή η «κλοπή» του κοσμήματος τοποθετήθηκε χρονικά στο 2009, δηλαδή επτά χρόνια πριν την ποινικοποίηση της πράξης, ο νομοθέτης, εν τη … σοφία του, κατέστησε ποινικά κολάσιμη την αποστέρηση ή κατακράτηση περιουσίας του εμπιστεύματος! Με άλλα λόγια, η Ελένα Ριμπολόβλεβα θα κατηγορείτο το 2015 ότι διέπραττε ποινικό αδίκημα στην Κύπρο, επειδή κατακρατούσε ένα δακτυλίδι που δήθεν έκλεψε το 2009 στην Ελβετία.

 

 

Η σύλληψη της Ριμπολόβλεβα

Το παρασκήνιο αυτής της σατανικής υπόθεσης, που παραπέμπει σε μαφία παρά σε συντεταγμένο κράτος μέλος της ΕΕ, αποκαλύφθηκε λίγα χρόνια αργότερα, όταν οι διωκτικές αρχές του Μονακό κατάσχεσαν το κινητό τηλέφωνο της δικηγόρου του Ριμπολόβλεφ και εντόπισαν σε αυτό τα μηνύματα που αντάλλαζε με τους εκτελεστές του σχεδίου στην Κύπρο. Από το περιεχόμενο των μηνυμάτων προκύπτει ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε γνώση του σχεδίου και τηρείτο ενήμερος για την εξέλιξή του. Συντονιστικό ρόλο έπαιζε ο προσωπικός του σύμβουλος επικοινωνίας Ανδρέας Χατζηκυριάκος. Ρόλο στην οργάνωση της σύλληψης της Ριμπολόβλεβα διαδραμάτισε και ο βοηθός γενικός εισαγγελέας Ρίκκος Ερωτοκρίτου.

 

Τον Δεκέμβριο του 2013 επισκέφθηκε την Κύπρο ο Σεργκέι Τσερνίτσιν, στέλεχος του οικογενειακού γραφείου[52] του Ριμπολόβλεφ, για συντονισμό με τις τοπικές αρχές και με τον άνθρωπο του Ριμπολόβλεφ στην Κύπρο, τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο. Σε ένα μήνυμά του προς την Τετιάνα Μπερσέντα, ο Τσερνίτσιν την ενημέρωνε ότι είχε κλείσει ραντεβού με τον υπουργό Δικαιοσύνης Ιωνά Νικολάου για τις 11 Δεκεμβρίου 2013.[53] Όταν ο Νικολάου ρωτήθηκε σχετικά από τη γαλλική ιστοσελίδα ερευνητικής δημοσιογραφίας Mediapart,[54] αρνήθηκε ότι έγινε τέτοια συνάντηση. Ωστόσο, από όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και ο υπουργός προσωπικά — προφανώς με οδηγίες του Αναστασιάδη — είχαν ενεργό συμμετοχή στο σχέδιο σύλληψης και εκβιασμού της Ριμπολόβλεβα.

 

Η εκτέλεση του σχεδίου σύλληψης της Ριμπολόβλεβα προγραμματίστηκε για τα τέλη Φεβρουαρίου 2014. Στις 7 Φεβρουαρίου διευθετήθηκε τηλεδιάσκεψη του Ριμπολόβλεφ με τον Λέανδρο Παπαφιλίππου. Από το περιεχόμενο των μηνυμάτων που αντάλλαξε στη συνέχεια ο Παπαφιλίππου με την Μπερσέντα τεκμαίρεται ότι του ζητήθηκε να παίξει παιχνίδι με τη δικηγόρο της Ριμπολόβλεβα, Αλεξάνδρα Πελαγία. Ο Παπαφιλίππου είχε ηθικά διλήμματα να συνεργαστεί. «Δεν διασκεδάζω με αυτά. Η Αλεξάνδρα μου ζητά συμβουλές ως φίλος», έγραψε σ’ ένα μήνυμά του προς την Μπερσέντα. Ο Παπαφιλίππου, ο οποίος βρισκόταν σε επαγγελματικό ανταγωνισμό με τον Νεοκλέους, είχε έντονες επιφυλάξεις για τις πρακτικές του τελευταίου και προσπαθούσε να εξηγήσει στην Μπερσέντα ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να συνεργαστεί μαζί του: «Χάσατε από την έλλειψη ηθικής στην ομάδα σας. Έχω πρόβλημα να συνεργαστώ μαζί τους. […] Θα ήθελα ειλικρινά μια συνεργασία μαζί σας, αλλά αυτό δεν είναι δουλειά. Λυπάμαι. Ο πελάτης θα πει πόσα θέλεις; Δεν είναι αυτό το ζήτημα. Απόδειξέ μου σε παρακαλώ ότι υπάρχει κάποιος ηθικός λόγος να το κάνουμε αυτό ή είμαστε έξω».[55] Στη συνέχεια επέμεινε λέγοντας στην Μπερσέντα «παρακαλώ να με πείσετε ότι πραγματικά αξίζει να κάνουμε αυτό που κάνουμε»[56] και προφανώς αναφερόταν σε πρόθεση του Ριμπολόβλεφ να επηρεάσει δικαστές, επειδή στη συνέχεια, με νέο μήνυμά του, αναφέρθηκε στην υπόθεση του δικαστή Σολομωνίδη, ο οποίος είχε εκδώσει τα απαγορευτικά διατάγματα ενάντια στη Ριμπολόβλεβα και τους δικηγόρους της.

 

Στις 13 Φεβρουαρίου 2014, ο Λέανδρος Παπαφιλίππου είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Ριμπολόβλεφ στη Λευκωσία. Από τα μηνύματα φαίνεται ότι υπήρξε κάποια κατανόηση ότι ο Λέανδρος Παπαφιλίππου θα συνεργαζόταν. Εκείνη τη μέρα ο Ριμπολόβλεφ είχε επισκεφθεί την Κύπρο μαζί με τη δικηγόρο του, για συντονισμό με τους συνεργάτες του, Ανδρέα Νεοκλέους και Ανδρέα Χατζηκυριάκο. Σύμφωνα με το τελικό σχέδιο, η Ριμπολόβλεβα θα παρασυρόταν να επισκεφθεί την Κύπρο στις 24 Φεβρουαρίου και θα συλλαμβανόταν στο αεροδρόμιο. Ο Ριμπολόβλεφ διέθετε μια πολύτιμη συλλογή πινάκων, την οποία απέκτησε μέσω του Ελβετού εμπόρου έργων τέχνης Ιβ Μπουβιέ. Μέρος της συλλογής ήταν αποθηκευμένο σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στα υπόγεια των γραφείων του Ανδρέα Νεοκλέους στη Λεμεσό. Ο Ριμπολόβλεφ κάλεσε τη σύζυγό του να επιθεωρήσει δήθεν τα έργα, συνοδευόμενη από τον Ιβ Μπουβιέ, ως μέρος μιας διαδικασίας για να συμφωνήσουν τον διαμοιρασμό τους. Η Ριμπολόβλεβα θα ταξίδευε στην Κύπρο με το ιδιωτικό τζετ του Μπουβιέ και αφού επιθεωρούσαν τα έργα, θα επέστρεφαν αυθημερόν στην Ελβετία.

 

Αν και η Ριμπολόβλεβα είχε πάντα ένα φόβο για τις προθέσεις του συζύγου της, και είχε γράψει στον εισαγγελέα της Ελβετίας ότι αν της συνέβαινε κάτι κακό να τον ερευνήσουν,[57] στην προκειμένη περίπτωση τον πίστωσε με καλή θέληση. Σε συνέντευξή της σε ελβετική εφημερίδα τον Ιανουάριο του 2014, είχε πει ότι επιθυμούσε να τελειώσει το θέμα του διαζυγίου τους κατά τρόπο πολιτισμένο.[58] Την ίδια στιγμή ο Ριμπολόβλεφ έθετε σε εφαρμογή το σχέδιό του να τελειώσει το διαζύγιο με εκβιαστικό τρόπο, με συνεργό το κυπριακό κράτος.

 

Εκ μέρους του δικηγορικού γραφείου Νεοκλέους, το ζήτημα της σύλληψης της Ριμπολόβλεβα το χειριζόταν ο Παναγιώτης Νεοκλέους, γιoς του Ανδρέα Νεοκλέους. Όταν οριστικοποιήθηκε η επίσκεψη της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο, ο Παναγιώτης Νεοκλέους έκανε καταγγελία στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Λεμεσού εκ μέρους του εμπιστεύματος “Domus”, για την κλοπή ενός πολύτιμου δακτυλιδιού με διαμάντια, αξίας $25 εκατομμυρίων. Σύμφωνα με την καταγγελία, η Ριμπολόβλεβα είχε δανειστεί το δακτυλίδι το 2009 και δεν το επέστρεψε.[59] Ταυτόχρονα ετοιμαζόταν η καταγγελία εναντίον της στη ΜΟΚΑΣ, για ξέπλυμα χρήματος που οικειοποιήθηκε από την παράνομη τάχα εκποίηση ή υποθήκευση του κοσμήματος.

 

Παραμονές της εκτέλεσης του σχεδίου, η δικηγόρος του Ριμπολόβλεφ προσπάθησε να εμπλέξει ξανά τον Λέανδρο Παπαφιλίππου. Από το περιεχόμενο των μηνυμάτων φαίνεται ότι η αγωνία της Μπερσέντα ήταν η στάση που θα τηρούσε ο δικαστής στο αίτημα για έκδοση διατάγματος κράτησης της Ριμπολόβλεβα. Ο Παπαφιλίππου αρνήθηκε να συνεργαστεί, επικαλούμενος χρονικούς περιορισμούς και «κακή οργάνωση», και άσκησε ξανά κριτική στον Νεοκλέους. «Σου είπα, δεν ξέρουν τι κάνουν», ανέφερε σε μήνυμά του στην Μπερσέντα. «Σου αρέσει να πληρώνεις αδρά κόσμο που δεν μπορεί να τακτοποιήσει μια δουλειά για σένα […] Ήδη ξοδέψατε 20 εκατομμύρια για ένα πολύ φτωχό αποτέλεσμα»,[60] ανέφερε ο Παπαφιλίππου.

 

Η Κυριακή, 23 Φεβρουαρίου 2014, ήταν η παραμονή της προγραμματισμένης άφιξης της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο, αλλά δεν είχε ακόμη εκδοθεί ένταλμα σύλληψής της. Ο μηχανισμός του Ριμπολόβλεφ κινητοποίησε, ημέρα Κυριακή, τις διωκτικές αρχές για την εξασφάλισή του. Όπως γράφει το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, ο Ανδρέας Νεοκλέους αξιοποίησε τις υπηρεσίες του βοηθού γενικού εισαγγελέα Ρίκκου Ερωτοκρίτου,[61] ο οποίος υπέγραψε το ένταλμα σύλληψης. Η Τετιάνα Μπερσέντα έγραψε στον Παναγιώτη Νεοκλέους να την τηρεί ενήμερη για τις εξελίξεις σε σχέση με το ένταλμα σύλληψης, κι εκείνος της απάντησε: «Μόλις μίλησα με τον αστυνομικό. Το ε.σ. [ένταλμα σύλληψης] θα ζητηθεί μέσα στις επόμενες δύο ώρες. Ας ελπίσουμε ότι όλα θα πάνε καλά …».[62] Την ίδια μέρα, ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος ενημέρωσε το στέλεχος του οικογενειακού γραφείου του Ριμπολόβλεφ, Σεργκέι Τσερνίτσιν, κι αυτός με τη σειρά του την Μπερσέντα, για το αποτέλεσμα επαφής του με τον υπουργό Δικαιοσύνης Ιωνά Νικολάου: «Επιβεβαίωσα με τον υπουργό Δικαιοσύνης ότι θα τεθεί αύριο στο στοπ λιστ και θα συλληφθεί στον έλεγχο διαβατηρίων στην αίθουσα επισήμων. Αυτή είναι η νομική διαδικασία που ακολουθείται για τα εντάλματα σύλληψης».[63]

 

Νομική διαδικασία μεν, ανήθικη δε, διότι επρόκειτο για παγίδευση της Ριμπολόβλεβα με συνωμοτικό τρόπο, από το στάδιο της αναθεώρησης του Ποινικού Κώδικα μέχρι τη συνεργασία του υπουργού Δικαιοσύνης και των διωκτικών αρχών. Αστυνομικοί του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Λεμεσού θα μετέβαιναν στο τερματικό των ιδιωτικών τζετ στο αεροδρόμιο Λάρνακας, για να συλλάβουν την ανυποψίαστη Ριμπολόβλεβα. Η Μπερσέντα είχε ήδη στείλει στον Παναγιώτη Νεοκλέους όλες τις πληροφορίες σχετικά με την άφιξή της. «Ο αριθμός του διαβατηρίου είναι […], εκδοθέν στις 4 Ιουνίου 2013. Θα πρέπει να προσγειωθούν γύρω στο μεσημέρι – 1 μ.μ. και θα σας στείλω ακριβή ώρα αργότερα».[64]

 

Η κρίσιμη μέρα ήταν η Δευτέρα, 24 Φεβρουαρίου 2014. Ύστερα από πολλούς μήνες προεργασίας, θα κρινόταν η τύχη του σχεδίου σύλληψης και εκβιασμού της Ριμπολόβλεβα. Το τζετ που τη μετέφερε απογειώθηκε γύρω στις 7:45 το πρωί ώρα Γενεύης και αναμενόταν να προσγειωθεί στη Λάρνακα γύρω στη 1:00 μ.μ. τοπική ώρα. Η Μπερσέντα, που είχε το γενικό πρόσταγμα, διακατεχόταν από μεγάλη αγωνία για το αποτέλεσμα και έδωσε οδηγίες να τηρείται ενήμερος ο Αναστασιάδης. Στις 11:15 ώρα Κύπρου έστειλε στον Παναγιώτη Νεοκλέους το εξής μήνυμα: «Κανένα νέο; Καταφέρατε να επικοινωνήσετε με τον Ν;».[65] Ο Νεοκλέους απάντησε ότι «είναι σε συνάντηση με 15 άτομα. Θα τηλεφωνήσει μόλις τελειώσει», και αμέσως μετά, με νέο μήνυμα, διευκρίνισε ότι εννοούσε πως «ο ΝΑ είναι σε συνάντηση».[66] «Κατάλαβα»,[67] του απάντησε η Μπερσέντα. Ο N ή ΝΑ ή Νο1, όπως θα αναφερόταν στη συνέχεια, είναι ο Νίκος Αναστασιάδης, ο οποίος πράγματι, στις 24 Φεβρουαρίου, στις 11:00 το πρωί, είχε συνάντηση με 14μελή αντιπροσωπεία των Συνδέσμων Αγωνιστών ΕΟΚΑ.

 

Ο Αναστασιάδης μίλησε με τον Ανδρέα Νεοκλέους αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνάντησής του και ενημερώθηκε για την εξέλιξη της επιχείρησης. Ο Τσερνίτσιν, ο οποίος ενημερώθηκε σχετικά από τον Νεοκλέους, έστειλε μήνυμα στην Μπερσέντα αναφέροντας ότι «ο Νο1 ενημερώθηκε».[68] Μισή ώρα αργότερα, ο Τσερνίτσιν έδωσε περισσότερες πληροφορίες λέγοντας ότι «ο Α.Ν. [Ανδρέας Νεοκλέους] μίλησε με τον Νο1. Η αντίδραση είναι θετική. Ο Νο1 “ελπίζει” ότι ο ΓΕ [γενικός εισαγγελέας] δεν θα παρέμβει».[69]

 

Το ιδιωτικό αεροπλάνο που μετέφερε τη Ριμπολόβλεβα προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας γύρω στη 1:30 το απόγευμα. Δύο αστυνομικοί από το Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων (ΤΑΕ) Λεμεσού την ανέμεναν στο τερματικό των ιδιωτικών τζετ της Skylink και τη συνέλαβαν. Η Ριμπολόβλεβα ζήτησε να μιλήσει με τους δικηγόρους της και επικοινώνησε μαζί τους. Εν αναμονή των δικηγόρων της από τη Λευκωσία, οι αστυνομικοί κράτησαν τη Ριμπολόβλεβα για μια περίπου ώρα σε αίθουσα του τερματικού του αεροδρομίου. Στο τερματικό πρέπει να βρισκόταν αυτοπροσώπως και ο Σεργκέι Τσερνίτσιν, ο οποίος ενημέρωνε με μηνύματα την Τετιάνα Μπερσέντα για την εξέλιξη των γεγονότων: «Εξακολουθεί να βρίσκεται στο αεροδρόμιο, περιμένει τον δικηγόρο της».[70] Τα νέα δεν ήταν ενθαρρυντικά για την Μπερσέντα. Η καθυστέρηση στο αεροδρόμιο εν αναμονή των δικηγόρων της Ριμπολόβλεβα και η τυχόν παρέμβαση του γενικού εισαγγελέα έθεταν την επιτυχία του σχεδίου σε ρίσκο. Η Μπερσέντα επικοινώνησε αμέσως με τον Λέανδρο Παπαφιλίππου και ζήτησε τη συνεργασία του, προφανώς για παρέμβασή του προς τον γενικό εισαγγελέα. Ο Παπαφιλίππου της απάντησε με μήνυμα ότι ήταν σε συνάντηση. «Δεν μπόρεσα να μιλήσω. Δεν μπορώ να βρω το άτομο»,[71] έγραψε σε μήνυμά του προς την Μπερσέντα.

 

Γύρω στις 3:00 το απόγευμα ο Σεργκέι Τσερνίτσιν ενημέρωσε την Μπερσέντα ότι η Ριμπολόβλεβα ήταν καθοδόν προς τη Λεμεσό, σε αστυνομικό όχημα. «Ακολουθεί μία Μερσεντές με τέσσερις δικηγόρους»,[72] ανέφερε. Η Μερσεντές ανήκε στη δικηγόρο της Ριμπολόβλεβα Αλεξάνδρα Πελαγία, η οποία τη συνόδευσε μαζί με τρεις συναδέλφους της προς τον αστυνομικό σταθμό Λεμεσού.

 

Στις 3:36 ο Σεργκέι Τσερνίτσιν ανέφερε ότι η Ριμπολόβλεβα αφίχθηκε στον αστυνομικό σταθμό.[73] Ακολούθως υποβλήθηκε σε ανάκριση για την «κλοπή» του δακτυλιδιού. Ο Τσερνίτσιν είχε απευθείας πληροφόρηση για την εξέλιξη της ανάκρισης. Ακριβώς μία ώρα μετά την άφιξη της Ριμπολόβλεβα στον αστυνομικό σταθμό ενημέρωσε την Μπερσέντα ότι «λέει ότι το δαχτυλίδι ήταν δώρο».[74] Όντως, η Ριμπολόβλεβα, όπως ανακοίνωσαν αργότερα οι δικηγόροι της, υποστήριξε ότι το δακτυλίδι της το είχε κάνει δώρο ο σύζυγός της το 2008, ότι κατασκευάστηκε ειδικά για να ταιριάζει στο δάκτυλό της, το είχε στην κατοχή της από τότε και δεν γνώριζε καν την ύπαρξη του εμπιστεύματος “Domus”, το οποίο ιδρύθηκε δύο χρόνια αργότερα, το 2010.[75] Η φίλη του ζεύγους Τάνια Ράπο, σε μεταγενέστερη συνέντευξή της ανέφερε ότι έλαχε και ήταν παρούσα όταν ο Ριμπολόβλεφ δώρισε το δακτυλίδι στη σύζυγό του[76] και ότι η ίδια εισηγήθηκε να γραφτεί το όνομα της Ελένα Ριμπολόβλεβα στο τιμολόγιο αγοράς, για σκοπούς ασφαλιστικής κάλυψης. Το έγγραφο αυτό, που είχε την υπογραφή του Λόρενς Γκραφ, διευθυντή του οίκου διαμαντιών από τον οποίο είχε αγοραστεί το κόσμημα, στάλθηκε από τους δικηγόρους της Ριμπολόβλεβα στην Ελβετία και παραδόθηκε στις αστυνομικές αρχές της Κύπρου.[77]

 

Τη σύλληψη της Ριμπολόβλεβα έσπευσε να ανακοινώσει το δικηγορικό γραφείο Νεοκλέους, που ενεργούσε ως επίτροπος του εμπιστεύματος “Domus”.[78] Ο Ανδρέας Νεοκλέους δήλωσε ότι η καταγγελία της «κλοπής» του δακτυλιδιού δεν είχε καμιά σχέση με τον Ριμπολόβλεφ και ότι η μόνη έγνοια του επιτρόπου του εμπιστεύματος ήταν η προστασία της περιουσίας του.[79] Για τους δικηγόρους της Ριμπολόβλεβα η σύλληψή της ήταν η τελευταία από πολλές προσπάθειες του συζύγου της «να ασκήσει παράνομα και καταχρηστικά πίεση και εξαναγκασμό» να συμβιβαστεί.[80]

 

Η έκδοση ανακοίνωσης για τη σύλληψη της Ριμπολόβλεβα, την οποία κυκλοφόρησε ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ήταν μια πελώρια γκάφα, διότι το γεγονός προκάλεσε αμέσως το ενδιαφέρον του διεθνούς Τύπου. Ο Λέανδρος Παπαφιλίππου ενημέρωσε την Μπερσέντα ότι το γεγονός βρισκόταν ήδη στις ειδήσεις, μέσω ανθρώπων που ήταν στο «μισθολόγιο του Ανδρέα [Χατζηκυριάκου]». Η δημοσιοποίηση της σύλληψης, έγραψε στο μήνυμα, «βάζει αχρείαστη πίεση στο άτομο που μιλήσαμε»,[81] εννοώντας προφανώς τον γενικό εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη. Η Μπερσέντα απάντησε ότι δεν είχε ιδέα για τη δημοσιοποίηση και ότι δεν ήταν δική τους πρωτοβουλία.[82] Ο Παπαφιλίππου διερωτήθηκε από πού έμαθαν οι δημοσιογράφοι ότι το όνομα του εμπιστεύματος εκ μέρους του οποίου έγινε η καταγγελία ήταν “Domus” και ανέφερε στην Μπερσέντα ότι ο Χατζηκυριάκος είχε στείλει τις πληροφορίες και στον ΑΝΤ1 και ότι «ο Λουκής [Παπαφιλίππου] είναι έξαλλος, χαχαχαχα…».[83] Λίγο αργότερα, με νέο μήνυμά του, ο Λέανδρος Παπαφιλίππου επέμεινε ότι η δημοσιοποίηση της σύλληψης ήταν μια βλακώδης ενέργεια που θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην υπόθεση και ότι μετά από αυτό δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με το «πρόσωπο», εννοώντας προφανώς τον γενικό εισαγγελέα.[84] Ο Κώστας Κληρίδης μου επιβεβαίωσε ότι δεν έγινε καμιά προσπάθεια από τον Λέανδρο Παπαφιλίππου να τον επηρεάσει για την υπόθεση.

 

Ο Παπαφιλίππου ήταν εμφανώς ευχαριστημένος με την γκάφα του Νεοκλέους, και οι εκτιμήσεις του αποδείχθηκαν σωστές. Η υπόθεση εξελισσόταν σε φιάσκο, διότι δεν υπήρχε κανένα στοιχείο που να καθιστούσε τη Ριμπολόβλεβα ύποπτη για ποινικό αδίκημα. Το εμπίστευμα “Domus”, που διεκδικούσε την κυριότητα του κοσμήματος, ιδρύθηκε δύο χρόνια μετά την αγορά του και οι δικηγόροι της Ριμπολόβλεβα παρουσίασαν στους ανακριτές αντίγραφο του τιμολογίου με το όνομά της γραμμένο σε αυτό. Το χειρότερο για την πλευρά του Ριμπολόβλεφ ήταν πως η δημοσιοποίηση της σύλληψης είχε προκαλέσει παγκόσμιο ενδιαφέρον. Ως αποτέλεσμα, ο διευθυντής της αστυνομίας Λεμεσού Ανδρέας Κουσιουμής δεν έδωσε τη συγκατάθεσή του για παραμονή της Ριμπολόβλεβα υπό κράτηση. Επτά ώρες μετά τη σύλληψή της αφέθηκε να φύγει, αλλά κατακρατήθηκε το διαβατήριό της. Ο Σεργκέι Τσερνίτσιν έδωσε αμέσως αναφορά στην Μπερσέντα: «Άφησε τα έγγραφά της και αναχωρεί τώρα από τον αστυνομικό σταθμό».[85]

 

Τόσο ο Τσερνίτσιν όσο και ο Παναγιώτης Νεοκλέους είχαν διαρκή ενημέρωση, ίσως και φυσική παρουσία στον αστυνομικό σταθμό Λεμεσού. Αμέσως μετά που αφέθηκε ελεύθερη η Ριμπολόβλεβα, η Μπερσέντα έδωσε την εξής οδηγία στον Νεοκλέους: «Παρακαλώ βεβαιώσου ότι έχεις αντίγραφα (πάρε φωτογραφίες με το κινητό σου) όλων των εγγράφων που παρουσίασε από τον [Λόρενς] Γκραφ».[86] Σε μεταγενέστερο στάδιο η Μπερσέντα ρώτησε τον Νεοκλέους εάν μπορούσε και πότε να της αποστείλει ολόκληρο τον αστυνομικό φάκελο![87]

 

Η Ελένα Ριμπολόβλεβα πήγε στη Λευκωσία με τη δικηγόρο της Αλεξάνδρα Πελαγία, η οποία τη φιλοξένησε για δύο βράδια. Η Ριμπολόβλεβα επικοινώνησε με τη ρωσική πρεσβεία και ζήτησε συνάντηση με τον πρόξενο. Της δόθηκε ραντεβού για την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου, το πρωί. Όταν η Πελαγία αναχώρησε από το σπίτι της με το αυτοκίνητό της, με επιβάτη τη Ριμπολόβλεβα και προορισμό τη ρωσική πρεσβεία, διαπίστωσε ότι κάποιος άγνωστος με μια BMW τους ακολουθούσε. Στον κυκλικό κόμβο κοντά στο εκδοτικό συγκρότημα Δίας, η Πελαγία έκανε τον κύκλο δύο φορές, χωρίς να βγει από τον κόμβο. Ο άγνωστος συνέχισε να την ακολουθεί και η Ριμπολόβλεβα τον φωτογράφησε με το κινητό της. Όταν ο άγνωστος διαπίστωσε ότι έγινε αντιληπτός, άλλαξε κατεύθυνση και απομακρύνθηκε.

 

Την ίδια μέρα, η Πελαγία επισκέφθηκε τον γενικό εισαγγελέα, τον ενημέρωσε για τα γεγονότα και του έδειξε τις φωτογραφίες από την παρακολούθηση. Όταν ο Κώστας Κληρίδης ενημερώθηκε για τις λεπτομέρειες της σύλληψης και πληροφορήθηκε ότι το ένταλμα είχε υπογραφεί από τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου, υποψιάστηκε ότι η υπόθεση ήταν στημένη. Πήρε στο τηλέφωνο τον επικεφαλής του ΤΑΕ Λεμεσού Γιάννη Σωτηριάδη και του είπε να επικοινωνεί μόνο με τον ίδιο για οτιδήποτε είχε σχέση με την υπόθεση εκείνη. Έτσι κι αλλιώς, η αστυνομία δεν είχε κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί την απαγγελία κατηγοριών εναντίον της Ριμπολόβλεβα, ενώ ήταν εκτεθειμένη και στους προβολείς του διεθνούς Τύπου, που ζητούσε πληροφορίες για τη σύλληψή της. Με την παρέμβαση και του γενικού εισαγγελέα, το σχέδιο σύλληψης και κράτησης της Ριμπολόβλεβα κατέρρευσε εντελώς.

 

Η αρνητική για την πλευρά του Ριμπολόβλεφ εξέλιξη δεν ανέστειλε τα σχέδια του ολιγάρχη. Η προσπάθεια θα συνεχιζόταν με διάφορα άλλα νομικά μέσα. Την ημέρα που η Ριμπολόβλεβα συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας, κατατέθηκε στο δικαστήριο εναντίον της και εναντίον των δικηγόρων της αίτημα για περιφρόνηση του δικαστηρίου, επειδή συνέχιζε τις νομικές διαδικασίες εναντίον των εμπιστευμάτων. Η υπόθεση στηριζόταν στον «Νόμο Ριμπολόβλεφ» και στα διατάγματα που είχε εκδώσει το Δικαστήριο Λευκωσίας, με τα οποία διατασσόταν η Ριμπολόβλεβα και οι δικηγόροι της να τερματίσουν όλες τις νομικές διαδικασίες εναντίον των κυπριακών εμπιστευμάτων στο εξωτερικό. Η ακρόαση του αιτήματος για περιφρόνηση του δικαστηρίου είχε οριστεί σε ένα μήνα. Το σχέδιο της ομάδας του Ριμπολόβλεφ ήταν να αξιοποιηθεί η παρουσία της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο για να της επιδοθεί κλήση να εμφανιστεί στο δικαστήριο και να απαντήσει στην κατηγορία της περιφρόνησης δικαστηρίου. Ίσως να επιδιωκόταν και η απαγόρευση εξόδου της από τη χώρα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.

 

Την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014, η Ριμπολόβλεβα κλήθηκε στο ΤΑΕ Λεμεσού για να δώσει συμπληρωματική κατάθεση. Η παρουσία της στον αστυνομικό σταθμό θα αξιοποιείτο για να της επιδοθεί κλητήριο ένταλμα για να παρουσιαστεί στο δικαστήριο. Με οδηγίες της Τετιάνα Μπερσέντα, η οποία ήταν ενήμερη, ο Παναγιώτης Νεοκλέους διευθέτησε να βρίσκεται έξω από τον αστυνομικό σταθμό επιδότης για να κάνει την επίδοση.[88] Σε ό,τι αφορούσε τους δικηγόρους τής Ριμπολόβλεβα στο εξωτερικό, η Μπερσέντα ζήτησε από τον Παναγιώτη Νεοκλέους να χρησιμοποιήσει τη διπλωματική υπηρεσία τής Κυπριακής Δημοκρατίας για να γίνουν αυθημερόν, ή το αργότερο την επομένη, οι επιδόσεις στην Ευρώπη.[89]

 

Η Ριμπολόβλεβα πήγε στον αστυνομικό σταθμό Λεμεσού στη 1:00 μ.μ. συνοδευόμενη από τους δικηγόρους της. Κατά την άφιξή τους έγινε αντιληπτή η παρουσία του επιδότη, μαζί με δύο δικηγόρους του γραφείου Νεοκλέους, έξω από τον σταθμό. Η Ριμπολόβλεβα κρατήθηκε μέχρι τις 6:00 μ.μ., επειδή ο επικεφαλής του ΤΑΕ αρνείτο να της επιστρέψει το διαβατήριό της. Η δικηγόρος Αλεξάνδρα Πελαγία επικοινώνησε με το γραφείο του γενικού εισαγγελέα και δόθηκαν οδηγίες στην αστυνομία να επιστρέψει το διαβατήριο. Όταν θα αναχωρούσε, η Ριμπολόβλεβα χρειάστηκε να σκηνοθετήσει τη διαφυγή της, για να μη γίνει αντιληπτή από τον επιδότη. Συγκεκριμένα, ζήτησε και πήγε στην τουαλέτα συνοδευόμενη από μια εκ των δικηγόρων της, που είχε σωματική διάπλαση παρόμοια με τη δική της. Η δικηγόρος βγήκε πρώτη, φορώντας το παλτό και τα γυαλιά της Ριμπολόβλεβα. Ο επιδότης την προσέγγισε για να της επιδώσει την κλήση. Όταν αντιλήφθηκε ότι απευθύνθηκε σε λάθος άτομο, η Ριμπολόβλεβα είχε ήδη αναχωρήσει με άλλο αυτοκίνητο, ξαπλωμένη στο πίσω κάθισμα. Συνοδευόμενη από την Αλεξάνδρα Πελαγία πήγε κατευθείαν στο αεροδρόμιο Λάρνακας, για να φύγει από την Κύπρο. Η πρώτη διαθέσιμη πτήση που υπήρχε ήταν προς το Λονδίνο και αναχώρησε αμέσως για τη βρετανική πρωτεύουσα. Η Ριμπολόβλεβα ζήτησε από την Πελαγία και τη συνόδευσε στο ταξίδι της, διότι φοβόταν να περάσει μόνη της από τις διαδικασίες ελέγχου του αεροδρομίου.

 

 

Ο ολιγάρχης ζητά εξηγήσεις

Με την αναχώρηση της Ριμπολόβλεβα από την Κύπρο, το σχέδιο του Ριμπολόβλεφ να χώσει τη σύζυγό του στα αστυνομικά κρατητήρια μέχρι να συμβιβαστεί κατέρρευσε. Όπως προκύπτει από τα μηνύματα της Μπερσέντα, οι άνθρωποι του Ριμπολόβλεφ στην Κύπρο απέδωσαν την αποτυχία στην παρέμβαση του γενικού εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη. Επέρριψαν δε τις ευθύνες στον Λέανδρο Παπαφιλίππου, από τον οποίο είχαν προσδοκίες ότι θα μεσολαβούσε προς τον γενικό εισαγγελέα. Από την άλλη, ο Παπαφιλίππου θεωρούσε υπαίτιο τον Νεοκλέους και απέδωσε την αποτυχία σε παρέμβαση της ρωσικής πρεσβείας.

 

Ο Ριμπολόβλεφ ήταν οργισμένος και ζητούσε εξηγήσεις. Λίγες μέρες μετά την αποτυχία του σχεδίου, σε έξαλλη κατάσταση, είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ανδρέα Νεοκλέους και τον βοηθό γενικό εισαγγελέα Ρίκκο Ερωτοκρίτου. Η συνομιλία γινόταν μέσω της δικηγόρου του Τετιάνα Μπερσέντα, η οποία έκανε τη μετάφραση. Η Τάνια Ράπο, που ήταν παρούσα, άκουσε τον Νεοκλέους να διαβεβαιώνει ότι ο Πρόεδρος «θα διευθετούσε το ζήτημα». Μετά τη συνομιλία αυτή ο Ριμπολόβλεφ είπε πως αν η σύζυγός του «είχε περάσει λίγες εβδομάδες στη φυλακή, κατά την έξοδό της θα είχε υπογράψει όλα τα έγγραφα που ήθελα».[90]

 

Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος διευθέτησε κατεπείγουσα συνάντηση του Ριμπολόβλεφ με τον Αναστασιάδη για τις 6 Μαρτίου 2014 στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας, όπου ο Κύπριος Πρόεδρος θα πήγαινε για το συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Ο Ριμπολόβλεφ ταξίδεψε ειδικά στο Δουβλίνο, για να συζητήσει τα επόμενα βήματα με τον Αναστασιάδη. Εκεί συμφωνήθηκε ένα νέο σχέδιο δράσης, το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει μέσα από τα μηνύματα που κατασχέθηκαν από το κινητό της Μπερσέντα. Ο ολιγάρχης θα επέμενε στον στόχο τής πρόκλησης οικονομικής ασφυξίας στην πρώην σύζυγό του. Για τον σκοπό αυτό, με όχημα τον «Νόμο Ριμπολόβλεφ», το κυπριακό κράτος θα κινούσε διαδικασίες εναντίον της για να κατασχεθεί το δακτυλίδι εάν το είχε στην κατοχή της ή για να κατηγορηθεί για ξέπλυμα χρήματος στην περίπτωση που το είχε εκποιήσει ή υποθηκεύσει. Δεδομένου ότι η πρώτη προσπάθεια απέτυχε λόγω της παρέμβασης του γενικού εισαγγελέα, η απόφαση ήταν να εκδιωχθεί ο Κώστας Κληρίδης και να αντικατασταθεί από τον βοηθό γενικό εισαγγελέα Ρίκκο Ερωτοκρίτου. Από τη ροή των γεγονότων προκύπτει ότι ο Αναστασιάδης συμφώνησε να εξαναγκάσει τον Κληρίδη σε παραίτηση, για να μπορέσει το κράτος και οι θεσμοί του να εφαρμόσουν απρόσκοπτα τις οδηγίες του ολιγάρχη.

 

Σε συνέχεια της συνάντησης που είχε με τον Αναστασιάδη, ο Ριμπολόβλεφ επισκέφθηκε, στις 12 Μαρτίου, την Κύπρο με το ιδιωτικό του αεροπλάνο και είχε σειρά συναντήσεων με διάφορους δικηγόρους στο τερματικό επισήμων του αεροδρομίου Λάρνακας, για συντονισμό του νέου σχεδίου. Η Τετιάνα Μπερσέντα έδωσε οδηγίες σε όσους θα συμμετείχαν να προσέλθουν στην αίθουσα επισήμων της Skylink και «να πουν ότι έχουν συνάντηση με τους επιβάτες του MKATE και θα συνοδευτούν στην αίθουσα».[91] Το M-KATE είναι τα στοιχεία εγγραφής του ιδιωτικού αεροσκάφους Airbus 319 του Ριμπολόβλεφ.

 

Σε αυτή την επίσκεψη του Ριμπολόβλεφ μπήκε στην εικόνα και ο Αβέρωφ Νεοφύτου, ο οποίος είχε τότε επαγγελματική συνεργασία με τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο. Λίγες μόνο μέρες αργότερα, ο Νεοφύτου ταξίδεψε στην Ελβετία μαζί με τον Χατζηκυριάκο, για να συζητήσουν με τον Ριμπολόβλεφ «λεπτομέρειες του πρότζεκτ για τα μέσα ενημέρωσης» (“media project”).[92] Επιβεβαιώνοντας την αποδοχή της πρόσκλησης για τη συνάντηση, που θα γινόταν στο υπερπολυτελές ξενοδοχείο La Réserve, ο Νεοφύτου έγραψε στην Μπερσέντα: «Με κακομαθαίνετε οργανώνοντας συναντήσεις σ’ ένα τόσο αναβαθμισμένο μέρος».[93] Όταν αργότερα ερωτήθηκε ο Νεοφύτου, είπε ότι η συνάντηση «αφορούσε την τραπεζική κρίση» στην Κύπρο και ότι ουδέποτε γνώριζε τις «λεπτομέρειες» της υπόθεσης που αφορούσε την Ελένα Ριμπολόβλεβα.[94] Δεν είναι πειστική η εξήγηση ότι στη συνάντηση συζητήθηκε η οικονομική κρίση. Ωστόσο, ο Νεοφύτου δεν εμφανίζεται να είχε διαδραματίσει ρόλο στη σύλληψη της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο.

 

Στα οικονομικά ανταλλάγματα που εξασφάλισε ο Αναστασιάδης για τη νέα του συνεργασία με τον Ριμπολόβλεφ ήταν να πληρώνει ο ολιγάρχης τον λογαριασμό για να ταξιδεύει με ιδιωτικά τζετ. Στις 13 Μαρτίου 2014 η Μπερσέντα ενημέρωσε τον Χατζηκυριάκο ότι τα διαδικαστικά για τη ναύλωση των τζετ θα τα αναλάμβανε η Όλγα Χορόμπρικ από το οικογενειακό γραφείο του Ριμπολόβλεφ. Για αρχή, θα ναυλωνόταν ένα τζετ για ένα ταξίδι του Αναστασιάδη μονής διαδρομής.[95] Σύμφωνα με τις διευθετήσεις, οι πληρωμές θα γίνονταν μέσω της εταιρείας του Χατζηκυριάκου.

 

Στις 20 και 21 Μαρτίου ο Αναστασιάδης θα συμμετείχε σε σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες. Ο Χατζηκυριάκος ενημέρωσε την Μπερσέντα ότι ο Πρόεδρος ήθελε να ταξιδέψει στις 21 Μαρτίου από τις Βρυξέλλες στην Αθήνα.[96] Ακολούθως θα επέστρεφε στην Κύπρο με το αεροπλάνο της γραμμής.[97] Ωστόσο, μέχρι τις 20 Μαρτίου, παραμονή της πτήσης, δεν είχε διευθετηθεί ακόμη το τζετ, και ο Χατζηκυριάκος έστειλε το εξής μήνυμα στην Μπερσέντα: «Ο Πρόεδρος ανησυχεί πολύ για το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμη δώσει λεπτομέρειες για την πτήση. Υπάρχουν σημαντικά ζητήματα ασφάλειας που πρέπει να τύχουν διαχείρισης για να μπορέσει να πετάξει και ο χρόνος εξαντλείται».[98] Στο ίδιο μήνυμα ο Χατζηκυριάκος αναφέρει ότι εξαιτίας της καθυστέρησης, «η πληρωμή δεν μπορεί να γίνει τώρα από την εταιρεία μου, λόγω των περιορισμών στην εξαγωγή συναλλάγματος που ισχύουν ακόμα στην Κύπρο».

 

Τελικά το θέμα διευθετήθηκε, και ο Αναστασιάδης ταξίδεψε με ιδιωτικό τζετ από τις Βρυξέλλες στη Λάρνακα, και όχι στην Αθήνα, με την πτήση AOJ71F. Την ημέρα εκείνη είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο ο υπουργός Άμυνας Τάσος Μητσόπουλος και ανακοινώθηκε ότι ο Αναστασιάδης επέστρεψε εκτάκτως με ιδιωτικό τζετ λόγω της κατάστασης της υγείας του Μητσόπουλου, ενώ στην πραγματικότητα η ιδιωτική πτήση ήταν προγραμματισμένη.

 

Τη Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014, σήμανε συναγερμός στο Προεδρικό, όταν πληροφορηθήκαμε ότι ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος είχε διευθετήσει ταξίδι του Αναστασιάδη με ιδιωτικό τζετ για να επισκεφθεί τον Σκορπιό, ως προσκεκλημένος του Ριμπολόβλεφ σ’ ένα μυθικό πάρτι για τα γενέθλια της κόρης του Εκατερίνα. Στο πάρτι θα παρευρίσκονταν υψηλοί προσκεκλημένοι απ’ όλο τον κόσμο, περιλαμβανομένου και του πρίγκιπα Αλβέρτου του Μονακό. Τότε δεν είχα επίγνωση της σχέσης του Αναστασιάδη με τον Ριμπολόβλεφ. Το να συμμετέχει όμως ο Αναστασιάδης σε ένα πάρτι όπου θα γινόταν επίδειξη της χλιδής των διοργανωτών δεν θα ήταν και η καλύτερη εικόνα για τον Πρόεδρο μιας χώρας που δεινοπαθούσε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Με κίνητρο την προστασία της εικόνας του Προέδρου, συζητήσαμε αυτό το θέμα με τον υφυπουργό Κωνσταντίνο Πετρίδη, ο οποίος μετέφερε τις ανησυχίες του στον Αναστασιάδη. Φοβούμενος την αρνητική δημοσιότητα, ο Αναστασιάδης ακύρωσε, την τελευταία στιγμή, τη συμμετοχή του, και έστειλε στον Σκορπιό τη σύζυγό του Άντρη για να τον εκπροσωπήσει.

 

Στο μεταξύ, οι διοργανωτές του πάρτι είχαν κάνει όλες τις προεργασίες για την υποδοχή του Αναστασιάδη. Ο ελληνικός Τύπος δημοσίευσε την πληροφορία ότι ο αρχηγός του Λιμενικού είχε λάβει ένα επείγον και απόρρητο σήμα ότι ο Αναστασιάδης θα έφτανε στον Σκορπιό και ότι έπρεπε να μεριμνήσει για την ασφάλειά του. Μετά τη δημοσιοποίηση της πληροφορίας, με λεπτομέρειες για τις πολυδάπανες προετοιμασίες του πάρτι, ο Αναστασιάδης είπε πως ήταν ευτύχημα η απόφασή του να ακυρώσει το ταξίδι. Με ανάρτησή του στο Twitter ανέφερε ότι βρισκόταν στην Κύπρο και δεν θα μετέβαινε στον Σκορπιό.[99] Δεν ανέφερε βεβαίως ότι είχε ακυρώσει την επίσκεψη την τελευταία στιγμή και ότι τον εκπροσωπούσε η σύζυγός του.

 

Στις 12 Ιουνίου 2014, ο Αναστασιάδης παρέθεσε γεύμα στον Κύπριο επιχειρηματία του Λονδίνου Κρις Λαζαρή, στο Προεδρικό. Προσκεκλημένος ήταν και ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος. Σκοπός του γεύματος ήταν να πείσει ο Αναστασιάδης τον Λαζαρή να ανακοινώσει ότι θα πλήρωνε τα έξοδα των ταξιδιών του Προέδρου με ιδιωτικό τζετ. Ήταν μια επινόηση του Αναστασιάδη για να δικαιολογήσει τις δαπάνες που γίνονταν από τον Ριμπολόβλεφ.

 

Μετά το γεύμα, ο Κρις Λαζαρή έδωσε στη δημοσιότητα ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία θα αναλάμβανε «τα έξοδα διάθεσης για χρήση ιδιωτικού αεροπλάνου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη, όταν κάτι τέτοιο επιβάλλουν οι συνθήκες». Στην ανακοίνωση, την οποία είχε γράψει ο Αναστασιάδης, ο Λαζαρή διευκρίνιζε ότι δεν είχε επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Κύπρο και ότι κίνητρό του ήταν η μακρά φιλία που τον συνέδεε με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για δεκαετίες.[100] Αμέσως μετά ο Αναστασιάδης, με δική του δήλωση, ευχαρίστησε τον Κρις Λαζαρή για την «ευγενική του χειρονομία και την ανιδιοτελή στήριξή του στις προσπάθειες της κυβέρνησης και του ιδίου προσωπικά για το καλύτερο δυνατόν για την πατρίδα μας».[101]

 

Στις 25 Ιουνίου, ο Αναστασιάδης ταξίδεψε με ιδιωτικό τζετ στις Βρυξέλλες, για να πάρει μέρος στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έλαχε να είμαι μέρος της αποστολής, μαζί με τον Νίκο Χριστοδουλίδη. Όταν είπα στον Χριστοδουλίδη: «Μακάρι νάν’ καλά ο Λαζαρής, ταξιδεύουμε με τζετ …», γέλασε ειρωνικά και μου είπε: «Εννοείς ο Ριμπολόβλεφ …». Ο Χριστοδουλίδης μου είπε ότι με το ίδιο τζετ είχε ταξιδέψει ο Αναστασιάδης και στην Αίγυπτο στις 8 Ιουνίου 2014, ως προσκεκλημένος στην ορκωμοσία του Προέδρου Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι.

 

Στο μεταξύ, το ΑΚΕΛ επέκρινε τον Αναστασιάδη για την αποδοχή της προσφοράς από τον «φίλο» Λαζαρή. Ο Αναστασιάδης θύμωσε για την κριτική και ανακοίνωσε ότι «δεν αρνείται ότι η αποδοχή της προσφοράς θα ήταν από πάσης άποψης μεμπτή αν υπήρχε έστω και η παραμικρή πιθανότητα η προσφορά του Κύπριου επιχειρηματία να είχε οποιαδήποτε ιδιοτελή σκοπιμότητα». Για τον λόγο αυτό, εξήγησε, «δεν επιζήτησε την απόκρυψη της πρότασης, αλλά αντίθετα, παρά και την επιθυμία του κ. Λαζαρή να μη δημοσιοποιηθεί, επέλεξε την επιλογή της διαφάνειας»![102] Είναι εκπληκτικό το πόσο εύκολα ο Πρόεδρος της χώρας ψευδόταν δημόσια, επικαλούμενος ανύπαρκτες ευαισθησίες για να ικανοποιήσει τη ματαιοδοξία του.

 

Ο Χατζηκυριάκος, ως μέρος αυτής της σχέσης διαπλοκής, επιβεβαίωνε τον ρόλο του ως μεσάζοντα μεταξύ του Ριμπολόβλεφ και του συστήματος εξουσίας. Ο ρόλος αυτός περιγράφεται από τον ίδιο τον Χατζηκυριάκο σε ένα μήνυμά του προς την Μπερσέντα, με αφορμή την απόρριψη από τον Ριμπολόβλεφ αιτήματός του να του παραχωρηθεί μπόνους για μια συμφωνία που είχε κάνει με κάποιο αξιωματούχο. «Μια γραπτή (και πολύ συγκεκριμένη) συμφωνία αμφισβητήθηκε από τον πελάτη [σ.σ. αναφέρεται στον Ριμπολόβλεφ] για μια εξαιρετικά λεπτή σχέση με έναν αξιωματούχο. Έχουμε πιέσει, με τις οδηγίες του πελάτη, για μια τέτοια σχέση», έγραψε ο Χατζηκυριάκος στην Μπερσέντα. Στο ίδιο μήνυμα ανέφερε ότι οι υπηρεσίες που του ζητείτο να προσφέρει ξεπερνούσαν τους όρους του συμβολαίου που είχε υπογράψει. «Το θέμα του αεροπλάνου, όπως προτάθηκε από τον πελάτη να διαχειριστούμε χρειάζεται να συζητηθεί και να συμφωνηθεί πριν η εταιρεία μου αναμειχθεί», ανέφερε εν είδει παραδείγματος. «Το ίδιο ισχύει και για τον τρόπο ανάμειξής μου στο πρότζεκτ των ΜΜΕ», συμπλήρωσε, αναφερόμενος στις χρηματοδοτήσεις μέσων ενημέρωσης μέσω της εταιρείας του.[103] Πέραν του ότι η εταιρεία του Χατζηκυριάκου χρησιμοποιείτο για να ξεπλένονται πληρωμές για παράνομες ενέργειες, αποκαλύπτεται ότι οι πράξεις αυτές γίνονταν με γραπτές συμφωνίες, με βάση τις οποίες ο ολιγάρχης κρατούσε στο χέρι το διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας, του αρχηγού του κράτους περιλαμβανομένου. Αμέσως μετά τη συνάντηση Αναστασιάδη–Ριμπολόβλεφ στο Δουβλίνο, τέθηκε σε εφαρμογή η αναθεωρημένη στρατηγική για εξαναγκασμό της Ριμπολόβλεβα σε συνθηκολόγηση. Το νέο σχέδιο προέβλεπε να ζητηθεί μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης δικαστική συνδρομή από την Ελβετία, για να διαπιστωθεί εάν το διαμάντι φυλασσόταν σε θυρίδα τράπεζας. Επίσης, θα ζητείτο από το Ηνωμένο Βασίλειο η λήψη κατάθεσης από τον διευθυντή του οίκου που είχε πουλήσει το διαμάντι στους Ριμπολόβλεφ, με προφανή σκοπό να αμφισβητηθεί η εγκυρότητα του τιμολογίου που είχε παρουσιάσει η Ριμπολόβλεβα στην κυπριακή αστυνομία.

 

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η αστυνομία τέθηκαν στην υπηρεσία του Ριμπολόβλεφ, και λίγο πολύ εκτελούσαν τις οδηγίες της δικηγόρου του. Σημαντικός ρόλος ανατέθηκε επίσης στη ΜΟΚΑΣ, επειδή η Ριμπολόβλεβα θα καταγγελλόταν για ξέπλυμα χρήματος. Στις 10 Μαρτίου 2014, λίγες μέρες μετά τη συνάντηση στο Δουβλίνο, ο Χατζηκυριάκος έστειλε μήνυμα στην Μπερσέντα ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο, που δεν κατονόμασε, μίλησε με την Εύα [Παπακυριακού, επικεφαλής της ΜΟΚΑΣ] και ήταν όλα εντάξει (“he spoke to Eva all ok”).[104] Στις 17 Μαρτίου, η Μπερσέντα έγραψε στον Χατζηκυριάκο ότι «η συνάντηση με την Εύα» θα πραγματοποιείτο την επομένη, στις 10:00 το πρωί.[105]

 

Σύμφωνα με άλλο μήνυμα της Μπερσέντα προς τον Χατζηκυριάκο, η ΜΟΚΑΣ δεν θα έπρεπε να εμπλακεί σε πρώτο στάδιο, διότι δεν μπορούσε να υπάρξει υπόθεση ξεπλύματος πριν διακριβωθεί αν το διαμάντι είχε πωληθεί. Η προτεραιότητα, σύμφωνα με την Μπερσέντα, ήταν να ζητηθεί από το γραφείο του γενικού εισαγγελέα η κατάσχεση του διαμαντιού και να προχωρήσει ποινική υπόθεση σε συνεργασία με τις ελβετικές αρχές, καθώς οι δύο χώρες είχαν προσυπογράψει την ευρωπαϊκή συνθήκη κατά της εγκληματικότητας.[106]

 

Η Εύα Παπακυριακού συνεργάστηκε με την αστυνομία για τη σύνταξη των επιστολών που θα αποστέλλονταν στις ελβετικές και τις βρετανικές αρχές. Οι επιστολές δόθηκαν εκ των προτέρων από την αστυνομία στην πλευρά του Ριμπολόβλεφ, για σχόλια. Όταν ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος παρατήρησε ότι οι επιστολές «δεν λένε τίποτα για αίτημα παγώματος περιουσιακών στοιχείων»,[107] που ήταν ένας από τους βασικούς στόχους της διαδικασίας, η Μπερσέντα επικοινώνησε με τον Νεοκλέους και τον κάλεσε να ζητήσει εξηγήσεις. Ο Νεοκλέους μίλησε με την Παπακυριακού, η οποία τον διαβεβαίωσε ότι είχε καθοδηγήσει προφορικά τον υπεύθυνο του ΤΑΕ Λεμεσού Γιάννη Σωτηριάδη στο πώς να συντάξει τις επιστολές. Επίσης, έδωσε στον Νεοκλέους ένα γραπτό σημείωμα σχετικό με την υπόθεση. Ο Νεοκλέους μίλησε με τον Σωτηριάδη, ο οποίος του υποσχέθηκε ότι θα διόρθωνε την κατάσταση. Ο Νεοκλέους φρόντισε να μεταφραστούν οι επιστολές, προφανώς στην αγγλική, και τις παρέδωσε στον Σωτηριάδη, μαζί με το σημείωμα της Παπακυριακού. Οι επιστολές προωθήθηκαν για δικαστική συνδρομή από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάστηκαν από τον Χατζηκυριάκο στην Μπερσέντα, στις 9 Απριλίου 2014.[108] Λίγες μέρες αργότερα, ο Χατζηκυριάκος έστειλε στην Μπερσέντα το εξής μήνυμα: «Σας έστειλα τις μεταφράσεις των καταθέσεων της ΕΡ [Ελένα Ριμπολόβλεβα]. Να τις χειριστείτε με εξαιρετική προσοχή και να τις μοιραστείτε με ακόμη περισσότερη»![109]

 

 

Σχέδιο φαγώματος του Κώστα Κληρίδη

Η σημασία της ποδηγέτησης των θεσμών της Κυπριακής Δημοκρατίας υπέρ των συμφερόντων του Ριμπολόβλεφ πολλαπλασιάστηκε στις 14 Μαΐου 2014, όταν πρωτόδικο ελβετικό δικαστήριο διέταξε τον Ριμπολόβλεφ να καταβάλει στην πρώην σύζυγό του $4,5 δισεκατομμύρια ως μερίδιο από την οικογενειακή περιουσία. Η τοποθέτηση των δικηγόρων της Ριμπολόβλεβα ότι ήταν «το πιο ακριβό διαζύγιο στην ιστορία»[110] έγινε παγκόσμια είδηση. Η Τετιάνα Μπερσέντα δήλωσε μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου ότι τα περιουσιακά στοιχεία του Ριμπολόβλεφ ήταν κατατεθειμένα στο εξωτερικό και όχι στην Ελβετία.[111] Σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, η εφαρμογή της απόφασης ήταν πολύ δύσκολη, λόγω της κατάθεσης των περιουσιακών στοιχείων σε εμπιστεύματα. Η Ριμπολόβλεβα, είπε ένας από τους δικηγόρους της, έπρεπε να εντοπίσει περιουσιακά στοιχεία που ο Ριμπολόβλεφ είχε στο όνομά του ή σε τρίτους αλλά του ανήκαν. «Και το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν τόσες πολλές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και πολλά εμπιστεύματα στα οποία το όνομά του δεν εμφανίζεται».[112] Οι διάφορες εταιρείες-κέλυφος ήταν εγγεγραμμένες σε φορολογικούς παραδείσους σε πολλά μέρη του κόσμου. Ιδιοκτήτες των εταιρειών ήταν διάφορα εμπιστεύματα εγγεγραμμένα στην Κύπρο. Ο «Νόμος Ριμπολόβλεφ» διατηρούσε μυστικό το όνομα του εμπιστευματοπαρόχου, ενώ δεν επέτρεπε την εκτέλεση στην Κύπρο αποφάσεων άλλων δικαστηρίων.

 

Ο Ριμπολόβλεφ ήταν σίγουρος ότι η τέως σύζυγός του δεν θα μπορούσε να αποσπάσει απολύτως τίποτε από την οικογενειακή περιουσία. Σε μια συνάντηση που είχε εκείνη την περίοδο στον Σκορπιό με την οικογενειακή τους φίλη Τάνια Ράπο, ο Ριμπολόβλεφ καυχήθηκε ότι είχε εξουσία στον Πρόεδρο της Κύπρου και τη δυνατότητα να «αλλάζει τους νόμους», που ήταν απολύτως αληθές. «Να πεις στην Ελένα ότι δεν θα πάρει τίποτα. Έκανα ό,τι ήταν απαραίτητο στην Κύπρο»,[113] της είπε, που επίσης ήταν αλήθεια.

 

Ο Ριμπολόβλεφ βεβαίως και είχε κάνει ό,τι μπορούσε στην Κύπρο, αλλά από την αλυσίδα της διαπλοκής του με το κυπριακό σύστημα εξουσίας απουσίαζε ο κρίκος του γενικού εισαγγελέα. Αυτό το «κενό» συνέτεινε στην αποτυχία του σχεδίου σύλληψης και εκβιασμού της Ριμπολόβλεβα και αποτέλεσε το κώλυμα για την κατάσχεση του δακτυλιδιού και την οικονομική ασφυξία της. Μετά την απόφαση του ελβετικού δικαστηρίου, η στάση που θα τηρούσε ο γενικός εισαγγελέας ήταν ακόμη πιο σημαντική, διότι οι θεσμοί της Κυπριακής Δημοκρατίας προορίζονταν να εμποδίσουν τη Ριμπολόβλεβα να εντοπίσει την οικογενειακή περιουσία που κρυβόταν πίσω από τα κυπριακά εμπιστεύματα.

 

Ακριβώς εκείνη την περίοδο άρχισε να δημιουργείται στο Προεδρικό μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα εις βάρος του γενικού εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη. Η κατηγορία που επιστρατεύθηκε εναντίον του ήταν πως δεν προχωρούσαν οι έρευνες για τις συνθήκες κατάρρευσης της οικονομίας το 2013. Η εκμετάλλευση του αισθήματος αγανάκτησης των πολιτών, που ζητούσαν την τιμωρία των υπαίτιων της οικονομικής κρίσης, ήταν το ιδανικό καμουφλάρισμα για το φάγωμα του Κληρίδη, προς εξυπηρέτηση του Ριμπολόβλεφ. Ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Βίκτωρας Παπαδόπουλος, μεταφέροντας ό,τι άκουγε από τον Αναστασιάδη, έλεγε στους διαδρόμους ότι έπρεπε να φύγει ο Κώστας Κληρίδης και να αναλάβει ο Ρίκκος Ερωτοκρίτου, που … έκοβε δρόμο.

 

Στις 6 Ιουλίου 2014 πήρα ένα τηλεφώνημα από τον συνεταίρο του Αναστασιάδη Φάνο Φιλίππου,[114] ο οποίος αντιμετώπιζε ανταγωνιστικά τον Ανδρέα Νεοκλέους. Ο Φιλίππου μου είπε ότι λίγες μέρες προηγουμένως, είχε συνάντηση με τον Αναστασιάδη στο δικηγορικό τους γραφείο στη Λεμεσό. Μπαίνοντας στο γραφείο είδε να βγαίνει τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου. Μόλις μπήκε ο Φιλίππου, ο Αναστασιάδης του είπε: «Μακάρι να μπορούσα να βάλω τώρα τον Ρίκκο γενικό εισαγγελέα, θα κάμναμε τις δουλειές μας». Ο Φιλίππου μου είπε ότι ο Αναστασιάδης «έν’ ακονισμένος να βάλει τον Ρίκκο τζιαι ροκανίζει τον γενικό εισαγγελέα» και ότι «πίσω που τον Ρίκκο έν’ ο Νεοκλέους».

 

Το Προεδρικό άρχισε μια συστηματική προσπάθεια αποδόμησης του Κώστα Κληρίδη, με διαρροές στον Τύπο περί μη αποτελεσματικότητάς του, σε αντιδιαστολή με τον «αποφασιστικό» βοηθό γενικό εισαγγελέα. Αυτές ήταν αποφάσεις τις οποίες λάμβανε ο Αναστασιάδης και προωθούσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Νίκος Χριστοδουλίδης. Στις 6 Ιουνίου ανακοινώθηκε ότι ο Πρόεδρος είχε συγκαλέσει σύσκεψη στις 24 Ιουνίου για την πορεία των ερευνών που αφορούσαν τις συνθήκες κατάρρευσης της οικονομίας, στην οποία είχαν προσκληθεί ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής. «Αποτελεί αίτημα της κυπριακής κοινωνίας και δεδηλωμένη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας για μηδενική ανοχή προς όλους εκείνους που ευθύνονται για την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας»,[115] δήλωσε ο Χριστοδουλίδης.

 

Η σύσκεψη αναβλήθηκε την τελευταία στιγμή για τις 3 Ιουλίου, όμως την ημέρα για την οποία ήταν προγραμματισμένη εμφανίστηκε ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα Σημερινή, επικριτικό για τους αργούς ρυθμούς των ερευνών για την οικονομία και με αιχμές κατά του γενικού εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη. Το δημοσίευμα ανέφερε ότι «πρόθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι να ζητήσει όπως εμπλακούν στη διερεύνηση όσο το δυνατόν περισσότερα στελέχη της Νομικής Υπηρεσίας και δη του βοηθού γενικού εισαγγελέα, Ρίκκου Ερωτοκρίτου, με στόχο πάντα την επιτάχυνση των διαδικασιών».[116]

 

Εκείνη τη μέρα με πήρε στο τηλέφωνο ο Κώστας Κληρίδης για να διαμαρτυρηθεί. Ήταν ολοφάνερο ότι το δημοσίευμα ήταν υποβολιμαίο από το Προεδρικό, και ο Κληρίδης εξέφρασε παράπονο ότι του κάναμε παιχνίδι πίσω από την πλάτη του. Όταν του απάντησα ότι δεν είχα ανάμειξη, δυσκολευόταν να με πιστέψει. «Να πεις του Προέδρου ότι οι έρευνες δεν προχωρούν διότι ο Ρίκκος υποσκάπτει τους ανακριτές, και το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μου το αναλώνω για να προσέχω από τον βοηθό γενικό εισαγγελέα», μου είπε. Τον ρώτησα γιατί δεν ζητούσε συνάντηση με τον Πρόεδρο, για να του τα πει αυτοπροσώπως. Μου απάντησε ότι τα είχε πει στον Πρόεδρο, και η απάντησή του ήταν «να σε διορίσουμε κάπου αλλού». Με άλλα λόγια, ο Αναστασιάδης είπε στον Κληρίδη «αν δεν σου αρέσει, να σε διευκολύνω να φύγεις»…. Ο Κληρίδης εξέδωσε αυθημερόν ανακοίνωση και αναφέρθηκε σε «επικοινωνιακά παιγνίδια» με στόχο τη δημιουργία εντυπώσεων περί δικών του ευθυνών «για αργοπορία στις ποινικές ανακρίσεις για την οικονομία» και την υποβολή στην κοινή γνώμη ότι «άλλοι καταβάλλουν προσπάθειες επίσπευσής τους».[117]

 

Την επομένη του δημοσιεύματος στη Σημερινή, ο γενικός εισαγγελέας είχε ραντεβού με τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο, ο οποίος επεδίωξε τη συνάντηση για να του εκφράσει, όπως του είπε, την εκτίμησή του. Ο Χατζηκυριάκος είπε στον Κώστα Κληρίδη ότι αντιλαμβανόταν ότι είχε πρόβλημα με τη δημόσια εικόνα του και προθυμοποιήθηκε να τον βοηθήσει αφιλοκερδώς να τη διορθώσει. Ο Κληρίδης εκτίμησε το ενδιαφέρον και ο Χατζηκυριάκος του έστειλε μερικές οδηγίες και παρατηρήσεις για τον δημόσιο λόγο του.

 

Στις 3 Ιουλίου 2014 έγινε η αναβληθείσα σύσκεψη που είχε συγκαλέσει ο Αναστασιάδης για τις έρευνες για την οικονομία. Εκτός από την Επιτροπή Θεσμών της Βουλής προσκλήθηκαν ο γενικός και ο βοηθός γενικός εισαγγελέας, ο υπουργός Δικαιοσύνης και η ανακριτική ομάδα της αστυνομίας. Με το τέλος της σύσκεψης, ο Νίκος Χριστοδουλίδης δήλωσε ότι ο Πρόεδρος «επανέλαβε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης για την πλήρη και εις βάθος διερεύνηση της όποιας παράνομης πράξης που οδήγησε χιλιάδες συμπολίτες μας σε ανυπολόγιστες οικονομικές επιπτώσεις και συνέπειες, ως αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης του χρηματοπιστωτικού τομέα από εκείνους που έφεραν την ευθύνη».[118] Αυτή ήταν η απόλυτη υποκρισία. Ο Αναστασιάδης βρισκόταν στον πυρήνα των αιτιών της οικονομικής κρίσης, είτε ως μεσάζοντας μεταξύ των καταθετών και των τραπεζών, είτε ως αποδέκτης μιζών από τα κλεμμένα της Λαϊκής Τράπεζας.[119]

 

Ο Αναστασιάδης όρισε νέα σύσκεψη, για να ενημερωθεί τάχα για την πορεία των ερευνών για την κατάρρευση της οικονομίας, στις 2 Σεπτεμβρίου 2014. Την ίδια μέρα ο Φιλελεύθερος, επικαλούμενος αρμόδιες πηγές, δηλαδή τον Χριστοδουλίδη, έγραψε ότι το ενδιαφέρον του Προέδρου για τις έρευνες ήταν αδιάλειπτο και ότι «θέλει να δει απτά αποτελέσματα, τα οποία δυστυχώς 14 μήνες μετά την έναρξη των ερευνών δεν έχουν φανεί».[120] Στη σύσκεψη παρέστησαν ο γενικός εισαγγελέας και ο βοηθός γενικός εισαγγελέας, καθώς και η ηγεσία της αστυνομίας με το κλιμάκιο των ανακριτών. Από τη συζήτηση δεν τεκμηριώθηκε ότι υπήρχε κωλυσιεργία εκ μέρους του Κληρίδη, και ο Αναστασιάδης δήλωσε ότι δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι «ο γενικός εισαγγελέας θα είναι — πως ήταν και μέχρι σήμερα — αρωγός στις προσπάθειες των ανακριτών».[121]

 

Μετά τα καλά λόγια του Αναστασιάδη, την ίδια κιόλας μέρα, επισκέφθηκε τον γενικό εισαγγελέα ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, για να τον ενημερώσει, τάχα, για το αποτέλεσμα των προσπαθειών του να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα του. «Λυπούμαι που θα σε στενοχωρήσω, αλλά η εικόνα σου δεν διορθώνεται», του είπε. Και τον συμβούλευσε να παραιτηθεί από το αξίωμά του και να διεκδικήσει τη θέση του Κύπριου δικαστή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ).[122] Ένα μήνα αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου, ο Αναστασιάδης κάλεσε σε συνάντηση τον Κληρίδη και τον ρώτησε τι γινόταν με το ΕΔΑΔ. Ο Κληρίδης θεώρησε ότι η ερώτηση αφορούσε τις υποθέσεις της Κύπρου ενώπιον του ΕΔΑΔ, και άρχισε να του εξηγεί. Ο Αναστασιάδης τον διέκοψε και του είπε ότι η ερώτηση δεν αφορούσε τις υποθέσεις στο ΕΔΑΔ, αλλά τη μετάβαση του ιδίου στο Στρασβούργο. Ο Κληρίδης του απάντησε ότι δεν σκεφτόταν κάτι τέτοιο. Τότε ο Αναστασιάδης έδεσε το φρύδι του και του είπε με διατακτικό τόνο: «Να το σκεφτείς».

 

Το επόμενο διάστημα άρχισαν να διαρρέουν πληροφορίες και να εμφανίζονται δημοσιεύματα που έφεραν τον Κληρίδη να παραιτείται από γενικός εισαγγελέας, για να συνεχίσει την καριέρα του στο ΕΔΑΔ. Ο Κληρίδης αντέδρασε ανακοινώνοντας ότι οι πληροφορίες και τα δημοσιεύματα ήταν «υποβολιμαία, και εξυπηρετούν σκοπιμότητες και συμφέροντα». Ξεκαθάρισε δε ότι ουδέποτε επέδειξε ενδιαφέρον για το ΕΔΑΔ, και δεν είχε πρόθεση να εγκαταλείψει τα καθήκοντά του.[123]

 

Η περίπτωση αυτή είναι αντιπροσωπευτική για τις τακτικές που εφευρίσκει ο Αναστασιάδης όταν θέλει να εφαρμόσει κρυφές ατζέντες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, στόχος του ήταν να εξαναγκάσει τον Κώστα Κληρίδη να αποχωρήσει από το αξίωμα του γενικού εισαγγελέα και να διορίσει τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου για να εξυπηρετήσει τον Ριμπολόβλεφ. Το πρώτο του βήμα ήταν να επινοήσει έναν «καλό σκοπό», που ήταν οι έρευνες για την κατάρρευση της οικονομίας. Μετά δημιούργησε το υπόβαθρο για τα … προτερήματα του Ερωτοκρίτου, που ήταν η αποφασιστικότητά του, σε αντιδιαστολή με τον «αναποτελεσματικό» Κληρίδη. Το επόμενο στάδιο ήταν η αναζήτηση συνεργών, που ήταν η Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, η οποία ήταν κατά τεκμήριο φυτώριο διαφθοράς. Ύστερα ήταν η χειραγώγηση της κοινής γνώμης με δηλώσεις και διαρροές του Νίκου Χριστοδουλίδη προς τον Τύπο, στο πλαίσιο του «media project» που χρηματοδοτούσε ο Ριμπολόβλεφ. Όταν ο Αναστασιάδης κορύφωσε την πίεση στον Κληρίδη, του έστειλε τον έτερο των συνεργατών του, Ανδρέα Χατζηκυριάκο, ο οποίος του πρόσφερε διέξοδο προτείνοντάς του να γίνει δικαστής στο ΕΔΑΔ. Όταν ο Κώστας Κληρίδης αντιστάθηκε, και το σχέδιο να εξαναγκαστεί σε αποχώρηση απέτυχε, εξέλιπε και το «ενδιαφέρον» του Αναστασιάδη για την απόδοση ευθυνών για την κατάρρευση της οικονομίας.

 

 

Επηρεασμός δικαστών

Στα μέσα του 2014, λοιπόν, όταν ξεκίνησε η υπόγεια εκστρατεία φαγώματος του Κώστα Κληρίδη, υπήρχε και λόγος και αιτία. Ο Ριμπολόβλεφ είχε εντείνει τότε τις νομικές διαδικασίες για να περιορίσει τις δυνατότητες της συζύγου του να εντοπίσει τον πλούτο του που ήταν καμουφλαρισμένος πίσω από τα εμπιστεύματα και τις πολυδαίδαλες εταιρείες-κέλυφος που είχε ιδρύσει το γραφείο Νεοκλέους. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η εταιρεία Montrago είχε εξασφαλίσει διατάγματα τα οποία απαγόρευαν στην Ελένα Ριμπολόβλεβα να κινηθεί νομικά εναντίον των εμπιστευμάτων οπουδήποτε στον κόσμο, ενώ εκκρεμούσε η εκδίκαση της κυρίως αίτησης της εταιρείας, για να καταστεί το αίτημα αυτό δεδικασμένο.

 

Η αίτηση της Montrago είχε καταχωριστεί στο δικαστήριο τον Οκτώβριο του 2013. Ακολούθησαν μακρές δικαστικές διαδικασίες, λόγω των ενστάσεων που ήγειρε η πλευρά της Ριμπολόβλεβα διά των δικηγόρων της, Λουκή Παπαφιλίππου στο αρχικό στάδιο και Αλεξάνδρας Πελαγία στη συνέχεια. Στις 21 Οκτωβρίου 2014, οι δικηγόροι της Montrago αιτήθηκαν από το δικαστήριο την έκδοση ερήμην απόφασης, επειδή η πλευρά της Ριμπολόβλεβα και των δικηγόρων της δεν είχαν καταχωρίσει στο δικαστήριο σημείωμα εμφάνισης στην κυρίως αίτηση.

 

Το αίτημα θα εκδίκαζε ο δικαστής Χάρης Σολομωνίδης, ο οποίος είχε ενώπιόν του την υπόθεση και είχε ήδη εκδικάσει και απορρίψει την αίτηση των δικηγόρων της Ριμπολόβλεβα για εξαίρεσή του επειδή η σύζυγός του εργαζόταν στον Νεοκλέους. Πράγματι, οι δικηγόροι της Ριμπολόβλεβα δεν είχαν καταχωρίσει σημείωμα υπεράσπισης στην κυρίως αίτηση, και τυπικά η εναγόμενη δεν είχε ορίσει δικηγόρο να την εκπροσωπήσει. Όμως, επί της ουσίας, η Ριμπολόβλεβα είχε δικηγόρους που απασχολούσαν για έναν ολόκληρο χρόνο το δικαστήριο με διάφορες ενστάσεις. Ένας καλοπροαίρετος δικαστής θα διέταζε να γίνει επίδοση του αιτήματος για μονομερή απόφαση στους δικηγόρους της Ριμπολόβλεβα ή και στην ίδια στο εξωτερικό. Αντί αυτού, το αίτημα της Montrago για ερήμην έκδοση απόφασης αναρτήθηκε στον πίνακα του δικαστηρίου για πέντε μέρες. Αμέσως μετά, στις 4 Νοεμβρίου 2014, ο Σολομωνίδης εξέδωσε απόφαση υπέρ της Montrago χωρίς δίκη, λόγω μη εμφάνισης του αντίδικου μέρους!

 

Ο Ελβετός δικηγόρος της Ριμπολόβλεβα Μαρκ Μπονάντ κατάγγειλε την ενέργεια αυτή ως «αντίθετη με τις αρχές ενός συνταγματικού κράτους», επισημαίνοντας: «Εδώ έχουμε δικαστές που αποφασίζουν εκτός των πλαισίων των νόμων».[124] Ήταν μετά από αυτή την απόφαση που οι δικηγόροι της Ριμπολόβλεβα κατάγγειλαν τον δικαστή Χάρη Σολομωνίδη στο Ανώτατο Δικαστήριο για διαπλοκή, χωρίς όμως να υπάρξει ανταπόκριση. Ταυτόχρονα, υπέβαλαν αίτηση για παραμερισμό της απόφασης της 4ης Νοεμβρίου, την οποία εκδίκασε η δικαστής Έλενα Εφραίμ, την έκανε αποδεκτή και η απόφαση ακυρώθηκε.[125]

 

Η απόπειρα επηρεασμού δικαστών για να εκδώσουν βολική απόφαση για τον Ριμπολόβλεφ δεν ήταν άγνωστη σ’ αυτόν πρακτική. Τον Αύγουστο του 2014, λίγους μήνες πριν το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εκδώσει την ερήμην απόφαση υπέρ του, ο Ριμπολόβλεφ είχε συναντήσει στη βίλα του στη Γαλλική Ριβιέρα τον Ελβετό έμπορο έργων τέχνης Ιβ Μπουβιέ, στην παρουσία της δικηγόρου του Τετιάνα Μπερσέντα, και ζήτησε τη συνδρομή του για να διαφθείρει τους δικαστές οι οποίοι θα εκδίκαζαν την έφεση της πρωτόδικης απόφασης με την οποία είχε διαταχθεί να καταβάλει $4,5 δισεκατομμύρια στη σύζυγό του. «Εγώ σ’ έκανα με περιουσία, τώρα είναι η σειρά σου να προστατεύσεις τη δική μου», είπε ο Ριμπολόβλεφ στον Μπουβιέ.[126]

 

Ο Ριμπολόβλεφ ζήτησε από τον Μπουβιέ να εντοπίσει τα αδύνατα σημεία των δικαστών, είτε αυτά ήταν οικονομικά, σεξουαλικά ή είχαν σχέση με διαφθορά. «Δεν υπάρχει όριο στο πόσα μπορώ να πληρώσω», είπε, και του έδωσε εν λευκώ εξουσιοδότηση να χειριστεί την υπόθεση.[127] Σε συνέχεια της συνάντησης εκείνης, στις 6 Οκτωβρίου 2014, η Τετιάνα Μπερσέντα έδωσε στον Μπουβιέ ένα φάκελο που περιείχε τα ονόματα όλων των δικαστών που επρόκειτο να εξαγοράσει ή να εκβιάσει. Η ύπαρξη της λίστας με τα ονόματα των δικαστών αποδεικνύεται από ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που είχε στείλει η Μπερσέντα στον Μπουβιέ στις 30 Σεπτεμβρίου 2014, και αργότερα επιβεβαιώθηκε από τον δημόσιο κατήγορο της Γενεύης.

 

Το 2015, ο Μπουβιέ κατάγγειλε τον Ριμπολόβλεφ στις εισαγγελικές αρχές της Ελβετίας για την απόπειρά του να εξαγοράσει τους δικαστές. Ο δημόσιος κατήγορος της Γενεύης ερεύνησε την καταγγελία για τρία χρόνια και αποφάνθηκε ότι τα γεγονότα που περιέγραψε ο Μπουβιέ ήταν αληθή. «Η διαβίβαση της λίστας […] τείνει να βεβαιώσει τη θέση του Μπουβιέ ότι του ζητήθηκε να διαφθείρει ή και να εκβιάσει τους δικαστές που ήταν αρμόδιοι για την εκδίκαση της προσφυγής του Ριμπολόβλεφ κατά της πρωτόδικης απόφασης στην υπόθεση του διαζυγίου, με κάθε τρόπο και ανεξάρτητα από το κόστος», ανέφερε ο δημόσιος κατήγορος στη γνωμάτευσή του. Παρόλα αυτά αρχειοθέτησε την υπόθεση, επειδή με βάση το ελβετικό ποινικό δίκαιο, «η απόπειρα εκβιασμού ή δωροδοκίας είναι κολάσιμη πράξη, όμως από την άλλη οι απλές προπαρασκευαστικές πράξεις ενεργού εκβιασμού ή δωροδοκίας δεν τιμωρούνται». Η εισαγγελική αρχή της Γενεύης υπογράμμισε ότι οι απόπειρες διαφθοράς είναι «ηθικά ιδιαίτερα απαράδεκτες και σοκαριστικές» και ότι η δραστηριότητα της Τετιάνα Μπερσέντα ήταν ασυμβίβαστη με τους κανόνες του δικηγορικού επαγγέλματος, αποστέλλοντας τον φάκελο της υπόθεσης στον δικηγορικό σύλλογο της Γενεύης για τα περαιτέρω.[128]

 

Η γνωμάτευση του δημόσιου κατήγορου της Γενεύης είναι εμφανώς ποντιοπιλατική. Ο Μπουβιέ είχε καταγγείλει τον Ριμπολόβλεφ λίγους μήνες μετά που του ζητήθηκε να διαφθείρει τους δικαστές, ενώ στο μεταξύ το δευτεροβάθμιο δικαστήριο είχε εκδώσει απόφαση ευνοϊκή για τον Ριμπολόβλεφ στην υπόθεση του διαζυγίου. Το Εφετείο αναγνώρισε ότι η Ελένα Ριμπολόβλεβα δεν είχε δικαιοδοσία στα οικογενειακά εμπιστεύματα που ήταν εγγεγραμμένα στην Κύπρο. Το δικαστήριο διέταξε τον Ριμπολόβλεφ να καταβάλει στην πρώην σύζυγό του το πολύ μικρότερο ποσό των 564 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (€450 εκ.), αντί των $4,5 δις που προέβλεπε η αρχική απόφαση.[129] Η πλευρά της Ριμπολόβλεβα έκανε έφεση στο Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο της Ελβετίας.

 

Στο μεταξύ, η υπόθεση Ριμπολόβλεφ είχε πάρει μια επικίνδυνη τροπή. Οι δύο άνθρωποι κλειδιά του ολιγάρχη στην Κύπρο, ο Ανδρέας Νεοκλέους και ο βοηθός γενικός εισαγγελέας Ρίκκος Ερωτοκρίτου, βρέθηκαν στη δίνη ενός σκανδάλου που τους έφερε αντιμέτωπους με τη Δικαιοσύνη. Ο γενικός εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης, για να παρακάμψει τον ελεγχόμενο από την κυβέρνηση μηχανισμό διερεύνησης ποινικών αδικημάτων, διόρισε ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή και κίνησε διαδικασίες για την παραπομπή του Ερωτοκρίτου ενώπιον Κακουργιοδικείου για διαφθορά, με συγκατηγορούμενο τον Παναγιώτη Νεοκλέους. Ο Αναστασιάδης έκανε τα πάντα για να σταματήσει τη δίωξη του Ερωτοκρίτου. Όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο μου Η Συμμορία, ο Αναστασιάδης συνωμότησε με τον Ερωτοκρίτου για να καταγγελθεί ο Κληρίδης στην αστυνομία για διαφθορά, με σκοπό να εξαναγκαστεί σε παραίτηση. Ο Αναστασιάδης υπαναχώρησε όταν ο Κληρίδης εξέδωσε μια σκληρή ανακοίνωση, η οποία κατέληγε ως εξής: «Οι κατηγορούμενοι μετατρέπονται σε κατηγόρους, με τη συνδρομή και υπόθαλψη του ανώτατου άρχοντα της χώρας. Ντροπή!».[130]

 

Αν και η υπόθεση για την οποία κατηγορήθηκαν ο Ερωτοκρίτου και ο υιός Νεοκλέους — και τελικά καταδικάστηκαν — δεν είχε άμεση σχέση με τον Ριμπολόβλεφ, η δικηγόρος της Ριμπολόβλεβα Αλεξάνδρα Πελαγία κατάγγειλε στον ποινικό ανακριτή Παναγιώτη Καλλή, ο οποίος εξέταζε την υπόθεση Ερωτοκρίτου/Νεοκλέους, την περίπτωση της σύλληψης της Ελένα Ριμπολόβλεβα. Η εξέλιξη αυτή θορύβησε την πλευρά του Ριμπολόβλεφ, που έσπευσε να κλείσει την υπόθεση για το διαζύγιο, υπό τον φόβο ότι η υπόθεση Ερωτοκρίτου/Νεοκλέους θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και θα αποκάλυπτε όλες τις έκνομες ενέργειες που είχαν γίνει. Τη συμφωνία για τους όρους του διαζυγίου διαχειρίστηκε στην Κύπρο ο δικηγόρος Πόλυς Πολυβίου, ο οποίος είχε ενταχθεί στη νομική ομάδα του Ριμπολόβλεφ μετά την αποτυχία του σχεδίου σύλληψης και εκβιασμού της συζύγου του. Το ζεύγος Ριμπολόβλεβ με κοινή δήλωσή του στις 21 Οκτωβρίου 2015 ανέφερε ότι είχε καταλήξει σε φιλικό διακανονισμό των όρων του διαζυγίου και ότι όλες οι μεταξύ τους νομικές διαδικασίες τερματίζονταν.[131]

 

 

«Μονακό γκέιτ»

Εκείνο που ο Ριμπολόβλεφ φοβόταν τελικά δεν αποτράπηκε, οι αποκαλύψεις όμως δεν έγιναν στην Κύπρο, αλλά στο Μονακό — εξ ου και το σκάνδαλο που ξέσπασε ονομάστηκε από τον Τύπο «Μονακό γκέιτ», κατά παράφραση του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ — όπου δοκίμασε να εφαρμόσει εις βάρος του εμπόρου έργων τέχνης Ιβ Μπουβιέ ακριβώς τις ίδιες πρακτικές που είχε χρησιμοποιήσει για να εκβιάσει την πρώην σύζυγό του. Η περίπτωση όμως του Μονακό εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ για τον ίδιο και τη δικηγόρο του Τετιάνα Μπερσέντα, της οποίας οι ιδιωτικές επικοινωνίες αποκαλύφθηκαν κατά την έρευνα.

 

Όλα ξεκίνησαν το 2003, όταν το ζεύγος Ριμπολόβλεφ αποφάσισε να αγοράσει έργα τέχνης για να διακοσμήσει το σπίτι που απέκτησε στη Γενεύη. Τα διαδικαστικά τα είχε αναλάβει η Βουλγάρα φίλη του ζεύγους Τάνια Ράπο. Η Ράπο συνόδευσε τον Ριμπολόβλεφ σε ένα χώρο αποθήκευσης έργων τέχνης που είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου (free port), για να παραλάβει ένα έργο που είχε αγοράσει. Εκεί ο Ριμπολόβλεφ γνώρισε τον Ιβ Μπουβιέ, ο οποίος είχε κληρονομήσει μια οικογενειακή επιχείρηση μεταφορών και εξειδικεύτηκε στις μεταφορές έργων τέχνης.[132] Ο Μπουβιέ είδε το κενό της αγοράς, ίδρυσε την πρώτη ζώνη ελεύθερου εμπορίου για έργα τέχνης στη Γενεύη, και έγινε ο «βασιλιάς των free ports».

 

Ο Ριμπολόβλεφ ήθελε να δημιουργήσει την πολυτιμότερη συλλογή έργων τέχνης και αγόρασε από τον Μπουβιέ 40 πίνακες σπουδαίων καλλιτεχνών, με επένδυση ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων. Αργότερα ο Ριμπολόβλεφ ισχυρίστηκε ότι η συμφωνία που είχε με τον Μπουβιέ ήταν πως θα ήταν μόνο ο μεσάζων στην αγορά των πινάκων έναντι προμήθειας 2%, αλλά ότι αυτός είχε υπερτιμολογήσει τα έργα πραγματοποιώντας κέρδος ενός δισεκατομμυρίου. Η θέση του Μπουβιέ, η οποία τελικά υιοθετήθηκε και από τις δικαστικές αρχές, ήταν πως εμπορευόταν τα έργα. «Εάν αγοράσω για δύο και μπορώ να πουλήσω για έντεκα, θα πουλήσω για έντεκα», είπε ο Μπουβιέ σε συνέντευξή του στο The New Yorker.[133] Ο Μπουβιέ υποσχέθηκε στην Τάνια Ράπο, η οποία του είχε γνωρίσει τον πελάτη και ήταν φίλη και έμπιστη του Ριμπολόβλεφ, ότι θα της παραχωρούσε ένα ποσοστό 6% για κάθε αγορά, ως μεσάζοντα εμπορικής πράξης.[134] Η Ράπο κέρδισε από τις πράξεις του Μπουβιέ με τον Ριμπολόβλεφ €100 εκατομμύρια.

 

Αρχικά ο Ριμπολόβλεφ ήταν συντηρητικός στον αριθμό των έργων που αγόραζε από τον Μπουβιέ. Από το 2003 μέχρι το 2007 αγόρασε μόνο έξι πίνακες, όμως από το 2008 μέχρι το 2013 αγόρασε 28 έργα. Ο λόγος της αύξησης της επένδυσης, που ανήλθε συνολικά στα δύο δισεκατομμύρια δολάρια και περιλάμβανε έργα κορυφαίων δημιουργών, μεταξύ των οποίων οι Γκογκέν, Μοντιλιάνι, Μονέ, Πικάσο και Ντα Βίντσι, ήταν η αίτηση διαζυγίου που είχε υποβάλει η σύζυγός του και η στρατηγική που εφάρμοσε ο Ριμπολόβλεφ για να αποκρύψει τον πλούτο του. Συνήθως οι συλλέκτες έργων τέχνης συνεργάζονται με διάφορους μεσάζοντες και πληρώνουν συμβούλους για να τους καθοδηγούν. Ο Ριμπολόβλεφ ήταν μια ιδιάζουσα περίπτωση, επειδή ήθελε οι συναλλαγές αυτές να παραμένουν μυστικές. Ως αγοραστές εμφανίζονταν τα οικογενειακά του εμπιστεύματα στην Κύπρο.

 

Το καλοκαίρι του 2014 κάτι άρχισε να πηγαίνει στραβά στις σχέσεις του Ριμπολόβλεφ με τον Μπουβιέ. Ο Ριμπολόβλεφ είχε ένα υπόλοιπο €40 εκατομμυρίων που δεν το πλήρωνε. Ο Μπουβιέ τον συνάντησε στον Σκορπιό και συζήτησαν το θέμα, στην παρουσία της Τάνια Ράπο. Ο Ριμπολόβλεφ είπε ότι είχε πρόβλημα ρευστότητας και ζήτησε από τον Μπουβιέ να πουλήσει εκ μέρους του μερικά από τα έργα της συλλογής του. Ο Μπουβιέ άρχισε να δυσανασχετεί και είπε στη Ράπο ότι δεν ήθελε να τον ξαναδεί.[135] Στα τέλη του 2014, ο Ριμπολόβλεφ θα ισχυριζόταν ότι ο Μπουβιέ τον είχε υπερτιμολογήσει κατά ένα δισεκατομμύριο δολάρια.

 

Ο Ριμπολόβλεφ αποφάσισε να επιτεθεί στον Μπουβιέ για να διεκδικήσει τα χρήματα που θεωρούσε ότι του είχε κλέψει, με τη ρωσική μέθοδο, οργανώνοντας τη σύλληψη και την κράτησή του από τις αρχές του Μονακό, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που είχε κάνει ένα χρόνο προηγουμένως με τη σύζυγό του στην Κύπρο. Ο Ριμπολόβλεφ, σε συνεργασία με την Τετιάνα Μπερσέντα, κατάστρωσε ένα σχέδιο παγίδευσης του Μπουβιέ και της συνεργάτιδάς του πλέον, Τάνια Ράπο. Συνεργοί ήταν οι διωκτικές αρχές του Μονακό, περιλαμβανομένων του αρχηγού της αστυνομίας και του υπουργού Δικαιοσύνης.[136]

 

Σε πρώτο στάδιο, η Μπερσέντα κατάγγειλε τον Μπουβιέ στην αστυνομία του Μονακό για απάτη και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Ακολούθως ο Ριμπολόβλεφ προσκάλεσε σε δείπνο την Τάνια Ράπο και την Μπερσέντα, η οποία είχε συζητήσει εκ των προτέρων με αξιωματούχους των αρχών του Μονακό την πρόθεσή της να ηχογραφήσει τη Ράπο εν αγνοία της.[137] Μεταξύ βότκας και χαβιαριού, η Μπερσέντα ηχογράφησε τη Ράπο,[138] η οποία αργότερα θα υποστήριζε ότι είχε την εντύπωση ότι την είχαν εξωθήσει σκόπιμα να καταναλώσει αλκοόλ, για να την ηχογραφήσουν και να χρησιμοποιήσουν τα όσα θα έλεγε ως ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον της.[139]

 

Όταν τέλειωσε το δείπνο, ο Ριμπολόβλεφ ζήτησε από την Τάνια Ράπο να προσκαλέσει τον Μπουβιέ στο σπίτι του, για να συζητήσουν τις διαφορές τους.[140] Ο Μπουβιέ ανταποκρίθηκε, και η συνάντηση διευθετήθηκε για τις 25 Φεβρουαρίου 2015, δύο μέρες μετά το δείπνο με τη Ράπο. Η πρόσκληση αυτή ήταν παγίδα, σε συνεννόηση με τις διωκτικές αρχές του Μονακό. Όπως και στην περίπτωση της Ελένα Ριμπολόβλεβα, η Τετιάνα Μπερσέντα ενημέρωσε τις αστυνομικές αρχές για τον ακριβή χρόνο άφιξης του Ιβ Μπουβιέ στο σπίτι του Ριμπολόβλεφ. Όταν ο Μπουβιέ μπήκε στην είσοδο του κτηρίου, τον προσέγγισαν εννέα αστυνομικοί της υπηρεσίας ναρκωτικών και τον συνέλαβαν. Την ίδια μέρα συνελήφθη και η Τάνια Ράπο. Ο τρόπος που έγινε η σύλληψη, ανέφερε η Ράπο, της θύμισε την περίπτωση της σύλληψης της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο.[141]

 

Ο Μπουβιέ και η Ράπο ανακρίθηκαν για απάτη και ξέπλυμα χρήματος. Οι συλληφθέντες κατηγορήθηκαν, και η πρόθεση των αρχών ήταν η παρατεταμένη κράτησή τους. Το σχέδιο του Ριμπολόβλεφ, όπως αντιλήφθηκε ο Μπουβιέ, ήταν να τον χώσει μέσα για τρεις μήνες, μέχρι να συμβιβαστεί.[142] Η υπόθεση πήρε διαφορετική τροπή όταν ο δικαστής άφησε ελεύθερο τον Μπουβιέ μετά από 72 ώρες, με εγγύηση €10 εκατομμυρίων.[143]

 

Κατά τη διάρκεια της κράτησής της, η Τάνια Ράπο ενημερώθηκε ότι η Τετιάνα Μπερσέντα είχε καταθέσει στις ανακριτικές αρχές σε CD απόσπασμα της συνομιλίας που είχαν στο δείπνο με τον Ριμπολόβλεφ. Ένα άλλο τεκμήριο που κατατέθηκε εναντίον της ήταν βεβαίωση από την τράπεζα HSBC του Μονακό ότι είχε κοινό τραπεζικό λογαριασμό με τον Μπουβιέ, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Η Ράπο, έχοντας υπόψη το προηγούμενο της σύλληψης της Ελένα Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο, κατάγγειλε τον Ριμπολόβλεφ, την Μπερσέντα και την HSBC για σκευωρία προς σύλληψή της και παραβίαση της ιδιωτικής της ζωής, λόγω της παράνομης ηχογράφησής της.

 

Την καταγγελία της Ράπο ανέλαβε να διερευνήσει ο δικαστής Εντουάρ Λεβρό, ο οποίος μόλις είχε αποσπαστεί στο Μονακό και δεν ήταν μέρος της σκευωρίας.[144] Από τα στοιχεία που είχε μπροστά του ο δικαστής αξιολόγησε ως βάσιμη την καταγγελία της Ράπο για παγίδευσή της και άρχισε να τη διερευνά. Στα τέλη του 2015 ο Λεβρό ζήτησε από την Μπερσέντα να παραδώσει το τηλέφωνο με το οποίο είχε γίνει η ηχογράφηση της Ράπο, για να ελέγξει εάν το αρχικό περιεχόμενο ήταν σύμφωνο με εκείνο του CD που είχε καταθέσει στην αστυνομία.[145] Η Μπερσέντα έπεσε στην παγίδα. Παρέδωσε το κινητό της μαζί με τους κωδικούς ξεκλειδώματός του, αφού προηγουμένως διέγραψε όλα τα μηνύματα.[146]

 

Ο δικαστής διέταξε ενδελεχή έλεγχο στο κινητό και ειδικός εμπειρογνώμονας ανάκτησε όλα τα διαγραφέντα δεδομένα, περιλαμβανομένων 8.900 SMS και imessages της περιόδου από τις 20 Ιουλίου 2013 μέχρι τις 17 Νοεμβρίου 2015. Το περιεχόμενο των μηνυμάτων άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για τις πρακτικές και τις μεθοδεύσεις του Ριμπολόβλεφ, και τεκμηρίωσε ότι το Μονακό και η Κύπρος ήταν δύο κράτη στα οποία, πράγματι, μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε.

 

Ο δικαστής Εντουάρ Λεβρό διαβίβασε τα ανακτηθέντα μηνύματα στον συνάδελφό του Μόργκαν Ρέιμοντ, ο οποίος διερευνούσε την καταγγελία του Ριμπολόβλεφ εναντίον του Μπουβιέ και της Ράπο. Με βάση το περιεχόμενο των μηνυμάτων ετοιμάστηκε μια έκθεση γεγονότων που αποκάλυπτε ότι η σύλληψη του Μπουβιέ ήταν σκευωρία του Ριμπολόβλεφ, με συνεργούς τη δικηγόρο του, τον υπουργό Δικαιοσύνης του πριγκιπάτου, τον αρχηγό της αστυνομίας και άλλα στελέχη των διωκτικών αρχών.[147] «Καλησπέρα, [ο Μπουβιέ] θα έρθει το πρωί της 25ης, είναι βέβαιο. Πρέπει να μείνουμε στο σχέδιο Α», είχε γράψει η Μπερσέντα στον αρχηγό της αστυνομίας την παραμονή της σύλληψης. Και στις 2 Μαρτίου του έγραφε ξανά: «Θα είσαι στο γραφείο σήμερα; Ντ.Ρ. [Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ] θέλει να σε συναντήσει για να κάνετε μια επισκόπηση της κατάστασης και να συζητήσετε τη συνέχεια προτού αναχωρήσει από το Μονακό αύριο για μια εβδομάδα».[148]

 

Στα μηνύματα της Μπερσέντα εντοπίστηκαν κι εκείνα που αφορούσαν τη σύλληψη της συζύγου του Ριμπολόβλεφ στην Κύπρο. Όταν, τον Ιούλιο του 2017, ο δικαστής Μόργκαν Ρέιμοντ κάλεσε τον Ριμπολόβλεφ σε ανακριτική κατάθεση, τον ρώτησε εάν ήταν αλήθεια αυτό που διατεινόταν, πως υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο όπου μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε, στον Σκορπιό, στο Μονακό και στην Κύπρο.[149] Ο δικαστής είχε κι άλλες εκπλήξεις για τον Ριμπολόβλεφ. Τον ρώτησε, για παράδειγμα, πώς γνώριζε η αστυνομία ότι θα συναντούσε τον Μπουβιέ και τον περίμενε στο κατώφλι του σπιτιού του. Ή γιατί κατάγγειλε τον Μπουβιέ ότι τον εξαπάτησε για έργα τέχνης που ανήκαν στο εμπίστευμα “Domus”, που είχε έδρα την Κύπρο, όταν ο ίδιος υποστήριξε εγγράφως σε άλλη υπόθεση στο Μονακό ότι δεν ήταν ο ιδιοκτήτης των έργων τέχνης.[150]

 

Τον Σεπτέμβριο του 2017, η εφημερίδα Le Monde αποκάλυψε την ύπαρξη ενός DVD με τα δεδομένα που ανακτήθηκαν από το τηλέφωνο της Τετιάνα Μπερσέντα. Η Le Monde έγραψε ότι τις παραμονές της σύλληψης του Μπουβιέ, ο υπουργός Δικαιοσύνης του πριγκιπάτου και η σύζυγός του φιλοξενήθηκαν στο σαλέ του Ριμπολόβλεφ στην Ελβετία, όπου είχαν μεταφερθεί με ελικόπτερο.[151] Μαζί τους ήταν και ο διευθυντής της τράπεζας HSBC στο Μονακό, ο οποίος είχε δώσει ψευδή στοιχεία στην αστυνομία ότι ο Ιβ Μπουβιέ και η Τάνια Ράπο είχαν κοινό τραπεζικό λογαριασμό στο Μονακό.[152] Η σκοπιμότητα της κατασκευής μαρτυρίας, που αργότερα αποδόθηκε από την τράπεζα σε αμέλεια, ήταν για να δημιουργηθεί αδίκημα στο Μονακό, για να μπορέσουν να κατηγορηθούν η Ράπο και ο Μπουβιέ, καθώς τα έργα είχαν αγοραστεί από εμπίστευμα που είχε έδρα την Κύπρο, δεν πέρασαν ποτέ από το Μονακό και ήταν αποθηκευμένα στην Ελβετία.[153]

 

Μερικές ώρες μετά το δημοσίευμα στη Le Monde, ο υπουργός Δικαιοσύνης Φιλίπ Ναρμίνο παραιτήθηκε, ενώ ο πρίγκιπας Αλβέρτος υποσχέθηκε πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης.[154] Η Τετιάνα Μπερσέντα δήλωσε σε συνέντευξή της ότι «έπεσε από τα σύννεφα» όταν είδε τα μηνύματά της δημοσιευμένα στον Τύπο. Προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο και ζήτησε να κηρύξει παράνομη την ανάκτηση και την αξιοποίηση των δεδομένων από το προσωπικό της τηλέφωνο.[155] Το δικαστήριο απέρριψε την αίτησή της τον Ιούνιο του 2018.[156] Η απόφαση του δικαστηρίου άνοιξε τον δρόμο για τη σύλληψη του Ριμπολόβλεφ, τον Νοέμβριο του 2018, και άρχισε επίσημα έρευνα εναντίον του και εναντίον της δικηγόρου του για υπόθεση διαφθοράς και εξαγοράς επιρροής.[157] Ένα χρόνο αργότερα, δικαστήριο στο Μονακό απάλλαξε τον Ιβ Μπουβιέ από τις κατηγορίες για καταδολίευση του Ριμπολόβλεφ και για ξέπλυμα χρήματος.[158] Τελικά ο Ριμπολόβλεφ βρέθηκε ο ίδιος κατηγορούμενος από τις αρχές του Μονακό, μαζί με την Τετιάνα Μπερσέντα, για συνωμοσία σύλληψης και εκβιασμού του Ιβ Μπουβιέ και της Τάνια Ράπο. Παρόμοιες κατηγορίες εξετάζονται εναντίον τους και στην Ελβετία.

 

 

Οι εξαρτήσεις από τον Πούτιν

Με τα χρήματα που κέρδισε από τον Ριμπολόβλεφ, ο Μπουβιέ δημιούργησε μια υπερσύγχρονη ελεύθερη ζώνη εμπορίου στη Σιγκαπούρη, η οποία λειτούργησε το 2010 και στοίχισε $100 εκατομμύρια, και ακόμη μία, λίγο μικρότερη, στο Λουξεμβούργο, που λειτούργησε το 2014.

 

Η Τάνια Ράπο, σε μια συνέντευξή της, έθεσε κάποια εύλογα ερωτήματα σχετικά με τη διαμάχη του Ριμπολόβλεφ με τον Μπουβιέ: Πώς μπορούσε ένας δισεκατομμυριούχος ολιγάρχης να πλήρωνε επί μια δεκαετία στα τυφλά όσα του ζητούσε ο Μπουβιέ, να κατέβαλε συνολικά δύο δισεκατομμύρια δολάρια και να μην επεδίωξε ούτε μία φορά να επιβεβαιώσει τα πραγματικά ποσά με τιμολόγια; Η Ράπο, που γνώριζε πολλά επειδή συνεργαζόταν με τον Μπουβιέ και ήταν της εμπιστοσύνης του Ριμπολόβλεφ, είπε στη συνέντευξή της ότι «είναι απαραίτητο να κοιτάξει κανείς το θέμα των free ports και να υποβάλει ερωτήσεις για ένα που δημιουργήθηκε στο Βλαδιβοστόκ».[159] Προς την ίδια κατεύθυνση υπέδειξε και ο ίδιος ο Μπουβιέ. «Δεν νομίζω να αισθάνεται εξαπατημένος [ο Ριμπολόβλεφ]. Γνωρίζει πολύ καλά ότι αποδέχθηκε τις τιμές που του ζητήθηκαν για τους πίνακες που αγόρασε. Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξετε τα free ports», είπε. Αναφερόμενος στη ζώνη ελεύθερου εμπορίου που δημιούργησε στη Σιγκαπούρη, είπε: «Αυτό τον ενδιαφέρει πάρα πολύ».[160]

 

Στις 4 Δεκεμβρίου 2014, ο Πούτιν είχε προτείνει την παραχώρηση στο Βλαδιβοστόκ στάτους free port, με ευνοϊκό και ελκυστικό φορολογικό καθεστώς. Το σχέδιο του Ριμπολόβλεφ ήταν να δημιουργήσει εκεί ένα free port το οποίο, εκτός από έργα τέχνης, θα εξυπηρετούσε και την αγορά διαμαντιών, ακόμη και όπλων. Σύμφωνα με τον Ρωσοαμερικανό ιστορικό Γιούρι Φελστίνσκι, στην επιχείρηση αυτή θα συμμετείχε και ο Πούτιν, μέσω του αναπληρωτή Πρωθυπουργού Γιούρι Τρουτνέφ, προστάτη του Ριμπολόβλεφ στο Κρεμλίνο. Ο Τρουτνέφ, προεδρικός εκπρόσωπος στην ομοσπονδιακή περιφέρεια της Άπω Ανατολής, συναντήθηκε με τον Μπουβιέ στη Σιγκαπούρη και συζήτησαν τη δημιουργία free port στο Βλαδιβοστόκ, ενώ ακολούθησε επίσκεψη του Μπουβιέ στη Μόσχα.

 

Οι συζητήσεις έγιναν το 2015–2016, μετά τη ρήξη στις σχέσεις του Ριμπολόβλεφ με τον Μπουβιέ. Ο Τρουτνέφ είπε στον Μπουβιέ ότι είχε υποσχεθεί στον Πούτιν ότι θα δημιουργούσε free port στο Βλαδιβοστόκ σε 4–5 χρόνια. Το σχέδιο ήταν να αξιοποιήσουν τα free ports στο Βλαδιβοστόκ και τη Σιγκαπούρη για τη διαφύλαξη και την εμπορία ρωσικών διαμαντιών και να ελέγξουν την αλυσίδα παραγωγής και εμπορίας, από την εξόρυξη μέχρι τον τελικό αποδέκτη. Το προβλεπόμενο κέρδος υπολογιζόταν σε δισεκατομμύρια. Για να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο ήταν απαραίτητη η τεχνογνωσία του Μπουβιέ, του «βασιλιά των free ports». Ο Ριμπολόβλεφ πρέπει να υποσχέθηκε ότι είχε εξασφαλισμένη τη συνεργασία του. Όταν ο Μπουβιέ δεν ενέδωσε, ο Ριμπολόβλεφ έμεινε εκτεθειμένος απέναντι στον Τρουτνέφ και τον Πούτιν, και αποπειράθηκε να εκβιάσει τον Μπουβιέ, σκηνοθετώντας τη σύλληψή του στο Μονακό.

 

Οι συνθήκες της σύλληψης του Μπουβιέ στο Μονακό ήταν τόσο όμοιες με εκείνες της σύλληψης της Ριμπολόβλεβα στην Κύπρο, σαν να έγιναν στη βάση ενός εγχειριδίου που διέπει τη λειτουργία μιας συμμορίας. Η διαφορά είναι ότι στο Μονακό, που είναι μια πόλη-κράτος με λιγότερους από 40.000 κατοίκους, έγινε ενδελεχής έρευνα και υπήρξαν επιπτώσεις εις βάρος των πρωταγωνιστών. Στην Κύπρο κανείς δεν τιμωρήθηκε. Ποιος όμως θα ερευνούσε και ποιος θα απέδιδε δικαιοσύνη; Ο Πρόεδρος, που είχε ο ίδιος οικονομικό όφελος και δικαιολογούσε τις πράξεις του με ψεύδη; Ο υπουργός Δικαιοσύνης, που επιστράτευσε τις διεθνείς συμβάσεις για πάταξη της διαφθοράς προς την αντίθετη κατεύθυνση; Η αστυνομία, που συνωμότησε για τη σύλληψη και τον εκβιασμό μιας γυναίκας που διεκδικούσε μερίδιο στην οικογενειακή περιουσία; Η Νομική Υπηρεσία, όπου ο βοηθός γενικός εισαγγελέας ήταν μέρος της συνωμοσίας ή η ΜΟΚΑΣ, που πρόσφερε την εμπειρία της στα σχέδια του Ριμπολόβλεφ; Η Βουλή, που ψήφιζε ομόφωνα νόμους κατά παραγγελία ενός ολιγάρχη ή τα μέσα ενημέρωσης, που επωφελούνταν από το «media project» του Ριμπολόβλεφ και έδιναν θετική δημοσιότητα στα θέματα που τον ενδιέφεραν και «δεν πήραν είδηση» ότι η χώρα και οι θεσμοί της εκπορνεύονταν με χρηματικά ανταλλάγματα;

 


 

[1]     “Rybolovlev’s rules, a Russian billionaire’s Monaco fiefdom”, Der Spiegel, 16.11.2018.

[2]     https://by.tribuna.com/tribuna/blogs/redaktsiya/2901427.html.

[3]     “Rybolovlev’s rules, a Russian billionaire’s Monaco fiefdom”, Der Spiegel, 16.11.2018.

[4]     Όπ. π.

[5]     Vicky Ward, “Did this billionaire get swindled out of millions in an elaborate art

world scheme?”, Town & Country, 17.11.2015.

[6]     Andrew Osborn, “Russian oligarch facing world’s most expensive divorce”, The

Telegraph, 2.7. 2010.

[7]     Yuri Felshtinsky, “Donald Trump & Dmitri Rybolovlev: The story of one payment”,

Gordonua, 9.7.2018.

[8]     “Rybolovlev’s rules, a Russian billionaire’s Monaco fiefdom”, Der Spiegel, 16.11.2018.

[9]     Όπ. π.

[10]   Vicky Ward, “Did this billionaire get swindled out of millions in an elaborate art

world scheme?”, Town & Country, 17.11.2015.

[11]   Hervé Gattegno, “Oligarque contre marchand d’art: révélations sur l’affaire qui

fait trembler Monaco et la Suisse”, Vanity Fair, 23.2.2016.

[12]   Όπ. π.

[13]   Chantal Mathez, “Elena Rybolovleva, les confidences d’une âme russe”, Bilan,

21.1.2014.

[14]   Aurélie Raya, “‘Monacogate’: La riposte de Tetiana Bersheda”, Paris Match,

13.10.2017.

[15]   Michel Henry, “How Russian oligarch Dmitry Rybolovlev spun his web over Mo-

naco”, Mediapart, 17.11.2018.

[16]   Boris Thiolay, “Monaco: Le trop influent M. Rybolovlev”, L’ Express, 8.11.2017.

[17]   Sam Knight, “The Bouvier Affair”, The New Yorker, 8.2.2016.

[18]   το είπε ο ριμπολόβλεφ στον έλβετό έμπορο τέχνης ιβ Μπουβιέ, όταν ζήτησε τη

συνδρομή του για να εξαγοράσει τους δικαστές που θα εκδίκαζαν την υπόθεση του

διαζυγίου του. (“Des juges genevois auditionnés suite à une dénonciation d’Yves

Bouvier”, Le Point, 19.10.2018).

[19]   Μακάριος δρουσιώτης, Η Συμμορία, άλφάδι, λευκωσία 2020, σ. 137.

[20]   «Ένας εναντίον όλων», Πολίτης, 11.10.2011.

[21]   Renaud Revel, Le mystérieux Monsieur Rybolovlev: Enquête sur l’oligarque le

plus puissant du monde, First Document, 2017, σ. 124.

[22] «Ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε», Πολίτης, 22.2.2012.

[23] «Δεν αρμενίζει στραβά η Μοκάσ», Πολίτης, 24.2.2012.

[24]   «Ένας εναντίον όλων», Πολίτης, 11.10.2011.

[25]   Όπ. π.

[26]   «διεθνή εμπιστεύματα», Πολίτης, 5.12.2011.

[27]   πρακτικά της Βουλής των άντιπροσώπων, ι ́ Βουλευτική περίοδος – σύνοδος ά ́,

συνεδρίαση 8.3.2012.

[28]   Όπ. π.

[29]   Όπ. π.

[30]   Μόνο η εφημερίδα Cyprus Mail έγραψε το παρασκήνιο του «Νόμου ριμπολό-

βλεφ» και την κατάληξή του. (στήλη “Coffee Shop”, 11.3.2012, 25.3.2012,

22.4.2012, 1.7.2012).

[31]   “Le milliardaire russe Dmitri Rybolovlev au centre d’un ‘Monacogate’”, Le Monde,

14.9.2017.

[32]   Antton Rouget, Michel Henry, “How oligarch Dmitry Rybolovlev’s aides plotted

his wife’s arrest in Cyprus”, Mediapart, 18.11.2018.

[33]   “Rybolovlev’s rules, a Russian billionaire’s Monaco fiefdom”, Der Spiegel,

16.11.2018.

[34]   Έκθεση του εμπειρογνώμονα Jean-Christophe Slucki για τον δικαστή Edouard

Levrault, πρωτοδικείο Μονακό, 30.8.2017.

[35]   Τα μηνύματα ήταν στα αγγλικά. στο βιβλίο παρατίθενται στα ελληνικά, σε μετά-

φραση από τον συγγραφέα.

[36]   Hervé Gattegno, “Oligarque contre marchand d’art: révélations sur l’affaire qui

fait trembler Monaco et la Suisse”, Vanity Fair, 23.2.2016.

[37]   Vicky Ward, “Did this billionaire get swindled out of millions in an elaborate art

world scheme?”, Town & Country, 17.11.2015.

[38]   Renaud Revel, Le mystérieux Monsieur Rybolovlev: Enquête sur l’oligarque le plus

puissant du monde, First Document, 2017, σ. 117.

[39]   Yuri Felshtinsky, “Donald Trump & Dmitri Rybolovlev: The story of one payment”,

Gordonua, 9.7.2018.

[40]   Renaud Revel, Le mystérieux Monsieur Rybolovlev: Enquête sur l’oligarque le

plus puissant du monde, First Document, 2017, σ. 124.

[41]   Μακάριος δρουσιώτης, Η Συμμορία, άλφάδι, λευκωσία 2020, σ. 19.

[42]   Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται από τα μηνύματα που βρέθηκαν στο κινητό της

Μπερσέντα.

[43]   «Μονομερής αίτηση ημερ. 9.10.2013 από: Montrago Trustees Limited, άρ. άίτησης:

2092/2013».

[44]   «Μονομερής αίτηση ημερ. 20.1.2014 από: Montrago Trustees Limited, άρ. άίτησης:

2092/2013».

[45]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 10.2.2014, 19:22.

[46]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 11.2.2014, 09:11.

[47]   «άίτηση εξαίρεσης ημερ. 13.5.2014. άριθμός εναρκτήριας αίτησης 2092/2013.

ένδιάμεση απόφαση».

[48]   «καταγγελία για διαπλοκή δικαστή», Πολίτης, 7.12.2014.

[49]   Alexandra Bregman, The Bouvier Affair: A True Story, 2019, σ. 158.

[50]   Έκθεση της κοινοβουλευτικής έπιτροπής Νομικών για την πρόταση νόμου «ο

περί ποινικού κώδικα (τροποποιητικός) (άρ. 3) Νόμος του 2013», 23.10.2013.

[51]   Όπ. π.

[52]   Ένα οικογενειακό γραφείο (family office) εξυπηρετεί τις ανάγκες οικογενειών με

μεγάλης αξίας περιουσιακά στοιχεία, παρέχοντας διοικητικές ή λογιστικές υπη-

ρεσίες, νομικές και άλλες συμβουλές, αναλαμβάνοντας τη διαχείριση εμπιστευ-

μάτων κ.λπ.

[53]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 10.12.2013, 18:54.

[54]   Antton Rouget, Michel Henry, “How oligarch Dmitry Rybolovlev’s aides plotted

his wife’s arrest in Cyprus”, Mediapart, 18.11.2018.

[55]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 10.2.2014, 18:46.

[56]   Όπ. π., 18:52.

[57]   Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: L’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[58]   Chantal Mathez, “Elena Rybolovleva, les confidences d’une âme russe”, Bilan,

21.1.2014.

[59]   «συνελήφθη στην κύπρο η σύζυγος του μεγιστάνα ριμπολόβλεφ», Η Καθημερινή,

24.2.2014.

[60]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 21.2.2014, 18:08.

[61]   “Rybolovlev’s rules, a Russian billionaire’s Monaco fiefdom”, Der Spiegel, 16.11.2018.

[62]   παναγιώτης Νεοκλέους προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 23.2.2014, 09:01.

[63]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 23.2.2014, 19:03.

[64]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 21.2.2014, 08:05.

[65]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 24.2.2014, 10:14.

[66]   παναγιώτης Νεοκλέους προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 24.2.2014, 10:15.

[67]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 24.2.2014, 10:47.

[68]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 12:41.

[69]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 13:11.

[70]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 12:41 (13:40 ώρα κύπρου).

[71]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 24.2.2014, 13:49 (14:49).

[72]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 13:55 (14:55).

[73]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 14:36 (15:36).

[74]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 15:25 (16:36).

[75]   «η έ. ριμπολόβλεβα προσκόμισε στην αστυνομία όλα τα σχετικά έγγραφα, δη-

λώνουν οι δικηγόροι της», ΚΥΠΕ, 26.2.2014.

[76]   Andrey Sukhotin, “Искусство инвестиций во власть” (H τέχνη να επενδύεις στην

εξουσία), Novaya Gazeta, 26.9.2016.

[77]   Hervé Gattegno, “Oligarque contre marchand d’art: Révélations sur l’affaire qui

fait trembler Monaco et la Suisse”, Vanity Fair, 23.2.2016.

[78]   «συνελήφθη στην κύπρο η σύζυγος του μεγιστάνα ριμπολόβλεφ», Η Καθημερινή,

24.2.2014.

[79]   “Russian billionaire’s former wife detained in Cyprus over $25m ring”, Cyprus Mail,

24.2.2014.

[80]   «η έ. ριμπολόβλεβα προσκόμισε στην αστυνομία όλα τα σχετικά έγγραφα, δηλώ -

νουν οι δικηγόροι της», ΚΥΠΕ, 26.2.2014.

[81]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 24.2.2014, 15:10 (16:10).

[82]   τετιάνα Μπερσέντα προς λέανδρο παπαφιλίππου, SMS, 24.2.2014, 15:12 (16:12).

[83]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 24.2.2014, 15:15 (16:15).

[84]   λέανδρος παπαφιλίππου προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 24.2.2014, 16:52 (17:10).

[85]   σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 24.2.2014, 19:37 (20:37).

[86]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 24.2.2014, 19:43.

[87]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 6.3.2014, 09:53.

[88]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 26.2.2014, 13:03.

[89]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 26.2.2014, 13:07.

[90]   Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[91]   τετιάνα Μπερσέντα προς παναγιώτη Νεοκλέους, SMS, 11.3.2014, 20:13.

[92]   άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 13.3.2014, 09:20.

[93]   άβέρωφ Νεοφύτου προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 14.3.2014, 17:33.

[94]   άntton Rouget, Michel Henry, “How oligarch Dmitry Rybolovlev’s aides plotted

his wife’s arrest in Cyprus”, Mediapart, 18.11.2018.

[95]   τετιάνα Μπερσέντα προς άνδρέα χατζηκυριάκο, SMS, 13.3.2014, 15:29.

[96]   άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 13.3.2014, 16:54.

[97]   ο λόγος που ο άναστασιάδης θα ταξίδευε στην άθήνα ήταν για να πραγματοποι-

ήσει μυστική συνάντηση με τον άνδρέα Βγενόπουλο.

[98]   άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 20.3.2014, 08:17.

[99]   «διαψεύδει ο πρόεδρος της δημοκρατίας ότι βρίσκεται ή μεταβαίνει στον σκορ-

πιό», ΚΥΠΕ, 4.6.2014.

[100] «ο κρις λαζαρή αναλαμβάνει έξοδα για χρήση ιδιωτικού αεροπλάνου από πτδ»,

ΚΥΠΕ, 13.6.2014.

[101] «έυχαριστίες προέδρου προς λαζαρή για κάλυψη εξόδων ιδιωτικού αεροπλάνου»,

ΚΥΠΕ, 13.6.2014.

[102] «άν η δωρεά λαζαρή έπληττε τον θεσμό της προεδρίας, δεν θα την αποδεχόταν

ο πρόεδρος», ΚΥΠΕ, 16.6.2014.

[103] άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 13.3.2014, 09:16.

[104] άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 10.3.2014, 10:53.

[105] τετιάνα Μπερσέντα προς άνδρέα χατζηκυριάκο, SMS, 17.3.2014, 16:08.

[106] τετιάνα Μπερσέντα προς άνδρέα χατζηκυριάκο, SMS, 10.3.2014, 19:55.

[107] σεργκέι τσερνίτσιν προς τετιάνα Μπερσέντα, iMessage, 8.4.2014, 12:33.

[108] άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 9.4.2014, 08:53.

[109] άνδρέας χατζηκυριάκος προς τετιάνα Μπερσέντα, SMS, 15.4.2014, 12:54.

[110] Henry Samuel, “World’s most expensive divorce: Russian oligarch to pay four

billion Swiss francs (£2.6 billion)”, The Telegraph, 19.5.2014.

[111] “Swiss court grants $4.5 bln divorce to Russian tycoon’s wife”, Cyprus Mail,

20.5.2014.

[112] “Trusts make it difficult for billionaire’s ex-wife to collect record $4.8 billion”, For-

bes, 28.5.2014.

[113] Hervé Gattegno, “Oligarque contre marchand d’art: révélations sur l’affaire qui

fait trembler Monaco et la Suisse”, Vanity Fair, 23.2.2016.

[114] Όπως ανέφερα στο βιβλίο μου Η Συμμορία, ο φιλίππου επικοινώνησε μαζί μου

μερικές φορές, για ζητήματα που αφορούσαν την τράπεζα κύπρου.

[115] «σύσκεψη για την οικονομία συγκάλεσε ο πρόεδρος της δημοκρατίας», ΚΥΠΕ,

6.6.2014.

[116] «άνοιχτά τέσσερα μέτωπα», Η Σημερινή, 24.6.2014.

[117] «γ. έισαγγελέας: συνεχείς οι προσπάθειες για επίσπευση των ανακρίσεων για την

οικονομία», ΚΥΠΕ, 24.6.2014.

[118] «έκπρόσωπος: ένίσχυση της διαδικασίας ερευνών για την οικονομία», ΚΥΠΕ,

3.7.2014.

[119] περισσότερα στο επόμενο κεφάλαιο.

[120] «Βλέπει ανακριτές στην έρευνα για την οικονομία ο πρόεδρος», Ο Φιλελεύθερος,

2.9.2014.

[121] «συλλήψεις για την οικονομία μέχρι το τέλος του 2014 βλέπει ο πρόεδρος» (2),

ΚΥΠΕ, 2.9.2014.

[122] η πληροφόρηση είναι από τον ίδιο τον κώστα κληρίδη, μέσω WhatsApp, το οποίο,

όπως θα τεκμηριωθεί σε επόμενο κεφάλαιο, βρισκόταν υπό παρακολούθηση.

[123] «γεν. έισαγγελέας: δεν ενδιαφέρομαι για διορισμό στο έδάδ», ΚΥΠΕ, 27.10.2014.

[124] άntton Rouget, Michel Henry, “How oligarch Dmitry Rybolovlev’s aides plotted his

wife’s arrest in Cyprus”, Mediapart, 18.11.2018.

[125] «άίτηση ημ. 4.12.14 από Elena Rybolovleva για παραμερισμό απόφασης ημ.

4.11.14. έναρκτήρια αίτηση 2092/2013. ένδιάμεση άπόφαση 27.8.2015».

[126] “Rybolovlev a bien envisagé de corrompre des juges”, La Tribune de Genève,

18.10.2018.

[127] “Des juges genevois auditionnés suite à une dénonciation d’Yves Bouvier”, Le

Point, 19.10.2018.

[128] “Rybolovlev a bien envisagé de corrompre des juges”, La Tribune de Genève,

18.10.2018.

[129] Myret Zaki, “Divorce: Elena Rybolovlev obtient 564 millions au lieu de 4 milliards”,

Bilan, 11.6.2015.

[130] «“Ντροπή”, δηλώνει ο γ. έισαγγελέας και αναφέρει ότι κατηγορούμενοι γίνονται

κατήγοροι με την υπόθαλψη του πτδ», ΚΥΠΕ, 14.4.2015.

[131] “‘The most expensive divorce in history’ ends after Russian billionaire reaches

deal with ex-wife”, The Telegraph, 21.10.2015.

[132] Hervé Gattegno, “Oligarque contre marchand d’art: révélations sur l’affaire qui

fait trembler Monaco et la Suisse”, Vanity Fair, 23.2.2016.

[133] Sam Knight, “The Bouvier Affair”, The New Yorker, 8.2.2016.

[134] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[135] Jean-Michel Verne, “Les confessions de Tania Rappo, l’acolyte d’Yves Bouvier”,

Tribune de Geneve, 2.4.2015.

[136] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[137] Michel Henry, “How Russian oligarch Dmitry Rybolovlev spun his web over Mo-

naco”, Mediapart, 17.11.2018.

[138] ‘Monacogate’: la riposte de Tetiana Bersheda”, Paris Match, 13.10.2017.

[139] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[140] Jean-Michel Verne, “Les confessions de Tania Rappo, l’acolyte d’Yves Bouvier”,

Tribune de Geneve, 2.4.2015.

[141] Όπ. π.

[142] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[143] “Le Suisse Yves Bouvier serait tombé dans un piège à Monaco”, Bilan, 23.8.2017.

[144] οι δικαστές του μικροσκοπικού κράτους του Μονακό είναι αποσπασμένοι από τη

γαλλία.

[145] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”,

Paris Match, 23.9.2017.

[146] “Affaire Rybolovlev-Bouvier: le portable de l’avocate du milliardaire russe sera

bien examine”, Paris Match, 29.6.2018.

[147] Όπ. π.

[148] “Le Suisse Yves Bouvier serait tombé dans un piège à Monaco”, Bilan, 23.8.2017.

[149] Michel Henry, “How Russian oligarch Dmitry Rybolovlev spun his web over Mo-

naco”, Mediapart, 17.11.2018.

[150] “Le Suisse Yves Bouvier serait tombé dans un piège à Monaco”, Bilan, 23.8.2017.

[151] “Le milliardaire russe Dmitri Rybolovlev au centre d’un ‘Monacogate’”, Le Monde,

14.9.2017.

[152] “MonacoGate, The cataclysm”, L’Observateur de Monaco, 3.11.2017.

[153] “A Monaco, entre l’avocate du milliardaire Rybolovlev et la police, les SMS de la

concorde”, Liberation, 3.9.2017.

[154] “Affaire Rybolovlev: ‘Aucun manquement ne sera toléré’, assure Albert II de Mo-

naco”, Paris Match, 3.10.2017.

[155] “‘Monacogate’: la riposte de Tetiana Bersheda», Paris Match, 13.10.2017.

[156] “Affaire Rybolovlev-Bouvier: le portable de l’avocate du milliardaire russe sera

bien examine”, Paris Match, 29.6.2018.

[157] “Monaco: Le trop influent M. Rybolovlev”, L’ Express, 8.11.2017.

[158] “A Monaco judge has cleared art dealer Yves Bouvier of the $1 billion fraud alle-

ged by Russian oligarch Dmitry Rybolovlev”, Artnet.com, 12.12.2019.

[159] “Monaco: ‘Rybolovlev pense pouvoir tout faire grâce à son fric!’”, Le Point, 24.2.2016.

[160] Jean-Michel Caradec’h, “Rybolovlev: l’oligarche qui fait de l’ombre au Rocher”, Paris Match, 23.9.2017.


Μακάριος Δρουσιώτης

14/07/2023